Ἡ ἐπαρχία τῆς Καρύταινας εἶχε τότε ὑπὲρ τὰς
52.000 ψυχάς, ὅμως ἕως 4.000 ἦσαν ἀρματωμένοι· ἀλλὰ
καὶ ὅλοι οἱ ἄλλοι ἐνεργοῦσαν, καὶ οἱ ἱερεῖς ἀκόμη
ἔτρεχαν εἰς τὰ στρατόπεδα, καὶ αἱ γυναῖκες δὲν ἔμεναν
ὀπίσω, μολονότι καὶ αὐταῖς εἶχαν τὸ ἔργον των·
διότι
εἰς τὴν Δημητσάναν εἶχαν τὴν φροντίδα νὰ δένουν τὰ φουσέκια,
καὶ ἐπειδὴ ἔσωσαν τὸ χαρτὶ καὶ πλέον δὲν εἶχαν
ἄλλο, ἐχάλασαν τὴν πολύτιμον Βιβλιοθήκην τῆς Σχολῆς
των καὶ τὰ ἐκκλησιαστικὰ βιβλία διὰ νὰ προφθάνουν ὅλα
τὰ στρατεύματα τῆς Πελοποννήσου, προσέτι δὲ καὶ εἰς
Μαγούλιανα, Βυτίνα, Ζυγοβίτσι, Στεμνίτσαν, Ἁλωνίσταιναν
καὶ Πιάναν αἱ γυναῖκες ἐζύμωναν καὶ ἔψηναν εἰς
τοὺς φούρνους ψωμὶ διὰ τοὺς στρατιώτας. Αὐτὰ ὅλα τὰ
εἶχε τακτοποιήσει καλῶς ἡ ἐφορεία.
Ἡ Καρύταινα ἦτο διῃρημένη εἰς τρία τμήματα, τὸ
ἕνα ὀνομαζόμενον τῆς Ἄκοβας μὲ τὰ Λαγκάδια· τὸ εἶχεν ὁ
Δεληγιάννης, τὸ ἄλλο τῆς Λιοδώρας ἀπὸ τὴν Ζάτουνα
καὶ πέρα ὁ Δ. Πλαπούτας, καὶ τὸ τρίτον τῶν Βουνῶν καὶ
τοῦ Κάμπου τῆς Καρύταινας ὁ Κολοκοτρώνης. Ἀπὸ αὐτὰ
τὰ τρία ἔβγαλεν ἀπὸ τὴν ἀρχὴν τῆς ἐπαναστάσεως κάθε
ἕνας ἀπὸ τοὺς τρεῖς ἀρχηγοὺς στρατιώτας, οἱ ὁποῖοι τοὺς
ἀκολουθοῦσαν εἰς ὅλους τοὺς πολέμους...

Τοιουτοτρόπως ἡ Πελοπόννησος ἦτο διῃρημένη, καὶ
ὅταν ὁ Κολοκοτρώνης ἐπλησίαζεν ἐπαρχίαν τινὰ εὕρισκε
κόμμα συστηματικὸν ὑπὲρ τῶν συμφερόντων τῆς πατρίδος,
καὶ ὑπὲρ αὐτοῦ, συγκείμενον, κατὰ τὰς περιστάσεις,
ὁτὲ μὲν ἐκ πολλῶν, ὁτὲ δὲ ἐξ ὀλίγων· ὁ δὲ τόπος τοῦ παρεῖχε
τὰ μέσα. Εἶχεν ὅμως σῶμα σταθερὸν καὶ ἀναπόσπαστον
ἐκ τῶν βουνῶν καὶ τῶν κάμπων τῆς Καρύταινας.
Εἶχε δὲ προσέτι καὶ τὸν Πλαποῦτα μὲ τὸ τμῆμα τῆς
Λιοδώρας, τὸ δὲ τμῆμα τῆς Ἄκοβας τὸ εἶχαν οἱ Δεληγιανναῖοι,
ἀλλὰ καὶ αὐτὸ εἰς τοὺς πολέμους εὑρίσκετο μὲ
τὸν Κολοκοτρώνην, ὁσάκις αὐτοὶ ἤθελαν, ἄλλως δὲν ὑπήκουον
εἰς αὐτόν.
Ἐξ ἐναντίας ἡ οἰκογένεια
τῶν Δεληγιανναίων, τῶν ἀρχόντων τῆς Καρύταινας,
διὰ τὴν φρόνησιν καὶ τὴν ἄκραν φιλοπατρίαν καὶ τὰς ἄλλας
ἀρετὰς ἑνὸς μέλους αὐτῆς, ἐβάδισε τὴν ἐναντίαν ὁδόν.
Ὁ Κανέλλος Δηληγιάννης, καίτοι φιλοπόλεμος, ἔκαμεν
ὅμως μεγάλην θυσίαν, διότι τὰ ὅπλα τῆς ἐπαρχίας του
δὲν τὰ ἐκράτησε δι᾿ ἑαυτόν, ἀλλὰ τὰ ἀφῆκε καὶ τὰ παρέδωκεν
εἰς τῆν στρατιωτικὴν φρόνησιν τοῦ Θ. Κολοκοτρώνη,
καὶ αὐτὸς ἐφρόντιζε νὰ τοῦ προμηθεύῃ τὰ μέσα τοῦ
πολέμου. Εἶναι ἀληθές, ὅτι οἱ ἄλλοι κοτσαμπάσιδες, ὡς
καὶ ὁ ἀδελφός του Ἀναγνώστης, ὅταν ἐπανῆλθεν ἀπὸ τὴν
Κωνσταντινούπολιν, τὸν ἐκατάκριναν διὰ τοῦτο, καὶ μέχρι
τέλους ἐπέμεναν, ἐνῷ ἔπρεπε νὰ ἐπαινέσουν τὴν ἀγαθὴν
ταύτην πρᾶξιν, ἥτις τιμᾷ τὸν νοημονέστερον τῶν
Ἑλλήνων· ἀλλ᾿ εἶναι ἐπίσης ἀληθές, ὅτι ἡ τοιαύτη πρᾶξις
τοῦ Κανέλλου Δηληγιάννη ἐδόξασε καθ᾿ ὅλον τὸν
ἀγῶνα τὰ ὅπλα τῶν Καρυτινῶν.
[Φωτάκος]