Η ιστοσελίδα περιέχει δημοσιεύσεις κειμένων και ιστορικών πηγών που αφορούν την ιστορία της Αρκαδίας, κυρίως τις περιοχές της Γορτυνίας και του Μαινάλου, καθώς επίσης και ορισμένες ερασιτεχνικές ιστορικές μελέτες γενικότερου ενδιαφέροντος.

Φωτάκος: Αρκάδες Αγωνιστές του 1821



ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΙΚΑ

ΘΕΟΔΩΡΟΣ ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗΣ
Οὗτος ὁ ἄξιος νὰ διοικῇ καὶ ἐπιτήδειος νὰ
προβλέπῃ τὰ μέσα τοῦ πολέμου κατήγετο ἀπὸ τὸ χωρίον
Λιμποβίσι τῆς Καρύταινας.
Ἐπανελθὼν δὲ ἀπὸ τὴν Ζάκυνθον κατὰ τὸν μῆνα
Ἰανουάριον τοῦ 1821, ἔχων μαζύ του τρεῖς συντρόφους
ὑπῆγεν εἰς τὴν Μάνην, εἰς τὸν φίλον του Παναγιώτην
Μούρτσινον ἢ Τρουπάκην, καὶ ἐκεῖθεν ἐνήργει τὰ τῆς
ἐπαναστάσεως.
Κατὰ δὲ τὰς ἀρχὰς τῆς ἐπαναστάσεως ὅταν
ἐβγῆκαν ἀπὸ τὴν Μάνην ὅλοι οἱ Μανιᾶται καπεταναῖοι, ὁ
Μαυρομιχάλης, ὁ Μούρτσινος, οἱ Καπετανάκιδες, οἱ
Κουμουνδουράκιδες, ὁ Βοϊδῆς, ὁ Κύβελος καὶ οἱ ἄλλοι,
ὡς καὶ οἱ Ἀναγνωσταρᾶς Παπαγεωργίου, Γρηγόριος
Δικαῖος Φλέσας καὶ οἱ λοιποὶ καπεταναῖοι τῆς
Μεσσηνίας, καὶ ἐξεστράτευσαν εἰς τὰς Καλάμας ἦτο καὶ ὁ
Κολοκοτρώνης ἐκεῖ. Ἀφοῦ δὲ ἐκυρίευσαν τοὺς
Τούρκους τῶν Καλαμῶν, ὁ Θ. Κολοκοτρώνης ἐπῆρε
στρατιώτας ἀπὸ τὸν φίλον του Παν. Μούρτσινον, ἀπὸ τὸν
Π. Μαυρομιχάλην καὶ ἀπὸ τοὺς λοιποὺς Μανιάτας διὰ
νὰ ἔλθῃ εἰς τὰ ἐνδότερα τῆς Πελοποννήσου καὶ διαδώσῃ
τὴν ἐπανάστασιν. Εἶχε δὲ γράψει παντοῦ παρακινῶν
ἅπαντας νὰ λάβουν τὰ ὅπλα καὶ νὰ τὸν ἀκολουθήσουν.
Εἰς τὸν δρόμον δὲ καὶ κατὰ τὸ χωρίον Σκάλα ἔμαθεν,
ὅτι οἱ Φαναρῖται Τοῦρκοι ἑτοιμάσθησαν νὰ ὑπάγωσιν
ὅλοι μὲ τὰς οἰκογενείας των εἰς τὴν Τριπολιτσᾶν.
Μαθὼν δὲ τοῦτο, ἐχωρίσθη ἀπὸ τὸν Ἀρχιμανδρίτην
Δικαῖον Φλέσαν καὶ τοὺς λοιποὺς, καὶ ἐβγῆκεν ἐμπρὸς
κατὰ τὴν θέσιν τὴν λεγομένην Ἀντώνη Μύλον, καὶ
κατὰ τὸν Ἅγιον Ἀθανάσιον καὶ τὸ Παλῃότσαμον, ὅπου
συνήντησεν ἐρχομένους τοὺς Φαναρίτας Τούρκους, τοὺς
ὁποίους ἐπολέμησεν, ἐσκότωσε πολλοὺς ἐξ αὐτῶν, καὶ
δὲν τοὺς ἀφῆκε νὰ περάσουν τὸν δημόσιον δρόμον, ἀλλ᾿
ἔπεσαν κατὰ τὸ πέραμα τοῦ ποταμοῦ Ροφιὰ κατὰ
τὴν θέσιν Χαλούλαγα, ὅπου ἐπνίγησαν πολλὰ γυναικόπαιδα
καὶ ζῶα φορτωμένα, οἱ δὲ λοιποὶ ὑπῆγον εἰς τὸ
παλῃόκαστρον τῆς Καρύταινας, ὅπου οἱ ἐντόπιοι
Τοῦρκοι ἦσαν πολιωρκημένοι. Μετὰ δὲ ταῦτα ἦλθε βοήθεια
ἀπὸ τὴν Τριπολιτσᾶν Τούρκων πεζῶν καὶ
καβαλαραίων, οἱ ὁποῖοι διεσκόρπισαν τοὺς πολιορκητὰς
Ἕλληνας, καὶ ἐπῆραν τοὺς ἀδελφούς των καὶ μαζὺ
ὑπῆγον εἰς τὴν Τριπολιτσᾶν.
Ὁ δὲ Θ. Κολοκοτρώνης ὕστερον ὑπῆγεν εἰς τὴν
Στεμνίτσαν μετὰ πολλῶν καπεταναίων, καὶ
πάλιν ἀπὸ ἐκεῖ εἰς τὸ Χρυσοβίτσι, ὅπου ἔμεινε μόνος ἕως
νὰ εὕρῃ τοὺς συγγενεῖς του καὶ τοὺς συνεπαρχιώτας
του. Μετὰ ταῦτα ὑπῆγεν εἰς τὴν Πιάναν ὅπου ἄρχισαν
νὰ συναθροίζωνται στρατιῶται, ἀλλ᾿ ἐπειδὴ ἦλθον ἐκεῖ
Τοῦρκοι ἀπὸ τὴν Τριπολιτσᾶν διὰ νὰ τοὺς πολεμήσουν,
ἐσκορπίσθησαν καὶ κατέφυγον εἰς τὸ Διάσελον τῆς
Ἁλωνίσταινας, ὅπου ὁ Κολοκοτρώνης ἀντάμωσε μὲ τὸν
Κανέλον Δεληγιάννην καὶ τὸν Νικόλαον
Ταμπακόπουλον, καὶ ὅλοι ὁμοῦ ἐτουφέκισαν τοὺς Τούρκους καὶ τοὺς
ἠνάγκασαν νὰ ὀπισθοδρομήσωσιν. Ἀπὸ δὲ τὸ Διάσελον
τῆς Ἁλωνίσταινας, ὅλοι ὑπῆγον εἰς τὸν κάμπον τῆς
Καρύταινας, εἰς τοῦ Πάπαρι καὶ εἰς τοῦ Μαρμαρᾶ.
Ἀνήμερα δὲ τὴν λαμπρὴν, οἱ Τοῦρκοι ἀπὸ τὴν
Τριπολιτσᾶν νύκτα ὑπῆγον εἰς τὸ χωρίον Κερασιὰ,
ἔπιασαν ὅλην τὴν βάρδιαν, καὶ ἐσκόρπισαν τὸ ἐκεῖ
στρατόπεδον τῶν Ἑλλήνων, φονεύσαντες τὸν
Νικολόπουλον καί τινας ἄλλους.
Ἀπὸ δὲ τοῦ Πάπαρι καὶ τὸν κάμπον τῆς
Καρύταινας ὁ Κολοκοτρώνης καὶ οἱ λοιποὶ ὑπῆγον εἰς τὸ
Βαλτέτσι, ὅπου εἶχον συγκεντρωθῆ πολλαὶ δυνάμεις,
καὶ ὑπὸ διαφόρους καπεταναίους. Οἱ δὲ Τοῦρκοι
μαθόντες, ὅτι γίνεται καὶ ἄλλο στρατόπεδον εἰς τὸ Λεβίδι,
ἐξελθόντες, τῆς Τριπολιτσᾶς ὑπῆγον νὰ τὸ διαλύσουν,
ὅτε οἱ εὑρεθέντες, ὡς εἴρηται, εἰς τὸ Διάσελον τῆς
Ἁλωνίσταινας καὶ εἰς τὴν Βυτίναν, ἔτρεξαν καὶ ἔδοσαν
βοήθειαν εἰς τοὺς κλεισθέντας καὶ πολεμοῦντας εἰς τὸ
Λεβίδιον Ἕλληνας.



Μετὰ δὲ τὴν μάχην τοῦ Λεβιδίου, οἱ Τοῦρκοι
ἐξεστράτευσαν εἰς τὸ Βαλτέτσι, καὶ οἱ ἐκεῖ Ἕλληνες
ἐπολέμησαν μὲ αὐτοὺς, τὴν δὲ ἑπομένην ἡμέραν τῆς
μικρᾶς ταύτης μάχης οἱ Ἕλληνες ἐσκορπίσθησαν
ἐκεῖθεν. Μετὰ τοῦτο ὁ Κολοκοτρώνης ὑπῆγεν εἰς τοῦ Δούκα
τὴν Σίκαλιν λεγομένην, εἰς τὸ Χρυσοβίτσι καὶ εἰς τὴν
Πιάναν, ὅπου πάλιν εὗρε τὸν Κανέλον Δεληγιάννην,
τὸν Δημήτριον Πλαπούταν καὶ τοὺς ἄλλους
καπεταναίους. Ὁ δὲ Κανέλος Δεληγιάννης τότε, ὁρμώμενος
ἀπὸ αἴσθημα ἀγαθὸν καὶ ἄκρατον φιλοπατρίαν
παρέδωκε πρὸς τὸν Θ. Κολοκοτρώνην τὴν διοίκησιν τῶν
ὅπλων ὅλης τῆς ἐπαρχίας Καρύταινας. Μετὰ τοῦτο ὁ
Κολοκοτρώνης διώρισε τὸν Δ. Πλαπούταν, ἢ
Κολιόπουλον, νὰ διοικῇ τὸ στρατιωτικὸν σῶμα, τὸ ὁποῖον
ἦτον εἰς τὴν Πιάνα, τὸν δὲ διορισμὸν τοῦτον ἠθέλησε
καὶ ὁ Κανέλος Δεληγιάννης, διότι τότε ἦτο
καινούργιος ὁ ἐνθουσιασμὸς, καὶ παλαιὸς ὁ φόβος, καὶ ὅλοι οἱ
Ἕλληνες ἦσαν ὡσὰν ἀδελφοί. Ὁ Κολοκοτρώνης
ἀμέσως συνεννοήθη μὲ τοὺς λοιποὺς καπεταναίους
Λεονταρίτας, Μεσσηνίους καὶ Μανιάτας διὰ νὰ ἔλθουν. Ἀπὸ
δὲ τὴν Πιάνα ἔστειλε τὸν Διον. Εὐμορφόπουλον τὸν
γνωστὸν ὡς ἀρχηγὸν τῶν ἐκτὸς τοῦ Ἰσθμοῦ Δερβενοχωριτῶν
διὰ νὰ τοποθετηθῇ κατὰ τὰ Μεγάλα Δερβένια.
Τότε ἐπίσης ἔγεινε καὶ ἡ Ἐφορεία τοῦ στρατοπέδου τῆς
Καρύταινας ἀπὸ τὸν Κανέλον Δεληγιάννην καὶ τοὺς
λοιπούς. Ἔπειτα ὁ Κολοκοτρώνης διώρισε νὰ κάμνουν
καὶ τοὺς καπνοὺς ἐπάνω εἰς τὸ βουνὸν τῆς Ἐπάνω
Χρέπας, καὶ τοὺς Πουρναραίους διὰ ν᾿ ἀνάπτωσιν
αὐτούς.
Μετὰ δὲ ταῦτα ὑπῆγεν εἰς τὸ Βαλτέτσι, ὅπου
ἀπεφασίσθη νὰ γείνωσι τὰ ἐκεῖ ταμπούρια, τὰ
ὁποῖα καὶ ἔγειναν, καὶ ὕστερον ἔγεινεν ἡ περίφημος
μάχη τοῦ Βαλτετσίου, τὴν ὁποίαν διηγοῦμαι εἰς τὰ
ἀπομνημονεύματα. Ἐκεῖθεν δὲ ὁ Κολοκοτρώνης
ὑπῆγεν εἰς τὴν Ζαράκοβαν, ἀνέβη εἰς τὰ πρῶτα Τρίκορφα,
ὅπου ἔκαμε ταμπούρια, καὶ δεύτερα πάλιν
ταμπούρια εἰς τὰ αὐτὰ Τρίκορφα. Ἐκεῖθεν κατέβη εἰς τὸν
Ἅγιον Βλάσην. Ἕως ἐδῶ ἦλθε μὲ πολλὴν ἐπιμέλειαν
καὶ κόπον διὰ νὰ φέρῃ τὴν πολιορκίαν εἰς ἀποτέλεσμα.
Τότε ἦλθεν ὁ πρίγκηψ Δημήτριος Ὑψηλάντης, καὶ ὁ
Κολοκοτρώνης μετὰ τῶν ἄλλων ὑπῆγεν εἰς τὸ Ἄστρος
καὶ τὸν ὑπεδέχθη, καὶ ἀνέβηκαν ὁμοῦ εἰς τὴν πολιορκίαν
τῆς Τριπολιτσᾶς. Ὁ Δ. Ὑψηλάντης ἔλαβε τὴν
διοίκησιν τῶν ὅπλων ἐν γένει τῆς Πελοποννήσου, καὶ ἰδίως
τῆς πολιορκίας, εἰς τὴν ὁποίαν ἦτο παρὼν,
ἐτακτοποίησε τὰ πράγματα αὐτῆς καλλίτερα, καὶ οἱ
στρατιωτικοὶ ἤκουον τὰς διαταγάς του. Ἀλλ᾿ ὁ Κολοκοτρώνης
ἐξεῖχε τῶν ἄλλων καπεταναίων, ἐγνωμοδότει εἰς ὅλα,
διότι εἶχε περισσοτέραν δύναμιν καὶ ὑπεροχὴν διὰ τὴν
Ἐφορείαν τοῦ Κανέλου, διότι εἶχε τὰς τροφὰς καὶ τὰ
πολεμοφόδια, ἐπλήρωνε μισθοὺς εἰς τοὺς Μανιάτας ἀπὸ
τὴν ἐπαρχίαν τῆς Καρύταινας, τῆς ὁποίας, ὡς εἴπομεν,
εἶχε τὰ ὅπλα, ὡς καὶ τῆς ἐπαρχίας Τριπολιτσᾶς καὶ
ἐκείνης τοῦ Φαναρίου, τὰ ὁποῖα ἐδιοικοῦσεν
ἀποκλειστικῶς κατὰ τὴν πολιορκίαν ἀπὸ τὸν Ἅγιον Βλάσην,
Γράναν καὶ Καπνίστραν καὶ ἐκεῖθεν εἰς τὸ Στενόν· ἡ δὲ
δύναμις αὕτη ἦτον ὑπὲρ τὰς 6000 στρατιῶται, ἐκτὸς
τῶν σωμάτων τῶν λοιπῶν καπεταναίων, τοῦ
Ἀναγνωσταρᾶ, Φλέσα, Παπατσώνη, τοῦ Π. Μαυρομιχάλη,
Παναγ. Γιατράκου καὶ τοῦ ἰδίου Ὑψηλάντη. Καὶ
ἐφαίνετο μὲν ἐπὶ κεφαλῆς τοῦ ὅλου στρατοῦ ὁ Ὑψηλάντης,
ἀλλ᾿ ὁ Θ. Κολοκοτρώνης ἦτον ὁ πράγματι ἀρχηγὸς εἰς
τὰ τοῦ πολέμου.
Ὁ Κολοκοτρώνης τυχαίως ὑπῆγεν εἰς τὰς θέσεις
Μύτικα καὶ Λουκᾶν διὰ νὰ ἐξετάσῃ τὰ ἐκεῖ
στρατιωτικὰ σώματα, καὶ ἀφοῦ ὑπῆγεν, ἀμέσως ἐπενόησε νὰ
σκαφῇ ἡ Γράνα. Ἐκεῖθεν πάλιν ὑπῆγεν εἰς τὸ Στενὸν,
ἐκατέβασε τὸν Ζαφειρόπουλον μὲ τοὺς στρατιώτας του,
ὡς καὶ τοὺς Κοντάκιδες καὶ λοιποὺς Ἁγιοπετρίτας καὶ
τοὺς Τριπολιτσιώτας, οἱ ὁποῖοι ἔπιασαν τὸ χωρίον
Ἅγιον Σώστην.
Τότε ἔκαμε καὶ τὴν συμφωνίαν μὲ τοὺς
ἀπεσταλμένους, ὡς ἔλεγον, τοῦ Ἀλῆ πασᾶ, οἱ ὁποῖοι εἶχον
ἔλθει ἀπὸ τὴν Ρούμελην, καὶ ἦσαν ὁ Χρηστάκης
Στάϊκος καὶ οἱ λοιποί. Μετὰ δὲ ταῦτα ἔγεινεν ὁ πόλεμος
τῆς Γράνας, καὶ κατόπιν ἔστειλε στρατὸν καὶ ἔπιασαν
τὸν Μαντσαγρᾶν, ἔφερε δὲ καὶ τοὺς ἀπὸ τὸν Ἅγιον
Σώστην εἰς τὴν ῥάχιν τῆς Βολιμῆς, ὅπου καὶ
ἐταμπουρώθησαν. Ἐπειδὴ δὲ δὲν ἔγεινεν ὁ ἀρχίσας
συμβιβασμὸς μὲ τοὺς ἐντοπίους Τούρκους τῆς Τριπολιτσᾶς,
ἔκαμε τὴν ἰδιαιτέραν συμφωνίαν μὲ τοὺς Ἀλβανοὺς,
ἐδέχθη εἰς τὴν καλύβην του τὰ πολύτιμα πράγματά
των, τὰ ὁποῖα μετὰ τὴν ἅλωσιν τῆς πόλεως τὰ ἔδωκεν
ὀπίσω, τοὺς ἐξεπροβόδησε διὰ τὴν Βοστίτσαν, ὅπου
ἔφθασαν, καὶ ἐκεῖθεν ἐπέρασαν εἰς τὴν Ρούμελην.
Μετὰ ταῦτα, ἁλωθείσης τῆς Τριπολιτσᾶς,
ἠθέλησε νὰ ἐκστρατεύσῃ εἰς τὰς Πάτρας, ἀλλὰ
προηγουμένως ὑπῆγεν εἰς τὰ Μαγούλιανα καὶ ἐκεῖθεν εἰς τὰ
Λαγκάδια διὰ νὰ παρηγορήσῃ τοὺς Δεληγιανναίους,
καὶ ἰδίως τὴν χήραν Θεοδωράκαιναν διὰ τὸν θάνατον
τοῦ μακαρίτου ἀνδρός της Θ. Δεληγιάννη. Ἐκεῖ
ἔμαθεν καὶ περὶ τῶν γραμμάτων, τὰ ὁποῖα οἱ Πατραῖοι
ἔγραφον, ἤτοι ὀ μητροπολίτης Γερμανὸς, καὶ ὅλοι οἱ
ἄλλοι προὔχοντες καὶ πολιορκηταὶ τοῦ φρουρίου, οἱ
ὁποῖοι ἔγραφον, ὅτι δὲν ἤθελον νὰ ὑπάγῃ ὁ Θ.
Κολοκοτρώνης νὰ πάρῃ τὰς Πάτρας, καὶ διὰ τοῦτο τοὺς
ἐσιχάθη.
Κατόπιν τούτων ἐπέστρεψε πάλιν εἰς τὴν
Τριπολιτσᾶν, καὶ ἐβουλεύθη μετὰ τοῦ πρίγκηπος Ὑψηλάντη
νὰ καλέσουν τοὺς πληρεξουσίους τῆς Πελοποννήσου,
καὶ τοὺς ἄλλους Ἕλληνας νὰ κάμουν Συνέλευσιν.
Ὕστερον κατέβησαν ὁμοῦ εἰς τὴν Ἀργολίδα, ὅτε ἀπέτυχε
καὶ ἡ ἔφοδος τοῦ Ναυπλίου, καὶ ὅτε τὸν Κολοκοτρώνην
ἔρριψε τὸ ἄλογόν του, οἱ δὲ Τοῦρκοι τοῦ Ναυπλίου
ἔμαθον, ὅτι ἀπέθανεν ἀπὸ τὸ πέσημον τοῦτο. Τότε δὲ
ἐσκότωσαν καὶ τὸν Ἀντώνιον Οἰκονόμου τὸν Ὑδραῖον εἰς
τὸ Κουτσοπόδι. Ἀφοῦ δὲ διελύθη ἡ συρροὴ τοῦ
Ἄργους, οἱ μὲν πολιτικοὶ ὑπῆγον εἰς τὴν Πιάδα διὰ νὰ
συγκροτήσουν τὴν πρώτην Ἐθνικὴν Συνέλευσιν, ὁ δὲ
Κολοκοτρώνης ὑπῆγεν εἰς τὴν Κόρινθον, καὶ ἔπειτα
ἦλθε προσωρινῶς καὶ εἰς τὴν Συνέλευσιν. Κατόπιν δὲ
παρεδόθη εἰς αὐτὸν τὸ φρούριον τῆς Κορίνθου, καὶ τὸ
παρέδωκεν εἰς τὰς χεῖρας τῆς νεοσυσταθείσης
Κυβερνήσεως.
Μετὰ τοῦτο ὁ Κολοκοτρώνης διετάχθη νὰ
πολιορκήσῃ τὰς Πάτρας, ἔφθασεν ἐκεῖ, ἐσύστησε τὴν
πολιορκίαν μὲ δυνατὸν στρατόπεδον, ἐπολέμησε τοὺς
Τούρκους καὶ τοὺς ἐνίκησε, καὶ ὕστερον ὑπῆγεν εἰς τὴν
Κόρινθον νὰ ἴδῃ τὴν Κυβέρνησιν, ἀπὸ τὴν ὁποίαν
ἀπελπίσθη. Ἐκεῖθεν ἐπέρασεν ἀπὸ τὴν Τριπολιτσᾶν ὅπου
εἶδε καὶ τὴν Γερουσίαν. Μετὰ δὲ ταῦτα ὑπῆγεν πάλιν
εἰς τὰς Πάτρας. Ἐκεῖ δὲ ἦλθεν ὁ Ἠλίας
Χρυσοσπάθης, ἀπεσταλμένος ἀπὸ πολλοὺς, ὡς ἔλεγε, καὶ
ὡμολόγησε τὰ σχέδια τῶν ἐν Κορίνθῳ πολιτικῶν, καὶ
συνάμα, ὅτι ὑπῆγον εἰς τὸ Ἄργος διὰ νὰ πάρουν τὸ
Ναύπλιον μὲ συνθήκην. Ταῦτα ἀκούσας ὁ
Κολοκοτρώνης ἔλυσε τὴν πολιορκίαν τῶν Πατρῶν, καὶ ἐκεῖθεν
ὑπῆγεν εἰς τὴν Τριπολιτσᾶν ὅπου ἐβεβαιώθη τὸν
ἐρχομὸν τοῦ Δράμαλη διὰ τῶν ἀπεσταλμένων του, ὡς
φαίνεται ἐκ τῶν διαβατηρίων των. Τοῦτο δὲ μαθὼν ὁ
Κολοκοτρώνης ἀμέσως ἔστειλε τὸν Πλαπούταν μὲ ὅλα
τὰ στρατεύματα εἰς τὴν Κόρινθον, καὶ τοῦ εἶπε νὰ
ταχύνῃ τὸν πηγαιμόν του διὰ νὰ δώσῃ βοήθειαν εἰς τὸ
φρούριον. Τότε ἔγραψεν εἰς τὴν αὐτὴν διαταγήν του
τὴν ὁποίαν ἐσφράγισε καὶ μὲ τὴν σφραγῖδά του. Τοῦτο
δὲ ἐτεχνάσθη παρ᾿ αὐτοῦ διὰ νὰ ἴδουν καὶ μάθουν οἱ
Πελοποννήσιοι, ὅτι ὁ Κολοκοτρώνης εἶναι φίλος τῆς
Γερουσίας, καὶ νὰ δέχωνται τὰ διαταχθέντα, διότι ἡ
φήμη πρὸ τοῦ Δράμαλη ἦτο, καὶ μάλιστα εἶχε
διακωδονισθῇ, ὅτι αὐτὸς δὲν ἦτο σύμφωνος εἰς τὰς πράξεις
τῶν πολιτικῶν. Κατόπιν τούτων, ἐτράβηξε διὰ τὸν
Ἀχλαδόκαμπον, καὶ φθάσας ἐκεῖ, συνηντήθη μὲ τοὺς
σκορπισθέντας ἀπὸ τὴν ἐμπροσθοφυλακὴν τοῦ Δράμαλη
καὶ φεύγοντας ἀπὸ τὸ Ἄργος. Ἐκεῖ πολλὰ ἐλέχθησαν
μὲ τοὺς ἐλθόντας ἀπὸ τοὺς Ἀφεντικοὺς Μύλους καὶ
ἀπὸ τὸ Ἄργος Π. Μαυρομιχάλην, Ἀρχιμανδρίτην
Φλέσαν, Κρεββατᾶν, Ὑψηλάντην καὶ λοιπούς· τότε
ἐπρωτοεῖδε τὸν κόντε Ἀνδρέαν Μεταξᾶν, σταλέντα
ἐκεῖ ἀπὸ τὴν λιποτακτήσασαν Κυβέρνησιν, δηλαδὴ τὸν
Θάνον Κανακάρην καὶ λοιπούς. Ὁ δὲ Κολοκοτρώνης
τοὺς ἐνεθάρρυνε, καὶ τοιουτρόπως οὗτοι ὑπῆγον
πάλιν ὀπίσω εἰς τὴν Ἀργολίδα. Μετὰ δὲ ταῦτα, ἔστειλε
καὶ ἔπιασαν τὸ παλῃόκαστρον τοῦ Ἄργους. Ἐκοιμήθη
δὲ ἐκείνην τὴν ἡμέραν εἰς τὰ Βρυσούλια, καὶ τὴν
ἀκόλουθον ἡμέραν ἐτράβηξε διὰ τὸ Τουρνίκι, ἔπειτα εἰς τῇς
Πόρταις καὶ εἰς τὸ Νεοχωράκι, ὅπου εὗρε τοὺς
Τριπολιτσιώτας στρατιώτας καὶ τοὺς ἔστειλεν ὑπὸ τὸν
Πλαπούταν. Πηγαίνων δὲ κατὰ τὸν Ἅγιον Γεώργιον,
συνεπλάκη μὲ ὀλίγους Τούρκους εἰς τὸ χωρίον
Μαλανδρίνον, τοὺς ἐπολέμησε καὶ τοὺς ἔκαψε μέσα εἰς ἕνα σπίτι.
Φθάσας δὲ εἰς τὴν κωμόπολιν τοῦ Ἁγίου Γεωργίου,
ἐσύστησεν ἐκεῖ τὸ φροντιστήριον τῶν τροφῶν, καὶ
συγχρόνως ἔστειλε καὶ ἔκαμαν τὸ ταμποῦρι εἰς τὸ
Δερβενάκι εἰς τὸ Ἀγριλόβουνον. Ἀπὸ ἐκεῖ ὑπῆγεν εἰς τὸ
Κεφαλάρι τοῦ Ἄργους καὶ εἰς τοὺς Ἀφεντικοὺς Μύλους,
καὶ κατόπιν ἐμβῆκεν εἰς τὰ πλοῖα, ὅπου ἀντάμωσε τὰ
μέλη τῆς λιποτακτησάσης Κυβερνήσεως, καὶ ἐκεῖθεν
πάλιν ἀνέβη εἰς τὸ Κεφαλάρι. Ἐνταῦθα διὰ τῆς
δημηγορίας, τὴν ὁποίαν ἔκαμε ἐνθουσίασε τὰ εὑρεθέντα τότε
στρατεύματα. Μετὰ δὲ ταῦτα ἔβγαλε τοὺς κλεισμένους
ἀπὸ τὸ παλῃόκαστρον τοῦ Ἄργους. Ἔπειτα δὲν
ἐσυμβιβάσθη μὲ τοὺς ἄλλους ὁπλαρχηγοὺς διὰ τὰς θέσεις
τὰς στρατηγικὰς, τὰς ὁποίας ἔπρεπε νὰ καταλάβουν,
καὶ μάλιστα μὲ τὸν Π. Μαυρομιχάλην, ὁ δὲ Δ.
Ὑψηλάντης ἑτοιμάσθη νὰ ἀναχωρήσῃ διὰ τὰ Μεγάλα
Δερβένια, διότι ὁ Ὀδυσσεὺς Ἀνδρούτσου ἐζήτει βοήθειαν.
Ἦτον ἡ 25 Ἰουλίου 1822, ὅτε ὁ Κολοκοτρώνης
ἔφυγε βιαίως ἐκεῖθεν, καὶ ἦλθεν πάλιν νύκτα εἰς τὸν
Ἅγιον Γεώργιον, ὅπου εὑρίσκει τοὺς στρατιώτας
χορεύοντας καὶ τραγῳδοῦντας διότι εἶχον εὕρει ἐκεῖ πολλὰ
κρασιά. Ταῦτα ἰδὼν, ἀναβαίνει εἰς τὴν σκέπην ἑνὸς
σπιτιοῦ, ὁμιλεῖ τῶν στρατιωτῶν, τοὺς ἐνθυμίζει ποῦ
εὑρίσκονται, καὶ διὰ τί εἶναι ἐκεῖ φερμένοι, καὶ ἄλλα
πολλὰ φρόνιμα λόγια. Τὴν δὲ ἑπομένην ἡμέραν τὸ
πρωῒ μανθάνει, ὅτι ὁ Δράμαλης ἐπιστρέφει ἀπὸ τὴν
Ἀργολίδα εἰς τὴν Κόρινθον, ἀνεβαίνει πάλιν εἰς τὴν
σκέπην τοῦ σπιτιοῦ, ὁμιλεῖ εἰς τοὺς στρατιώτας τοὺς
ἐνθουσιάζει, τοὺς ἑτοιμάζει, καὶ ξεκινοῦν διὰ τὸ
Δερβενάκι. Κατόπιν γράφει εἰς τοὺς γύρωθεν τοποθετημένους
καπεταναίους Πλαπούταν, Νικήταν καὶ λοιποὺς, τοὺς
ἀναγγέλει τὴν ἐπιστροφὴν τοῦ Δράμαλη εἰς τὴν
Κόρινθον, πηγαίνει μόνος του εἰς τὰ Δερβενάκια καὶ διαθέτει
τὸν στρατόν του πρὸς πόλεμον, κάμνει τὴν ἔνδοξον
ἐκείνην μάχην, ἕνεκα τῆς ὁποίας οἱ Τοῦρκοι
ἐσχίσθησαν εἰς δύω, καὶ οἱ Πασάδες μὲ τὸν περισσότερον
στρατὸν δὲν ἐδυνήθησαν νὰ περάσουν ἐκεῖθεν καὶ ἠναγκάσθησαν
νὰ ἐπιστρέψουν πάλιν εἰς Ναύπλιον καὶ ἔμειναν
κατὰ τὴν θέσιν Γλυκιάν. Μετὰ δύω δὲ ἡμέρας οἱ αὐτοὶ
Πασάδες ἐπανῆλθον διὰ νὰ περάσουν, καὶ εἰς τὸ
Ἁγιονόρι τοὺς πολεμεῖ ὁ Ὑψηλάντης, ὁ Νικήτας, ὁ Φλέσας
καὶ οἱ λοιποί.
Μετὰ ταῦτα ὁ Κολοκοτρώνης ἐσύστησε τὸ
στρατόπεδόν του εἰς τὸ Σοῦλι τῆς Κορίνθου, καὶ εἰς τὸ
χωρίον Στιμάγκα τὸ φροντιστήριόν του. Ἐσύστησε δὲ καὶ
ἄλλο στρατόπεδον ἀπὸ τὴν Κλένιαν ἕως εἰς τὸν Ἅγιον
Σώστην. Ἀκολούθως ἔλαβε τὸ δίπλωμα τῆς
ἀρχιστρατηγίας ἀπὸ τὴν Γερουσίαν. Ἔπειτα ὑπῆγεν εἰς τὴν
Τριπολιτσᾶν, ὅπου τοῦ ἔγινε μεγάλη ὑποδοχὴ ἀπὸ τὴν
Γερουσίαν Ὕστερον ἠσθένησε καὶ ἔγεινε καλὰ, καὶ
κατέβη πάλιν διὰ τῶν Ἀφεντικῶν Μύλων εἰς τὰ
Δερβενάκια. Τότε ἔστειλεν εἰς τὸ Μποῦρτσι τοὺς
Ζακυνθίους, ἔπειτα ἔγραψε γράμμα εἰς τὸ Ναύπλιον, τὸ ὁποῖον
ἔλεγεν εἰς τοὺς Τούρκους νὰ παραδοθοῦν. Ἐσύστησε
τὴν πολιορκίαν τῆς Κορίνθου καὶ τῆς Ναυπλίας μόνος
του, καὶ ἔκτοτε δὲν ἐδυνήθησαν οἱ Τοῦρκοι τῆς
Κορίνθου νὰ μεταφέρωσι πλέον τροφὰς εἰς τὸ Ναύπλιον, ἂν
καὶ ἦλθον δύω φορὰς μὲ ὅλην των τὴν δύναμιν περὶ
τὰς 15,000 ἕως τὴν Κουρτέσαν, ἐπολέμησαν, καὶ
ἐσκότωσαν τὸν Παπᾶ Ἀρσένην Κρέστην, ἀλλὰ δὲν
κατώρθωσαν νὰ περάσουν.
Ὁ Κολοκοτρώνης ἔγραψεν πάλιν καὶ δεύτερον
γράμμα ἀπὸ τὸ Δερβενάκι πρὸς τοὺς Ναυπλιώτας
Τούρκους περὶ παραδόσεως. Ὕστερον δὲ ὅτε ὁ Στάϊκος
ἐμβῆκε μέσα εἰς τὸ Παλαμῆδι, ὁ Κολοκοτρώνης ἀμέσως
εὑρέθη ἐκεῖ, ἐσυνθηκολόγησε μὲ τοὺς Τούρκους, τοὺς
ἐμβαρκάρισε διὰ τὴν Ἀσίαν, κατὰ τὴν συνθήκην,
ἀφῆκε τὸν Πλαπούταν φρούραρχον εἰς τὸ Ναύπλιον,
καὶ μετὰ ταῦτα ἀνέβη εἰς τὴν Τριπολιτσᾶν. Ἐκεῖθεν
δὲ ὑπῆγεν εἰς τὰς Καλάμας πρὸς βοήθειαν τοῦ φίλου
του Μούρτσινου, ὁ ὁποῖος ἐμάλωνε μὲ τὸν
Μαυρομιχάλην, καὶ ἀφοῦ τοὺς ἐσυμβίβασεν ἀνεχώρησε καὶ ἀνέβη
εἰς τὴν Δημιτσάναν. Τότε ἦλθεν ἐκεῖ ὁ Ὀδυσσεὺς
Ἀνδρούτσου ἀπὸ τὴν Ρούμελην καὶ ἀνταμώθησαν,
κατόπιν κατέβη εἰς τὴν Τρίπολιν καὶ ἐκεῖθεν εἰς τὸ
Ναύπλιον, καὶ ἀπὸ ἐκεῖ ἐπέρασεν εἰς τὴν Συνέλευσιν τοῦ
Ἄστρους. Εἰς δὲ τὴν Συνέλευσιν ταύτην, εἶχε τὸ
ἐναντίον μέρος τῶν ἀρχόντων μετὰ τοῦ πρίγκηπος
Ὑψηλάντου καὶ Ὀδυσσέως Ἀνδρούτσου. Ἐμπόδισαν τὴν
ἐκποίησιν τῶν Ἐθνικῶν γαιῶν καὶ τῶν φθαρτῶν
κτημάτων. Μετὰ τὴν Συνέλευσιν ταύτην ὑπῆγεν εἰς τὴν
Τριπολιτσᾶν, καὶ ἐκεῖθεν ἐβγῆκεν εἰς τὴν Σιλήμναν
θυμωμένος κατὰ τῶν ἀρχόντων, οἵτινες τὸν ἀπάτησαν,
τὸν ἔβαλαν μέσα εἰς τὸ σακὶ τῶν πολιτικῶν
πραγμάτων, καὶ τὸν ἔκαμαν ἀντιπρόεδρον· τότε προσέτι τὸν
ἄφησαν καὶ οἱ περισσότεροι συγγενεῖς του, διότι ἔκαμε
τὸ συμπεθεριὸ καὶ τὸν ἀρραβῶνα τοῦ μικρότερου υἱοῦ
του Κωνσταντίνου μὲ τὴν θυγατέρα τοῦ στρατηγοῦ
Κανέλου Δεληγιάννη.
Μετὰ δὲ ταῦτα ὑπῆγεν εἰς τὸ Κλημεντοκαίσαρι
τῆς Κορίνθου, ὡς ἀντιπρόεδρος μὲ τὰ λοιπὰ μέλη τῆς
Κυβερνήσεως τὸν Πετρόμπεη καὶ τὸν Ἀνδρ. Μεταξᾶν
διὰ τὴν ἐκστρατείαν τῆς Ρούμελης. Ἀλλ᾿ ἐκεῖθεν
πάλιν ἐπέστρεψεν εἰς Τριπολιτσᾶν, καὶ ἔσβυσε τὴν ῥῆξιν
τῶν Ἀρκαδινῶν καὶ Μιστριωτῶν, οἱ ὁποῖοι τότε ἐπιάσθησαν
ἐκεῖ καὶ ἐσκοτώνοντο. Ἔπειτα ὑπῆγεν εἰς τὰς
Καλάμας διὰ νὰ συνάξῃ τὸν ἔρανον. Ἐκεῖ ἀρρώστησεν
αὐτὸς καὶ ὁ Κανέλος Δεληγιάννης. Ἀνέβη πάλιν ἀπὸ
τὰς Καλάμας καὶ κατέβη εἰς τὸ Ναύπλιον ὅπου ἦλθε
καὶ τὸ Ἐκτελεστικὸν, τὸ ὁποῖον τὸν ἔστειλε νὰ
παραλάβῃ τὴν Κόρινθον, διότι ὁ φρούραρχος τῆς Κορίνθου
Ἀβδουλάμπης τὸν Κολοκοτρώνην ἐζήτησε νὰ τοῦ
παραδώσῃ τὸ φρούριον. Ἐκεῖθεν πάλιν ἀνέβη εἰς τὴν
Τριπολιτσᾶν. Κατόπιν δὲ ἀφοῦ ἦλθε τὸ δάνειον τὸ
Ἀγγλικὸν, καὶ ἔγεινεν ἡ πολιτικὴ διαίρεσις, ἡ ὁποία ἐφάνη
συναθροισθεῖσα εἰς τὸ Κρανίδι ἐπὶ κεφαλῆς ἔχουσα τὸν
Γεώργιον Κουντουργιώτην, τὸν ἐκυνήγησαν, τὸν
ἔδιωξαν ἀπὸ τὴν Τριπολιτσᾶν, τοῦ ἐπῆραν τὸ Ναύπλιον,
τὸ ὁποῖον εἶχεν ὁ υἱός του Πάνος, καὶ ἔπειτα τὸν
περιώρισαν εἰς τὰ βουνὰ τῆς Καρύταινας καὶ ἐκεῖ ἐκάθητο.
Τότε ἡ Κυβέρνησις τοῦ Κουντουργιώτη, διώρισε τὰ
παιδία του νὰ ὑπάγουν εἰς τὴν πολιορκίαν τῶν Πατρῶν.
Μετὰ δὲ ταῦτα ὁ Κολοκοτρώνης ἠθέλησε ν᾿ ἀποστατήσῃ
κατὰ τῆς Κυβερνήσεως τοῦ Κουντουργιώτη, καὶ ἔξαφνα
ἐκτύπησε τὰ στρατεύματά της, τὰ ἐνίκησε καὶ τὰ
περιώρισεν εἰς τὴν Τριπολιτσᾶν. Ἀκολούθως ἐκινήθη
κατὰ τῆς Κυβερνήσεως μὲ τοὺς συντρόφους του τοὺς
πολιτικοὺς καὶ στρατιωτικούς· ἐλύθη ἡ πολιορκία τῶν
Πατρῶν, καὶ τὰ παιδιά του ἦλθον ἐκεῖθεν νὰ τὸν
βοηθήσουν, καὶ ἐξεστράτευσαν ἀπὸ τὸν κάμπον τῆς
Καρύταινας κατὰ τοῦ Ἀρχιμανδρίτου Φλέσα, τὸν ὁποῖον
ἐπολέμησαν, τὸν ἔδιωξαν ἀπὸ τὸν κάμπον τῆς
Μεσσηνίας καὶ τὸν κάμπον τῆς Τριπολιτσᾶς ὅπου ἐσκοτώθη τὸ
παιδί του ὁ Πάνος, κατόπιν ἔκλεισαν τὴν Τριπολιτσᾶν,
καὶ δὲν τὸν ἐδέχθησαν μέσα, καὶ ἕνεκα τούτου ἐγύρισε
πάλιν εἰς τὴν κωμόπολιν Καρύταινας νικημένος.
Κατόπιν ὁ Πλαπούτας τὸν παρεκίνησε νὰ καταβῇ εἰς τὸ
Ναύπλιον διὰ νὰ συμβιβασθῇ μὲ τὴν Κυβέρνησιν.
Ἐπείσθη καὶ κατέβη, καὶ δι᾿ ἀπάτης τὸ σύστημα τοῦ
Κουντουργιώτη τὸν ἔβαλεν εἰς τὴν φυλακὴν εἰς τὴν
Ὕδραν. Πολλοὶ δὲ τῶν συγγενῶν του συνεννοήθησαν
μυστικῶς μετὰ τοῦ Κουντουργιώτη, καὶ τοῦτο τὸ εἶπον
τοῦ Κολοκοτρώνη, ἀλλ᾿ οὗτος δὲν τὸ ἐπίστευσε. Μετὰ
ταῦτα ἦλθεν ὁ Ἰμβραὴμ εἰς τὴν Μεθώνην, καὶ ἡ
Κυβέρνησις τοῦ Κουντουργιώτη ἐξεστράτευσε κατ᾿ αὐτοῦ,
ἀλλ᾿ ἐνικήθη καὶ ἀπεφάσισεν, ἔπειτα ἀπὸ ἑκατὸν
τριάντα ἡμερῶν φυλάκισιν, νὰ ἀπελευθερώσῃ τὸν
Κολοκοτρώνην, τὸν ὁποῖον καὶ γενικὸν ἀρχηγόν του διώρισε
διὰ τὴν ἐκστρατείαν κατὰ τοῦ Ἰμβραήμ. Ἔκτοτε πλέον
ὁ Κολοκοτρώνης εἶχε τὴν προσοχήν του εἰς τὸ
ἐξωτερικὸν ὅθεν ἤλπιζε, καὶ ὡς ἐκ τούτου εἶχεν
ἀλληλογραφίαν μὲ διάφορα ἐπίσημα πρόσωπα.
Τὸν Ἰμβραὴμ πασᾶν δὲν ἐπρόφθασε νὰ τὸν
κρατήσῃ εἰς τὴν Μεσσηνίαν, ὅστις ἐπέρασεν ἀπὸ τὴν
Σορόκαν, καὶ ἦλθεν εἰς μάχην κατὰ τὴν θέσιν Τραμπάλαν,
ὅπου ἐνίκησε καὶ ἐσκόρπισε τὸν στρατὸν τοῦ
Κολοκοτρώνη, τὸν ὁποῖον πάλιν ἐνίκησεν ὁ Ἰμβραὴμ κατὰ τὸν
Ἀχλαδόκαμπον. Κατόπιν τούτων ἔρχονται εἰς
γενικωτέραν μάχην εἰς τὰ Τρίκορφα, τὴν χάνει καὶ αὐτὴν
ὁ Κολοκοτρώνης καὶ οἱ λοιποί.
Μετὰ δὲ ταῦτα ὁ Ἰμβραὴμ γίνεται κύριος τῆς
Πελοποννήσου, ἐμφωλεύει εἰς τὸ κέντρον αὐτῆς τὴν
Τριπολιτσᾶν. Ἔκτοτε ὁ Κολοκοτρώνης δὲν ἔδωκε μάχην
πρὸς τὸν Ἰμβραὴμ κατὰ πρόσωπον, ἀλλ᾿ ἀπεφάσισε
καὶ διέταξε τῇς χωσιαῖς, μικραὶς καὶ μεγάλαις, καὶ
οὕτως ἔδωκε τὴν ἄδειαν εἰς ὅλους νὰ κτυποῦν τοὺς
Ἄραβας νύκτα καὶ ἡμέραν ὅπως καὶ ὅπου τοὺς ἤρχετο
βολικά. Ἔπειτα δὲ ἀπεφάσισε νὰ εἰσβάλῃ εἰς τὴν
Τριπολιτσᾶν καὶ ἀπέτυχεν ἡ ἑτοιμασθεῖσα ἔφοδος. Ἐν
τούτοις ἐζάλισε τὸν στρατὸν τοῦ Ἰμβραὴμ μὲ τῇς
χωσιαῖς, διότι οἱ Ἕλληνες διὰ τοῦ τρόπου τούτου
ἐσκότωσαν περισσοτέρους Τούρκους, ὀλίγον κατ᾿ ὀλίγον καὶ
εἰς πολλὰ μέρη κτυποῦντες αὐτούς. Καὶ αὐτὸς ὁ ἴδιος
Κολοκοτρώνης ἔκαμε χωσιαῖς εἰς Παλούμπα, Δαβιὰ
καὶ Πιάνα. Ἔπειτα ἐκεῖθεν τὸν ἐκυνήγησεν ὁ Ἰμβραὴμ,
καὶ φεύγων ὑπῆγεν εἰς Μαγούλιανα καὶ Λαγκάδια,
ὅθεν ἔκαμεν ἔγγραφον καὶ ἐζήτησε τὴν Ἀγγλικὴν
προστασίαν. Ἐκεῖθεν πάλιν ἀνεχώρησε καὶ ὑπῆγεν εἰς τὰ
Βέρβαινα, ὅπου εὗρε τὸν Δ. Ὑψηλάντην μὲ πολὺν
στρατόν. Οἱ δὲ Τοῦρκοι τοὺς ἐπολέμησαν καὶ τοὺς
ἐσκόρπισαν πάλιν ἐκεῖθεν, καὶ ὑπῆγον εἰς τὸν Ἅγιον
Πέτρον. Ὁ δὲ Κολοκοτρώνης ἀπεφάσισε τότε νὰ κάμῃ
χωσιαῖς εἰς τῇς Ρίζαις, ἔχων τὰς δύω καβαλαρίας,
τὴν τακτικὴν καὶ τὴν ἄτακτον, ἐπέτυχε καὶ ἐσκότωσεν
600 Τούρκους, ἐπῆρε τὰς σημαίας καὶ τὰ ταμποῦρλα
τῶν τακτικῶν Τούρκων. Μετὰ δὲ ταῦτα τοῦ ἔφυγεν ὁ
Ἀλμέϊδας μὲ τὴν τακτικὴν καβαλαρίαν ἕως 150, καὶ
ἔμεινε μὲ τὸν Χατσῆ Μιχάλην, ἔχοντα καὶ τοῦτον περὶ
τοὺς 150. Ἐκεῖθεν δὲ ὁ Κολοκοτρώνης κατέβη εἰς τὸ
Ἄστρος, ὅπου εὗρε τὴν ἐπιτροπὴν τῆς Κυβερνήσεως, ἡ
ὁποία εἶχε χρήματα διὰ νὰ πληρώσῃ τοὺς στρατιώτας
του, καὶ πάλιν ἐκεῖθεν ἐνεχώρησεν εἰς τὰ βουνὰ τῆς
Καρύταινας.
Μετὰ δὲ ταῦτα ἦλθεν ὁ Καραϊσκάκης εἰς τὸ
Ἄργος καὶ ἐζήτησε τὸν Κολοκοτρώνην, ὁ ὁποῖος ἦλθεν
ἐκεῖ καὶ ὡμίλησαν, καὶ τοῦ ἐζήτησε βοήθειαν
στρατιωτικὴν καὶ χρηματικὴν διὰ νὰ ἐπαναστατήσῃ ἐκ νέου
τὴν Ρούμελην, καὶ ὁ Κολοκοτρώνης τοῦ ἔδωκε τὸν
Νικήταν καὶ τοὺς λοιπούς. Ἀναχωρήσας ὁ
Καραϊσκάκης ἀπὸ τὸ Ἄργος ἀφῆκε κοντὰ εἰς τὸν Κολοκοτρώνην
τὸν Γεώργιον Βαλτινὸν, διὰ νὰ εἰσακούεται μὲ τὸν
Κολοκοτρώνην διὰ τῆς ἀλληλογραφίας.
Κατόπιν δὲ ὁ Κολοκοτρώνης ἐσυγκρότησε τὴν
περίφημον Συνέλευσιν, ἥτις κατ᾿ ἀρχὰς ἔμελλε νὰ
γείνῃ εἰς τὸ Καστρὶ, καὶ ἔπειτα ἐγένετο εἰς τοῦ Δαμαλᾶ
τῆς Τροιζῆνος. Ἐκεῖ ἔγεινε τὸ λαμπρότατον πολίτευμα
τῶν Ἑλλήνων. Ἡ Συνέλευσις αὐτὴ ἔφερε τὸν
Καποδίστριαν, διώρισε τὸν Τσοὺρτς ἀρχιστράτηγον καὶ
τὸν Κόχραν ναύαρχον.
Μετὰ ταῦτα ἐξεστράτευσεν εἰς τὰ Καλάβρυτα,
καὶ διερχόμενος ἀπὸ τὴν Κόρινθον, εὗρεν εἰς τὴν
Βόχαν δύω μοναχοὺς, τοὺς ὁποίους οἱ πατέρες τοῦ
Μεγάλου Σπηλαίου εἶχον στείλει νὰ τοῦ ζητήσουν τὴν
βοήθειάν του κατὰ τοῦ Ἰμβραὴμ πασᾶ, καὶ ἀμέσως
ἔστειλεν εἰς τὴν Μονὴν τὸν ὑπασπιστήν του καὶ τὸν
Ν. Πετιμεζᾶν μὲ στρατιώτας, καὶ ἐδυνάμωσε
τοιουτρόπως αὐτήν. Ἀφοῦ δὲ ὁ Ἰμβραὴμ προσέβαλε τὸ
Σπήλαιον καὶ δὲν κατώρθωσε τίποτε, ἀνεχώρησεν
ἐκεῖθεν εἰς τὴν Τριπολιτσᾶν. Ὁ δὲ Κολοκοτρώνης ὑπῆγεν
ἔπειτα εἰς τοὺς Πετσάκους, Κυρίτσοβα καὶ Κερπινὴν,
καὶ ἐκεῖθεν ἔγραψε πρὸς τὸν Νενέκον καὶ λοιποὺς
τουρκοπροσκυνημένους νὰ ἐπιστρέψουν ὀπίσω εἰς τὴν χριστιανοσύνην
των, καὶ ἐπειδὴ δὲν τὸν ἤκουσαν ἔστειλεν
εἰς Καρύταιναν καὶ ἦλθεν ὁ Πλαπούτας, καὶ ὁ
Γενναῖος μὲ 4000 στρατιώτας, καὶ τότε ἐφάνη μεγάλος ὁ
Κολοκοτρώνης, διότι ἐμπόδισε τὴν διάδοσιν τοῦ
προσκυνήματος.
Μετὰ δὲ ταῦτα ἐλθόντος τοῦ Κυβερνήτου, ὁ
Ἰμβραὴμ ἐγκατέλιπε τὴν Τριπολιτσᾶν, καὶ τὰ λοιπὰ
φρούρια. Ἦλθον τὰ Γαλλικὰ στρατεύματα καὶ ἐκυρίευσαν
τὰ φρούρια τῶν Πατρῶν, καὶ τοιουτοτρόπως
ἐλευθερώθη ἡ Πελοπόννησος.
Ὕστερον δὲ ἀφοῦ ἐσκότωσαν τὸν Κυβερνήτην, ὁ
Κολοκοτρώνης ἔγεινε μέλος τῆς τότε Κυβερνήσεως, τὴν
ὁποίαν κατόπιν οἱ λεγόμενοι συνταγματικοὶ τῶν
Μεγάρων διέλυσαν, αὐτὸν δὲ περιώρισαν ἐντὸς τοῦ Φρουρίου
του εἰς τὴν Καρύταιναν. Τότε δὲ διεμαρτυρήθη πρὸς
τοὺς ἀντιπρέσβεις τῶν Τριῶν Δυνάμεων διὰ τὰς
γινομένας καταχρήσεις ἀπὸ τοὺς συνταγματικοὺς εἰς τὴν
Πελοπόννησον, τὴν δὲ διαμαρτύρησιν τοῦ Κολοκοτρώνη
ὁ ἀναγνώστης βλέπει κατωτέρω, καὶ ὕστερα κατ᾿
αἴτησιν τῶν Πελοποννησίων πάλιν ἀπεστάτησε διὰ νὰ
τοὺς ἐλευθερώσῃ ἀπὸ τὰς καταχρήσεις τῶν
στρατευμάτων τῶν λεγομένων Κυβερνητικῶν, ἐκυρίευσε τὴν
Τριπολιτσᾶν, κατέβη εἰς τὸ Ἄργος μετὰ τῶν
συντρόφων του, καὶ οὕτως ἡ Πελοπόννησος ἔλαβεν ἀναψυχὴν
ἀπὸ τὰς καταχρήσεις τῶν Μεγαροσυνταγματικῶν.
Ἔκτοτε ἐκάθητο εἰς τὴν Τριπολιτσᾶν.
Μετὰ δὲ ταῦτα ἦλθεν ἡ Ἀντιβασιλεία, ἡ ὁποία
ἔφερε τὸν ἀνήλικον βασιλέα Ὄθωνα. Τότε ὁ
Κολοκοτρώνης κατέβη εἰς τὸ Ἄργος καὶ ὑπῆγεν εἰς Ναύπλιον
καὶ ὑπεδέχθη τὸν Βασιλέα καὶ τὴν Μητρυιὰν του τὴν
Ἀντιβασιλείαν, ἥτις κατόπιν ἐφυλάκισεν αὐτὸν, τὸν
Πλαπούταν καὶ τοὺς λοιποὺς καπεταναίους, τοὺς
ὁποίους ἐδίκασε καὶ μὲ ψεύματα τοὺς κατεδίκασεν εἰς
θάνατον· ἀλλ᾿ ὁ Βασιλεὺς ἐμπόδισε τὸ κόψιμον τῆς
κεφαλῆς του. Ὕστερον δὲ ἀφοῦ ὁ Ὄθων ἀνέβη εἰς τὸν
θρόνον, ἔβγαλε τὸν Κολοκοτρώνην ἀπὸ τὰς φυλακὰς
τοῦ Παλαμηδίου, τὸν διώρισε σύμβουλον τῆς
Ἐπικρατίας καὶ τοῦ ἀπέδωκε καὶ ἄλλας τιμάς. Ἀπέθανε
κατὰ τὸ 1843 Φεβρουαρίου 4, καὶ ὁ ἐνταφιασμός του
ἔγεινεν εἰς τὸ κοιμητήριον τῶν Ἀθηνῶν.
Πρὸς τοὺς ἐξοχωτάτους Κυρίους Ἀντιπρέσβεις τῶν Σ.
Συμμάχων Δυνάμεων Ἀγγλίας, Γαλλίας καὶ Ρωσσίας.

ΚΥΡΙΟΙ,
Πρὶν ἢ προσκαλέσω τὴν προσοχήν σας, Κύριοι, εἰς ὅσα
ἐν συνόψει θέλω ἐκθέσει διὰ τῆς παρούσης μου, τὴν ὁποίαν
λαμβάνω τὴν τιμὴν νὰ βάλω ὑπ᾿ ὄψιν σας, ἐνόμισα χρέος μου
νὰ σᾶς παρακαλέσω νὰ μοῦ συγχωρήσετε τὴν τόλμην, τὴν
ὁποίαν αἱ πρὸς τὰ τῆς Ἑλλάδος σπουδαῖαι μέριμναι τῆς
ὑψηλῆς Συμμαχίας μὲ δίδουν τὸ θάῤῥος νὰ λάβω.
Δὲν ἀγνοεῖτε, Κύριοι, τὴν θέσιν εἰς τὴν ὁποίαν τὸ
πολυπαθὲς Ἔθνος τῆς Ἑλλάδος εὑρέθη διὰ μιᾶς μετὰ τὴν
παραίτησιν τοῦ Κυβερνήτου Ἰ. Α. Καποδίστρια· τὴν
γλυκύτητα καὶ ἀμεροληψίαν τὴν ὁποίαν τὸ πρωτόκολον τῆς 7
Ἰανουαρίου ἐπιτάττει, καὶ αἱ περιστάσεις αὐταὶ ὑπαγορεύουσι,
διεδέχθη τὸ ἐκδικητικὸν, πνεῦμα αἱ βίαι, καὶ αἱ καταχρήσεις.
Ἐντεῦθεν ὅσοι μὲν ἐφύλαξαν τὴν ἱερότητα τῶν ὅρκων
των πρὸς τὴν Πατρίδα, κατὰ τὴν διάρκειαν τῆς
προλαβούσης Κυβερνήσεως κατεφρονήθησαν ἄνευ διαστολῆς πολιτικοὶ
καὶ στρατιωτικοί.
Ἡ τιμὴ καὶ ἡ ὕπαρξις τοῦ Πελοποννησίου εὑρέθησαν
εἰς τὴν διάκρισιν ἀτόμου τινὸς, διακεκριμένου δι᾿ ὅσα
ἐπροξένησεν ἄλλοτε εἰς αὐτὴν δυστυχήματα· καὶ εἶσθε αὐτόπται
μάρτυρες, κύριοι τῶν ἐσχάτως συμβάντων εἰς αὐτὴν τὴν
καθέδραν τῆς Κυβερνήσεως…. Ἱκανὸν δὲ μέρος τῆς
Πελοποννήσου ἀφοῦ ἔλαβε τὴν κακὴν τύχην νὰ γείνῃ θέατρον τῶν
δεινοτέρων δυστυχιῶν, καταπατεῖται ἤδη μὲ τὴν μεγαλητέραν
ἀγανάκτησιν τοῦ Ἕλληνος, ἀπὸ τουρκικὰ σώματα, φέροντα
αὐτὴν τὴν σημαίαν τῆς ἡμισελήνου.
Τούτων οὕτως ἐχόντων δικαίῳ τῷ λόγῳ ὤφειλε καθεὶς
νὰ προνοήσῃ ὑπὲρ τῆς ἀτομικῆς του ὑπάρξεως, καθὸ ἡ ζωὴ
καὶ ἀσφάλεια δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ προστατευθῶσιν ἀπὸ τὰ
καθεστῶτα· καὶ τὰ διατρέξαντα πρὸ ὀλίγου εἰς Ναύπλιον
βεβαιοῦσι τοὺς λόγους μου.
Διδόμενα διάφορα ἐρεθίζοντα τὰς φιλοτιμίας τῶν
ἀνθρώπων, καὶ πληροφορίαι τὰς ὁποίας ἔλαβον ἀπὸ γράμματα
διαφόρων, ἅτινα ἔπεσαν εἰς χεῖρας μου, μὲ ἐπληροφόρησαν
ὅσα καὶ κατὰ τοῦ ἀτόμου μου μελετῶνται δολίως· διὸ ἔλαβον
τὸ μέτρον χωρὶς νὰ ἐνοχλῶ κατάτι τὸν πλησίον μου, νὰ
ἡσυχάσω εἰς τὰ ἴδιά μου, ἀλλὰ διὰ νὰ ματαιώσω καθ᾿ ὅσον
δυνηθῶ τὰς δικαίας ὑποψίας μου, ἔλαβον μετ᾿ ἐμαυτοῦ ἔνοπλον
τινὰ δύναμιν τὴν ὁποίαν θέλω κρατεῖ, ἐν ὅσῳ ἡ αἴσιος ἄφιξις
τοῦ Ἡγεμόνος Κυριάρχου τῆς Ἑλλάδος ἀσφαλίσει τὰ
προσφιλέστερα τοῦ Ἕλληνος.
Οἱ γενόμενοι νεωτερισμοὶ ὀρεγόμενοι νὰ χρωματίζωσι
κατ᾿ ἀρέσκειαν τὰ πράγματα, ἀπὸ τὸ ὁποῖον δὲν θέλει
πηγάσωσι καλὰ ἀποτελέσματα, καὶ παραμορφώνοντες ὡς καὶ αὐτὴν
τὴν ἀθώαν ἀλλ᾿ ὡς ἐκ τῶν ῥηθεισῶν αἰτιῶν ὑπαγορευομένην
διαγωγήν μου, δὲν παύουσι νὰ διασπείρωσι πολυειδῶς
ζιζάνια ἐκδικήσεως κατὰ τοῦ ἀτόμου μου μὲν, ἀλλὰ ὑποθάλποντα
ἀφορμὰς ταραχῶν καὶ ἐμφυλίων πολέμων ἐπαπειλούντων τὸν
τέλειον ὄλεθρον τῆς Πελοποννήσου· ὅταν ἐμβλέψετε, κύριοι,
τὴν ἰδιαιτέραν κατάστασιν αὐτοῦ τοῦ τόπου, θέλετε πιστεύσει
εἰς τὰς παρατηρήσεις μου.
Μακρὰν τοῦ νὰ πιστεύσω, ὅτι ἡ καθεστῶσα ἐξουσία,
ἤθελεν ἐνδώσει εἰς τὰς τοιαύτας φήμας, ἔχουσα ἀπὸ τὸ
προλαβὸν πραγματικὰ δείγματα τῆς διαγωγῆς ἑκάστου,
λυποῦμαι, διότι στερουμένη ἴσως τὴν ἀνάλογον φυσικὴν καὶ ἠθικὴν
δύναμιν δύναται νὰ βιασθῆ ἀπὸ τὰς ὀρέξεις τῶν ἀγόντων καὶ
φερόντων αὐτὴν νὰ προσφύγῃ εἰς κινήματα ἐναντία τῆς κοινῆς
ἡσυχίας, τὴν ὁποίαν ἀγαπᾷ ἐξαιρέτως ὁ Πελοποννήσιος, καὶ
τῆς ἐπιθυμίας τῆς ὑψηλῆς Συμμαχίας.
Ἐστοχάσθην ὅθεν δίκαιον νὰ κοινοποιήσω πρὸς ὑμᾶς,
κύριοι Ἀντιπρέσβεις, ὡς τοὺς μόνους εἰς τοὺς ὁποίους
ἀφιερώνει ὁ Ἕλλην τὴν συντήρησιν τῶν δικαίων του, τὸ
ἀνωτέρω μέτρον, παρακαλῶν θερμῶς νὰ ἀναγνώσετε μὲ προσοχὴν
τὴν εἰλικρινῆ ταύτην ἔκθεσίν μου, καὶ διὰ τῆς βαθείας
φρονήσεώς σας, καὶ τῆς ἀμεροληψίας σας, νὰ ἐπινοήσετε τὴν
ἀναχαίτησιν τῶν ἀλόγων ὁρμῶν τῆς μερικῆς ἐκδικήσεως ἄχρις
οὗ ἡ ταχεῖα ἔλευσις τοῦ Ἡγεμόνος τὴν ὁποίαν εὔχονται ἀπὸ
καρδίας ὅλοι, ἀπαλλάξει τὴν Ἑλλάδα ἀπὸ τὰς ὀλεθρίας
συνεπείας τῶν παθῶν καὶ τῆς ἰδιοτέλειας.
Ἐν τούτοις δύναμαι νὰ σᾶς διαβεβαιώσω παῤῥησίᾳ,
κύριοι, ὅτι ἡ ἥσυχος καὶ φρονίμη διαγωγὴ ὅλων τῶν
στρατιωτικῶν τῆς Πελοποννήσου, δικαιώνει τὴν πρὸς τὰ
ὑποκείμενά των ὑπόληψιν τοῦ λαοῦ, καὶ παρακαλῶν νὰ δεχθῆτε
τὰς διαμαρτυρήσεις τοῦ πρὸς ὑμᾶς βαθυτάτου σεβασμοῦ μου
ἔχω τὴν τιμὴν νὰ ὀνομάζωμαι
Τὴν 27 Μαΐου ε.π. 1832 ἐν Καρυταίνῃ
Ταπεινότατος δοῦλος σας
Ὁ Ἀρχιστράτηγος τῆς Πελοποννήσου
Θ. ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗΣ


ΠΑΝΟΣ Θ. ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗΣ
Ἐπανελθὼν μετὰ τὸν πατέρα του ἀπὸ τὴν
Ζάκυνθον κατὰ τὰς ἀρχὰς τοῦ Ἀπριλίου τοῦ 1821 εἰς τὸν
Πύργον τῆς Ἡλείας, εὑρέθη τότε ἐκεῖ, ὅτε ἦλθον οἱ
Λαλαῖοι Τοῦρκοι καὶ ἐπολέμησαν μετὰ τῶν ἐντοπίων
Ἑλλήνων, ἀρχηγοῦντος τοῦ περιφήμου Χαραλάμπους
Βιλαέτη. Μετὰ δὲ ταῦτα ἀνέβη εἰς τοῦ Πάπαρι καὶ εἰς
Βαλτέτσι ἔχων μαζύ του καὶ τὸν ἀδελφόν του
Ἰωάννην τὸν ἐπονομασθέντα ὕστερον Γενναῖον. Κατόπιν ὁ
πατέρας του διώρισεν αὐτὸν εἰς τὴν ἐπαρχίαν τῆς
Καρύταινας διὰ νὰ ἐβγάζῃ τοὺς στρατιώτας ἐν γένει καὶ
κατ᾿ ἀναλογίαν, καὶ νὰ προβλέπῃ τὰ ἀναγκαῖα τοῦ
πολέμου ἀπὸ τοὺς κατοίκους· εἰς τὸν διορισμόν του
τοῦτον ἐδόθη διαταγὴ εἰς τὸν Πάνον, ὥστε ὅστις
ἀντιτείνει καὶ δὲν ὑπάγει εἰς τὸν πόλεμον, ἢ δὲν συνεισφέρει
τὴν ἀναλογίαν του, νὰ σκοτώνεται, νὰ καίεται τὸ
σπίτι του καὶ νὰ δημεύωνται τὰ πράγματά του πρὸς
ὄφελος τοῦ στρατοπέδου. Μετὰ ταῦτα ἦλθεν εἰς τὰ
Τρίκορφα, συστημένος εἰς τὴν τακτικὴν ἐφορείαν τοῦ
στρατηγοῦ Κανέλου Δεληγιάννη καὶ τῶν λοιπῶν
μελῶν τῆς Καρύταινας. Ἐκεῖ μένων ἐπολέμει
πολλάκις εἰς τοὺς γενομένους ἀκροβολισμοὺς κατὰ τὴν
πολιορκίαν τῆς Τριπολιτσᾶς. Ἐλθόντος δὲ τοῦ πρίγκηπος
Ὑψηλάντη εἰς τὸ Ἄστρος, ὁ μὲν πατέρας του ὑπῆγε
μετὰ τῶν ἄλλων πρὸς ὑποδοχὴν αὐτοῦ, ὁ δὲ Πάνος
ἔμεινεν εἰς τὸν στρατὸν τῆς πολιορκίας ὡς
ἀντιπρόσωπός του. Τότε δὲ μάλιστα μάχης γενομένης μεταξὺ
τῶν πολιορκητῶν καὶ τῶν πολιορκουμένων, ὁ Πάνος
καλῶς ἐδιοίκησε, διότι ἐτόλμησε καὶ κατέβασε τοὺς
Ἕλληνας εἰς τὸν κάμπον, ὅπου κατὰ πρῶτον ἐπολέμησαν
οὗτοι μὲ τὴν καβαλαρίαν τῶν Τούρκων κατὰ τὸ
Μαρκοβούνι καὶ τὸν Μύτικα. Ἔπειτα δὲ διωρίσθη καὶ ὑπῆγεν
εἰς τὰ Μεγάλα Δερβένια μὲ σῶμα στρατιωτῶν, καὶ μὲ
πολλοὺς ἄλλους καπεταναίους διὰ ν᾿ ἀσφαλίσουν τὸν
Ἰσθμόν. Ἐκεῖθεν πάλιν ἐπανῆλθεν εἰς τὴν πολιορκίαν,
καὶ κατόπιν συνώδευσε τὸν Δ. Ὑψηλάντην εἰς τὰ
παράλια τοῦ Κορινθιακοῦ κόλπου. Μαθὼν δὲ κατόπιν τὴν
ἅλωσιν τῆς Τριπολιτσᾶς, ἦλθεν τρεχάτος εἰς τὴν
πόλιν, καὶ ὁ πατέρας του τὸν διώρισε πολιτάρχην διὰ τὴν
εὐταξίαν κατ᾿ αἴτησιν τῶν κατοίκων, καὶ ὕστερον ἀφοῦ
ἐγένετο ἡ Πελοποννησιακὴ Γερουσία, αὐτὴ ἐπίσης τὸν
διώρισε πολιτάρχην της, καὶ τὸν ὠνόμασε
χιλίαρχον, ἀλλ᾿ ἔκαμνε χρέη πολιτικὰ, καὶ διὰ τοῦτο οἱ ἐν
ἐνεργείᾳ στρατιωτικοὶ τὸν ἐπερίπαιζαν, διότι ὁ πόλεμος
ἦτον ἀνοικτὸς, καὶ δὲν εἶχον ἀξίαν ἐκεῖνοι, οἱ ὁποῖοι
εὑρίσκοντο μὲ τοὺς κοινῶς τότε λεγομένους
καλαμαράδες, ἤγουν τοὺς γραμματισμένους καὶ καταγινομένους
εἰς τὰ πολιτικά. Ὕστερον δὲ ἐστάλη εἰς τὴν Ἀργολίδα,
ὡς ἀντιπρόσωπος τῆς Γερουσίας, διὰ τὴν παραλαβὴν
τοῦ Ναυπλίου, διότι εἶχε στείλει ἡ Γερουσία ἐπιτροπὴν
ἐκ τῶν μελῶν της διὰ νὰ παρευρεθοῦν καὶ
συμπράξουν μετὰ τοῦ ἐκτελεστικοῦ εἰς τὴν συνθήκην τῆς
παραδόσεως τοῦ φρουρίου. Ἐπειδὴ ὅμως διὰ τὴν τότε
εἰσβολὴν τοῦ Δράμαλη εἰς τὴν Πελοπόννησον ἡ
συνθήκη ἐκείνη ἐχάλασεν, ὁ Πάνος ἔκτοτε ἐπῆρε τὰ
ὅπλα καὶ ἐπολέμει ἐντὸς καὶ ἐκτὸς τοῦ Παλαιοκάστρου
τοῦ Ἄργους. Κατὰ δὲ τὰς μάχας ἐκείνας ὁ Πάνος
ἐδείχθη παληκάρι καὶ μάλιστα πολὺ ἐχρησίμευσε τότε,
διότι εἶχε πενθερὰν τὴν γενναίαν Λασκαρίναν
Μπουμπουλίναν, καὶ ἕνεκα τούτου ὅλοι οἱ Σπετσιῶται μὲ τὰ
εὑρεθέντα εἰς τοὺς Μύλους πλοῖά των ἐφιλοτιμοῦντο
καὶ ἐπρομήθευον εἰς αὐτὸν τὰ μέσα διὰ τὸν ἐκεῖ
στρατόν του.
Μετὰ δὲ ταῦτα πάλιν ἀνέβη εἰς τὸ χρέος του
πλησίον τῆς Γερουσίας, τὴν ὁποίαν ἐφρούρει. Ὕστερον δὲ
διετάχθη πάλιν ἀπὸ τὸν ἀρχιστράτηγον πατέρα του νὰ
καταβῇ εἰς τὰ Δερβενάκια καὶ συστήσῃ τὴν πολιορκίαν
τῶν δύω φρουρίων διὰ νὰ ἐμποδίσῃ τὴν συγκοινωνίαν
τῶν Τούρκων καὶ τὰς τροφὰς τὰς ὁποίας τυχὸν οἱ
Τοῦρκοι τῆς Κορίνθου ἤθελον στείλει εἰς τοὺς ἐν Ναυπλίῳ.
Μετὰ τοῦτο ἀνέβη πάλιν εἰς τὴν ὑπηρεσίαν του
πλησίον τῆς Γερουσίας, ἡ ὁποία τὸν ἔστειλε τότε εἰς τὸ
Λεωνίδιον διὰ νὰ εἰσπράξῃ τὸν κοινῶς λεγόμενον
ἔρανον πρὸς πληρωμὴν τοῦ ἐκεῖ Ἑλληνικοῦ στόλου,
ὅστις ἔμελλε νὰ προσβάλῃ τὸν ἐρχόμενον ἀπὸ τὴν
Κωνσταντινούπολιν Τουρκικὸν καὶ φοβερίζοντα τὴν
καταστροφὴν τῶν ναυτικῶν νήσων, ὅπως ἐμβάσῃ τροφὰς
εἰς τὸ Ναύπλιον. Οἱ δὲ πρόκριτοι τῶν Σπετσῶν
ἐπροσκάλεσαν τὸν Πάνον διὰ νὰ ὑπάγῃ νὰ τοὺς
ὑπερασπισθῇ, καὶ λαβὼν περὶ τοὺς 350 στρατιώτας τῇ συνδρομῇ
τῶν κατοίκων Λεωνιδίου ἐπέρασεν εἰς τὴν νῆσον.
Ἀφοῦ δὲ ἐτελείωσε τὰς ἐργασίας της ἡ
Συνέλευσις τοῦ Ἄστρους, ἡ νέα Κυβέρνησις διώρισε τὸν
Πάνον φρούραρχον Ναυπλίου, κατόπιν δὲ ὅταν ἦλθεν ἡ
ἐσωτερικὴ ἀνωμαλία τὸν ἔβγαλαν ἀπὸ τὸ Ναύπλιον διὰ
τῆς συγκαταθέσεως τοῦ πατρός του, ὅστις παρέδωκε
τότε τὸ φρούριον εἰς τοὺς δύω Ἀνδρέαν Ζαΐμην καὶ
Λόντον. Ἔπειτα ἡ Κυβέρνησις τοῦ Κουντουργιώτη,
τὴν ὁποίαν ἀνεγνώρισεν ὁ Πάνος καὶ ὄχι ὁ πατέρας του,
τὸν διώρισε νὰ ὑπάγῃ εἰς τὴν πολιορκίαν τῶν Πατρῶν
μετὰ τοῦ ἀδελφοῦ του Γενναίου, ὡς καὶ τοὺς δύω
Ἀνδρέας.
Μετὰ δὲ ταῦτα ἀφοῦ τὰ Πελοποννησιακὰ
πράγματα ἀνεκατώθησαν κατὰ τοῦ πατρός του, ἀνεχώρησεν
ἀπὸ τὰς Πάτρας καὶ ὑπῆγεν πρὸς βοήθειαν αὐτοῦ καὶ
τῆς οἰκογενείας του, ἡ ὁποία ἦτον ἐντὸς τῆς
Τριπολιτσᾶς. Τότε ἡ ἀντιπολίτευσις ἐκινήθη κατὰ τῆς
Κυβερνήσεως καὶ τὰ στρατεύματά της ἦλθον νὰ
πολιορκήσουν τὴν Τριπολιτσᾶν, καὶ ἐπολέμησαν ἔξωθεν
αὐτῆς τὰ κυβερνητικὰ στρατεύματα. Ὁ δὲ Πάνος τότε
μαθὼν παρὰ τοῦ Ι. Πετροπούλου, ὅτι ὁ Στάϊκος
Σταϊκόπουλος πολεμεῖ μὲ τὰ στρατεύματα τῆς
Κυβερνήσεως κατὰ τὸ χωρίον Ἅγιον Σώστην, καὶ ὅτι
ᾐχμαλωτίσθη, ὑπῆγεν εἰς βοήθειάν του, ἀλλὰ δὲν
ἐπρόφθασε νὰ τὸν ἐλευθερώσῃ, καὶ ἐγύρισεν ὀπίσω νὰ ὑπάγῃ
εἰς τὴν Σιλήμναν ἔφιππος, ὅπου ἦτο ὁ πατήρ του, μετὰ
τριῶν ἄλλων ἐπίσης καβαλαραίων οἰκείων του, τοῦ Θ.
Ρηγοπούλου, Ἰ. Βανικιώτου καὶ Ἀνάστου Σαμαράνη·
ἐνῷ δὲ ἐπορεύετο ἀργὰ εἰς Σιλήμαν, αἰφνιδίως τότε ἀπὸ
τὸ ὄπισθεν μέρος τοῦ ἦλθε βόλι τουφεκίου, τὸν εὗρε εἰς
τὸν κρόταφον, πρὸς τὰ ἀριστερὰ τοῦ ἰνίου, καὶ οὕτως
ἔπεσεν ἄφωνος ὁ Πάνος, καὶ ἐχάθη πολύτιμος καὶ
πεπαιδευμένος στρατιωτικὸς, διότι ἐσπούδασεν εἰς τὴν
ἀκαδημίαν τῆς Κερκύρας, ἐγνώριζεν ἐντελῶς τὴν
παλαιὰν γλῶσσάν μας τὴν Ἑλληνικὴν, ἦτο μαθηματικὸς
ἄριστος, ἐγνώριζε προσέτι καλῶς τὴν Ἰταλικὴν
γλῶσσαν καὶ ὀλίγον τὴν Γαλλικὴν, καὶ ἐν ὀλίγοις ἦτον
ὁ δεύτερος τοῦ πολυμαθεστάτου Γ. Σέκερη, διότι τότε
ἡ Πελοπόννησος δὲν εἶχεν ἄλλους τοιούτους. Τὸ δὲ
κρανίον του σώζεται εἰς τὰς χεῖρας τοῦ ἰατροῦ Ἰ. Πύρλα.



ΙΩΑΝΝΗΣ Θ. ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗΣ Ο ΜΕΤΟΝΟΜΑΣΘΕΙΣ ΓΕΝΝΑΙΟΣ
Οὗτος ἐπανελθὼν ἀπὸ τὴν Ζάκυνθον εἰς τὴν
Πελοπόννησον μετὰ τοῦ ἀδελφοῦ του Πάνου κατὰ τὸν
Ἀπρίλιον τοῦ 1821 ἐβγῆκεν κατὰ πρῶτον εἰς τὸν
Πύργον τῆς Ἠλείας. Ἦτο δὲ νέος πολὺ, ὄχι μεγαλείτερος
τῶν 17 ἐτῶν. Ἔτυχε τότε νὰ γίνεται πόλεμος μὲ τοὺς
Λαλαίους Τούρκους πρὸς τοὺς κατοίκους τοῦ Πύργου,
ἀρχηγοῦντος τοῦ Χαραλάμπους Βιλαέτου, καὶ ὁ
Γενναῖος ἔλαβε μέρος εἰς τὸν πόλεμον αὐτόν, καὶ
ἐπολέμησεν ὡσὰν παιδὶ ὅπου ἦτον. Ἐκεῖθεν ἀνεχώρησε καὶ
μετὰ τοῦ ἀδελφοῦ του Πάνου ἀνέβη εἰς τὸ Βαλτέτσι,
καὶ ἦλθεν εἰς τὴν πολιορκίαν τῆς Τριπολιτσᾶς. Κατ᾿
ἀρχὰς ἐπήγαινε πότε εἰς τὸ Χρυσοβίτσι καὶ τὴν
Πιάναν, καὶ πότε παρηκολούθει τὸν ἐξάδελφόν του
Νικήταν Σταματελόπουλον, καὶ ὅπου ἀλλοῦ ἤθελεν
ἐπήγαινεν. Ἦτον ἀκούραστος, καὶ ἔτρεχεν ἐπάνω κάτω,
ἐσυντρόφευεν ἐκείνους, οἱ ὁποῖοι ἔφεραν τὸ μολύβι ἀπὸ
τὸ Ἄργος, καὶ ἀναλόγως τῆς ἡλικίας του ἔδειχνε
ζῆλον καὶ προθυμίαν μεγάλην. Ἀνακατεύετο δὲ καὶ εἰς
τοὺς ἀκροβολισμοὺς τοὺς γενομένους κατὰ τὴν
πολιορκίαν τῆς Τριπολιτσᾶς. Μετὰ δὲ ταῦτα ὑπῆγεν εἰς τὸν
Κορινθιακὸν κόλπον μετὰ τοῦ πρίγκηπος Ὑψηλάντου.
Ἐκεῖθεν δὲ ὕστερον μαθὼν τὴν ἅλωσιν τῆς
Τριπολιτσᾶς ἔτρεξε μαζὺ μὲ τοὺς συγγενεῖς του τὸν
αὐτάδελφόν του Πάνον, καὶ τὸν Ἀποστόλην Κολοκοτρώνην
καὶ ἔφθασαν εἰς Τριπολιτσᾶν. Ἔπειτα δὲ
παρηκολούθησε τὸν πατέρα του εἰς τὸ Ἄργος. Μετὰ δὲ ταῦτα
εὑρέθη μὲ σῶμα μικρὸν στρατιωτῶν εἰς τὴν πρώτην
πτῶσιν τοῦ φρουρίου τῆς Κορίνθου.
Ὕστερον δὲ ἀφοῦ ὁ πατέρας του διετάχθη νὰ
ὑπάγῃ εἰς τὴν πολιορκίαν τῶν Πατρῶν, διέταξε τὸν
Γενναῖον ὡς σωματάρχην νὰ τὸν ἀκολουθήσῃ. Ἐκεῖ εἰς
τὴν Ἀχαΐαν ἐπολέμησε διότι εὗρε Τούρκους ἔξωθεν τῶν
Πατρῶν, οἱ ὁποῖοι εἶχον ἐξέλθει καὶ ἐλαφυραγώγουν
τὸν τόπον. Τούτους τοὺς Τούρκους ἐκτύπησεν ὁμοῦ μὲ
τὸν Πλαπούταν, Ἀποστόλην Κολοκοτρώνην,
Ἀναγνώστην Παπασταθόπουλον, Ἰωάννην Πέταν Ζακύνθιον
καὶ λοιποὺς, καὶ εἰς τὴν μάχην ταύτην ἐδείχθη
παληκάρι.
Μετὰ δὲ ταῦτα ὁ μὲν πατέρας του
ἐστρατοπέδευσεν εἰς τὸ Σαραβάλι χωρίον μικρὸν τῶν Πατρῶν,
αὐτὸς δὲ, ὡς σωματάρχης ἔπιασεν ἄλλην θέσιν, καὶ
ἔκτοτε ἄρχισαν νὰ τὸν λέγουν καπετάνιον. Κατὰ δὲ
τὴν μάχην τῆς 2 Μαρτίου τὴν γενομένην μὲ τοὺς
Τούρκους τῶν Πατρῶν ὁ Γενναῖος ἀνδραγάθησεν. Ὅταν
δὲ ἔγεινεν ἡ ἄλλη μάχη τῆς 9 Μαρτίου ἡ περίφημος,
ἐκλείσθη εἰς τὸν ληνὸν τοῦ Σαΐταγα μὲ τὸν Γεώργιον
Σέκερην, ὅπου εὑρέθησαν ὁ Νικόλαος Μπούκουρας, ὁ
Προκόπιος Παπαδημητρακόπουλος ἀπὸ τὸ Ζυγοβίστι
καὶ λοιποὶ καπεταναῖοι Καρυτινοὶ καὶ Τριπολιτσιῶται,
καὶ κατὰ τὴν μάχην πάλιν αὐτὴν ἐδείχθη ἔτι
περισσότερον παληκάρι.
Μετὰ δὲ ταῦτα ὁ πατέρας του τὸν ἔστειλεν εἰς τὴν
Ρούμελην πέραν τοῦ Μεσολογγίου. Ἐκεῖθεν δὲ πάλιν
ἐπιστρέψας εἰς τὴν Πελοπόννησον μετὰ τὴν μεγάλην
μάχην τοῦ πατρός του εἰς τὰ Δερβενάκια, ἔλαβε καὶ ὁ
Γενναῖος μέρος εἰς τὰς ἄλλας μάχας, τὰς ὕστερον
γενομένας μὲ τὸν στρατὸν τοῦ Δράμαλη, καὶ μάλιστα
εἰς ἐκείνην τῶν Βασιλικῶν τῆς Κορίνθου, κατὰ τὴν
ὁποίαν ἔδειξε περισσότερον ζῆλον καὶ στρατιωτικὴν
φρόνησιν. Τότε δὲ μάλιστα εἶχε καὶ τὸν περίφημον
Γάτσον Μακεδόνα, ἔχοντα ὑπὲρ τοὺς 100 στρατιώτας
ἐπίσης Μακεδόνας. Ὁ Γενναῖος κατόπιν ἠκολούθησε
τὸν ἀδελφόν του Πάνον διὰ νὰ συστήσουν τὸ
στρατόπεδόν των εἰς τὰ Δερβενάκια διὰ νὰ κόψουν τὴν
συγκοινωνίαν τῶν δύω φρουρίων Κορίνθου καὶ Ναυπλίου,
ἡ δὲ θέσις τοῦ στρατοπέδου μαρτυρεῖται καὶ προσέτι
φαίνεται εἰς τὸ τοπογράφημα τῶν ἐκδοθέντων κατὰ τὸ
1858 ἀπομνημονευμάτων μου. Εἰς δὲ τὴν θέσιν
ταύτην ἐπολέμησαν ἄριστα ἕως οὗ ἔπεσε τὸ Ναύπλιον.
Μετὰ δὲ ταῦτα ἡ Κυβέρνησις διέταξε τὸν
Γενναῖον νὰ πολιορκήσῃ τὸ φρούριον τῆς Κορίνθου, καὶ
τοιουτοτρόπως εὑρέθη πάλιν καὶ εἰς τὴν δευτέραν
παράδοσίν του τὴν γενομένην πρὸς τὸν πατέρα του ἀπὸ
τὸν φρούραρχον Ἀβδουλάχμπεην.
Γενομένου δὲ ὕστερον τοῦ ἐμφυλίου πολέμου, ὁ
Γενναῖος εὑρισκόμενος εἰς τὴν πολιορκίαν τῶν Πατρῶν,
καὶ μαθὼν ὅτι ἀνακατώθησαν τὰ πολιτικὰ πράγματα,
καὶ οἱ περὶ τὸν Κουντουργιώτην ἐκινήθησαν κατὰ τοῦ
πατρός του, ἔφυγεν ἀπὸ τὴν πολιορκίαν, καὶ ὑπῆγε
πρὸς ὑπεράσπισίν του. Κατὰ τὸν χρόνον ἐκεῖνον
ἐσκοτώθη ὁ ἀδελφός του Πάνος ἔξωθεν τῆς Τριπολιτσᾶς
καὶ ὁ Γενναῖος ἔμεινε μόνος του. Ἐπειδὴ δὲ τὰ
στρατεύματα τῆς φατριαστικῆς Κυβερνήσεως τοῦ
Κουντουργιώτη ὑπερίσχυσαν καὶ εἰσέβαλον εἰς ὅλην τὴν
Πελοπόννησον καὶ τὴν ἔγδυσαν, ὁ μὲν πατέρας του
ἐφυλακίσθη εἰς τὴν Ὕδραν, αὐτὸς δὲ ἦτον εἰς τὴν
καταδρομὴν τῆς Κυβερνήσεως, ἀλλὰ δὲν παρεδόθη εἰς
αὐτήν. Ὕστερον δὲ ἀφοῦ ὁ πατέρας του ἀπεφυλακίσθη
διέταξεν αὐτὸν νὰ ἐκστρατεύσῃ κατὰ τοῦ Ἰμβραὴμ
πασᾶ. Ἐπὶ δὲ τοῦ Ἰμβραὴμ ὁ Γενναῖος ἔγεινε πλέον
στρατηγὸς, ἔχων ὑπὸ τὰς διαταγάς του πολλὰς
χιλιάδας Ἑλλήνων. Ἔκτοτε δὲ εὑρέθη εἰς πολλὰς μάχας,
ἐπολέμησε κατὰ τὴν θέσιν Τραμπάλαν τῆς Πολιανῆς,
ὡς καὶ εἰς τὸν Ἀχλαδόκαμπον πάλιν ἐπολέμησεν,
ἐπιστρέφοντος τοῦ Ἰμβραὴμ ἀπὸ τὴν Ἀργολίδα εἰς τὴν
Τριπολιτσᾶν. Τότε ἐβάστα τὸ Παρθένιον ὄρος, ἐφύλαξε
τὴν θέσιν του, καὶ ἔσωσε τὸν στρατὸν ἀπὸ τὴν
ἀπροσδόκητον προσβολὴν τῶν Ἀράβων. Μετὰ τοῦτο
ἐπολέμησε κατὰ τὴν δυστυχῆ μάχην τῶν Τρικόρφων, ὅπου
καὶ ἡττήθη. Εὑρέθη ἐπίσης καὶ εἰς τὴν ἀτυχῆ μάχην
τῆς ἐφόδου τῆς Τριπολιτσᾶς. Κατόπιν ὁ Γενναῖος
ἐπενόησε τὴν ἀνέγερσιν τοῦ παλαιοῦ φρουρίου τῆς
Καρύταινας, καὶ ὡς ἐκ τούτου ἔσωσε τὰς ἐπαρχίας
Καρύταινας, Λεονταρίου καὶ Φαναρίου, καὶ σχεδὸν ὅλον τὸ
κέντρον τῆς Πελοποννήσου ἐφυλάχθη ἀπὸ αὐτὸ τὸ
φρούριον.
Ἐπὶ δὲ τῆς ἐκστρατείας τοῦ Καραϊσκάκη ἐξεστράτευσε
καὶ ὁ Γενναῖος μὲ Πελοποννησίους πρὸς
βοήθειαν τοῦ κινδυνεύοντος φρουρίου τῶν Ἀθηνῶν.
Μετὰ δὲ τὸν θάνατον τοῦ Καραϊσκάκη, τὴν
διάλυσιν τῶν ἐκεῖ στρατευμάτων καὶ τὴν πτῶσιν τοῦ
φρουρίου εἰς χεῖρας τοῦ πολιορκητοῦ, ὁ Γενναῖος
ἐπανελθὼν εἰς τὴν Πελοπόννησον ἐξηκολούθησε πολεμῶν
πρὸς τὸν Ἰμβραὴμ, καὶ βοηθῶν τὸν πατέρα του εἰς τὴν
μὴ διάδοσιν τοῦ προσκυνήματος ὑπὸ τοῦ προδότου
Νενέκου. Μέχρι δὲ τῆς ἀναχωρήσεως τοῦ Ἰμβραὴμ κατὰ
τὰς περιστάσεις ἔκαμε πολλοὺς ἀκροβολισμοὺς καὶ εἰς
πολλὰς θέσεις. Ὁ Γενναῖος ἦτον ὁ μόνος στρατηγὸς
ὅπου ἔμπαινεν εἰς τὸ ῥουθοῦνι τῶν Ἀράβων,
ἐζάλισε κατὰ τοῦτο τὸν Ἰμβραὴμ, καὶ τὸ μαρτυρεῖ ὅλη
ἡ Πελοπόννησος. Ἐτίμησε τὸν πατέρα του καὶ ἐφάνη
γνήσιος υἱός του.
ΑΠΟΣΤΟΛΗΣ ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗΣ
Εὑρεθεὶς εἰς τὴν Βλαχίαν μετὰ τοῦ πατρός του
ἔλαβε μέρος εἰς τὴν ἐκεῖ γενομένην ὑπὸ τοῦ πρίγκηπος
Ἀλεξ. Ὑψηλάντου ἐπανάστασιν. Αἱ δὲ ἐκεῖ
ἐκδουλεύσεις του εἰς ἐμὲ εἶναι ἄγνωστοι. Τοῦτο δὲ μόνον
γνωρίζω, ὅτι αὐτὸς, ὁ πατέρας του καὶ οἱ περὶ αὐτοὺς
εὑρέθησαν ὑπὸ τὰς διαταγὰς τοῦ ἡγεμόνος Μιχαὴλ
Σούτσου, ἐβοήθησαν τὸν ἡγεμόνα τοῦτον διὰ νὰ ἐνεργήσῃ
τὰ τῆς ἐπαναστάσεως καὶ νὰ παραιτήσῃ τὴν
ἡγεμονίαν, θυσιάσαντα καὶ τὴν περιουσίαν του χάριν τῆς
φιλοπατρίας καὶ τῆς ἐπαναστάσεώς μας.
Διαλυθείσης τῆς ἐπαναστάσεως τῆς Βλαχίας,
ἐπανῆλθεν εἰς τὴν Πελοπόννησον κατὰ τὰς ἀρχὰς τοῦ
Αὐγούστου 1821, καὶ εὑρέθη εἰς τὴν περίφημον μάχην
τῆς Γράνας ὅπου ἐκινδύνευσε μαχόμενος. Μετὰ δὲ ταῦτα
ἠκολούθησε τὸν πρίγκηπα Ὑψηλάντην, ὅστις ὑπῆγεν
εἰς τὰ παράλια τοῦ Κορινθιακοῦ κόλπου διὰ νὰ ἐμποδίσῃ
τὴν εἰσβολὴν Τούρκων εἰς τὴν Πελοπόννησον ἐκ τοῦ
στόλου, ὁ ὁποῖος τότε ἦτον ἐκεῖ. Ὕστερον δὲ, μαθὼν
τὴν ἅλωσιν τῆς Τριπολιτσᾶς, ἐπέστρεψεν ὀπίσω, καὶ
κατόπιν κατέβη εἰς Ἄργος μετὰ τοῦ θείου του
Κολοκοτρώνη, μετὰ δὲ τὴν ἀποτυχίαν τῆς ἐφόδου τοῦ
Ναυπλίου ἀνεχώρησεν εἰς τὴν Κόρινθον· κατόπιν δὲ τῆς
πτώσεως τοῦ φρουρίου τῆς Κορίνθου διετάχθη καὶ
ὑπῆγεν εἰς τὴν πολιορκίαν τῶν Πατρῶν, ὅπου μετ᾿
ἄλλων ἐκτύπησε τοὺς ἐξελθόντας Τούρκους ἐκ τῶν
Πατρῶν διὰ λάφυρα. Ἔμεινε δὲ μέχρι τέλους τῆς
πολιορκίας μὲ τοὺς ὑπ᾿ αὐτὸν στρατιώτας.
Μάλιστα δὲ κατὰ τὴν περίφημον μάχην τῆς 9 Μαρτίου, ὁ
Ἀποστόλης εὑρέθη εἰς τὴν πλέον δεινὴν θέσιν, καὶ ὅμως
ἐπολέμησε μὲ πολλὴν γενναιότητα. Διαλυθείσης δὲ τῆς
πολιορκίας ὑπῆγεν κατὰ τοῦ Δράμαλη, καὶ ἐπολέμησεν
εἰς διαφόρους μάχας καὶ ἀκροβολισμοὺς ἕως ὅτου τὸ
Ναύπλιον ἔπεσεν. Ἐπολέμησε δὲ καὶ κατὰ τοῦ
Ἰμβραὴμ μέχρι τῆς φυγῆς του ἀπὸ τὴν Πελοπόννησον.

ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗΣ Η ΝΤΑΣΚΟΥΛΗΣ
Ὁ καπετάνιος οὗτος, ἐλθὼν ἀπὸ τὸ Τριέστι μετὰ
τὴν ἐπανάστασιν, ἐπῆρε μέρος εἰς τοὺς πολέμους, εὑρισκόμενος
μετὰ τοῦ θείου του Θ. Κολοκοτρώνη, τοῦ
ἐξαδέλφου του Γενναίου καὶ τοῦ ἄλλου θείου του Δ.
Πλαπούτα. Καθ᾿ ὅλους δὲ τοὺς πολέμους, εἰς τοὺς
ὁποίους εὑρέθη διεκρίθη, διὰ τὴν γενναιότητα καὶ τὴν
τόλμην του, διότι πάντοτε ἐμάχετο ὁρμητικῶς καὶ ἦτο
γνωστὸς κατὰ τοῦτο.

ΑΝΤΩΝΙΟΣ ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗΣ
Οὗτος εἶναι ὁ κλέφτης, ὅστις ἐσώθη ἀπὸ τὸν
καιρὸν τὸν ὁποῖον κατετρέχοντο οἱ κλέφται ἀπὸ τὴν
ἐξουσίαν τὴν Τουρκικὴν, διότι ἀφοῦ ὅλοι ἐκυνηγήθησαν
καὶ ἐσκοτώθησαν, καὶ ἄλλος δὲν ἔμεινεν ἐντὸς τῆς
Πελοποννήσου, οἱ Τοῦρκοι ἐβαργιέστησαν πλέον καὶ τὸν
ἐλησμόνησαν, καὶ ἔκτοτε δὲν ἐφάνη πλέον εἰς τὸ φῶς.
Κατὰ δὲ τὴν 25 Μαρτίου 1821 ἡμέραν τῆς
ἐπαναστάσεως, ἔκαμε τὸν σταυρόν του, ἐπῆρε τὸ τουφέκι του,
καὶ εἶπε· «δόξα σοι ὁ Θεός! Τώρα ἔχω συντρόφους ὅλον
μου τὸ Ἔθνος, καὶ νὰ μὲ βοηθήσῃ ὁ Θεὸς νὰ πάρω τὸ
αἷμα τῶν συντρόφων μου, καὶ τῶν συγγενῶν μου· νὰ
ἴδῃ ὁ ἥλιος ὅλον μου τὸ κορμὶ, ὅπου τὸ ἔκρυβα ἀπὸ
τρύπαν εἰς τρύπαν». Αὐτὰ εἶπεν. Εἰς δὲ τοὺς
πολέμους καὶ εἰς τὴν πολιορκίαν τῆς Τριπολιτσᾶς, εἰς τὴν
ὁποίαν ἔμεινε μέχρι τέλους, ἔκαμε πολλαῖς
παληκαριαῖς, καὶ χωσιαῖς πολλαῖς· ἔδιδεν αἰτίαν καὶ τότε εἰς
τοὺς πολιορκουμένους Τούρκους νὰ ἐβγαίνουν ἔξω ἀπὸ
τὴν πόλιν διὰ νὰ πολεμῇ. Τὰ δὲ στρατιωτικά του
ἐπιχειρήματα καὶ κατορθώματα κατὰ τῶν Τούρκων
ἄφησαν μνήμην. Διαρκούσης τῆς πολιορκίας τῆς Τριπολιτσᾶς,
ἐστάλη μετ᾿ ἄλλων εἰς τὰ Μεγάλα Δερβένια,
καὶ πέραν εἰς τὴν Ρούμελην, διὰ νὰ ἐμποδίσουν τοὺς
Τούρκους νὰ μὴν ἔλθουν εἰς τὴν Πελοπόννησον. Κατὰ
δὲ τὴν εἰσβολὴν τοῦ Δράμαλη ἦτον εἰς τὸν Ἁγιώργι
τῆς Κορίνθου, καὶ ἐκεῖθεν διετάχθη ἀπὸ τὸν στρατηγὸν
Θ. Κολοκοτρώνην νὰ ὑπάγῃ, καὶ ὀχυρωθῇ καὶ αὐτὸς
εἰς τὸ ἐπίσημον ταμποῦρι τοῦ Ἀγριλοβουνοῦ. Κατὰ
δὲ τὴν μεγάλην μάχην τοῦ Δερβενακίου κατὰ τοῦ
Δράμαλη, μετὰ τὸν πρῶτον τουφεκισμὸν, ἐκόλλησε τὸν
ζυγὸν τοῦ βουνοῦ, τοῦ ὀνομαζομένου Πανάγου,
ἐμποδίζων ἐκεῖθεν τοὺς Τούρκους νὰ μὴν πέσουν κατὰ τὴν
ἀριστερὰν πλευρὰν τοῦ βουνοῦ τούτου, καὶ πιάσουν
τὸν δημόσιον δρόμον, ὁ ὁποῖος πηγαίνει εἰς τὴν
Κουρτέσαν καὶ τὴν Κόρινθον, ἀλλὰ τοὺς ἐπήγαινε
πάντοτε ἀνακέφαλα διὰ νὰ τοὺς ἐβγάλῃ εἰς τὸν Ἅγιον
Σώστην, ἔχων πολλοὺς συμπατριώτας του
στρατιώτας, τοὺς σωματοφύλακας τοῦ Κολοκοτρώνη, καὶ ὅλους
τοὺς Ἀρκουδορεματίτας. Ἐκεῖ ἔπεσαν πολεμοῦντες
τρεῖς συγγενεῖς τοῦ Κολοκοτρώνη ἀπὸ τοὺς
σωματοφύλακάς του, καὶ μετ᾿ αὐτῶν ὁ περίφημος Κώστας
Οἰκονομόπουλος ἀπὸ τὸ Ἀρκουδόρευμα· ὁ δὲ θάνατος αὐτοῦ
τοῦ παληκαριοῦ μᾶς ἐλύπησεν ὅλους καὶ ξεχωριστὰ
τὸν συγγενῆ του Θ. Κολοκοτρώνην. Εἰς δὲ τὸ ἴδιον
βουνὸν τοῦ Πανάγου κατὰ Διάσελον, ἀντικρὺ τοῦ
Ἑλληνικοῦ ἀρχαίου κτιρίου, τοῦ σωζομένου ἐντὸς ἑνὸς βράχου,
καὶ ἐντὸς τῆς περιφερείας αὐτῆς σκεπασμένης ἀπὸ
διάφορα χαμόκλαδα καὶ χωματοβουνάκια, καὶ ὅπου ἀρχίζει
νὰ σώνεται τὸ βουνὸν ὁ Πανάγος, ἐκεῖ ἔγεινεν ἡ μάχη
μεταξὺ τοῦ Ἀντώνη Κολοκοτρώνη καὶ τῶν Τούρκων,
καὶ εἰς ταύτην τὴν θέσιν ἔγεινε τῶν Τούρκων πολὺς
σκοτωμὸς πρὶν ἀκόμη ἔλθῃ ὁ Νικήτας
Σταματελόπουλος καὶ οἱ λοιποί. Ἐλθόντος δὲ κατόπιν τοῦ Νικήτα,
ἤλλαξαν θέσιν καὶ οἱ δύω, Τοῦρκοι, καὶ Ἕλληνες. Καὶ
ἐνταῦθα κατὰ τὸν ῥόβολον τοῦ στενοῦ δρομίσκου ὅπου
εἶναι ἡ ἐκκλησία τοῦ Ἁγίου Σώστη, ἐντὸς αὐτοῦ τοῦ
μέρους ἔγεινε πάλιν πολὺς σκοτωμὸς εἰς τοὺς
Τούρκους, διότι τοὺς ἐπολέμουν, ὁ μὲν Νικήτας ἀπὸ τὰ
δεξιὰ, καὶ ἄνωθεν τῆς ἐκκλησίας τοῦ βράχου, ὁ δὲ
Ἀντώνης Κολοκοτρώνης καὶ οἱ περὶ αὐτὸν ἀπὸ τὸ ἀντικρὺ
τοῦ βράχου βουνὸν τοῦ Πανάγου. Αὐτοῦ οἱ Τοῦρκοι
ἐτσακίσθησαν καὶ ἐγκρεμίσθησαν κάτω εἰς τὸν
βράχον καὶ ἀπὸ τὰ δύω μέρη πολεμούμενοι, καὶ αὐτοῦ
ἔγεινεν ἡ μεγαλειτέρα φθορὰ αὐτῶν. Εἰς αὐτὴν δὲ τὴν
ῥευματιὰν πλησίον, καὶ ἀπὸ κάτω ἀπὸ τὴν ἐκκλησίαν
ἐνυκτέρευσεν ἕνας ἐκ τῶν πασάδων. Τὸ βουνὸν δὲ ὁ
Πανάγος ἐξακολουθεῖ διὰ νὰ τελειώσῃ κάτω ἀπὸ τὴν
ἐκκλησίαν τοῦ Ἁγίου Σώστη, ἐκεῖ ὅπου ἔχει πολλοὺς
μικροὺς βράχους καὶ δάσος. Εἰς αὐτὸ δὲ τὸ μέρος
ἐμπέρδευσαν οἱ Τοῦρκοι καὶ ἐσκοτώθησαν μόνοι των τὴν
νύκτα.

ΜΑΡΚΟΣ ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗΣ
Οὗτος ἔμεινεν εἰς τὴν πατρίδα του τὸ Λυμποβίσι,
διότι δὲν ἐκυνηγήθη ἀπὸ τοὺς Τούρκους. Ἅμα δὲ
ἐπλησίασεν ἡ ἡμέρα τῆς ἐπαναστάσεως, ἐπῆρε τὰ ὅπλα του
μὲ ὅλον του τὸ γῆρας καὶ μὲ τὰ τέσσαρα παιδιά του,
καὶ ἐβγῆκε νὰ πολεμήσῃ. Αὐτὸς εἶναι ἐκεῖνος, ὅστις
ἔσωσε τὸν Νικολῆν Ταμπακόπουλον μὲ τὸν Σεϊδῆ
Λαλιώτην ἀπὸ τὴν συνοδίαν των εἰς τοῦ Φονιά. Εὑρέθη εἰς
ὅλας τὰς μάχας τὰς γενομένας πρὶν πέσῃ ἡ Τριπολιτσᾶ.
Ἐλθόντος δὲ τοῦ Δράμαλη, ἔλαβε μέρος εἰς τὰς κατ᾿
αὐτοῦ μάχας μὲ ὅλους τοὺς στρατιώτας τοῦ χωρίου
του καὶ ἄλλους. Αὐτὸν ὁ Θ. Κολοκοτρώνης, πρὶν
ὑπάγῃ εἰς τὸν Ἁγιώργι, ἔστειλεν ἐπὶ κεφαλῆς τῶν ἐκεῖ
ὑπαρχόντων στρατιωτῶν. Εἶδε τὴν μεγάλην μάχην τοῦ
Δερβενακίου, καὶ ἐπολέμησεν εἰς αὐτὴν ὡσὰν δεκαοκτὼ
χρόνων παληκάρι, καὶ ἔμεινε μαχόμενος μέχρι τῆς
καταστροφῆς τοῦ Δράμαλη.

ΚΩΣΤΑΝΤΗΣ Μ. ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗΣ
Υἱὸς τοῦ ἀνωτέρω Μ. Κολοκοτρώνη. Ὁ
καπετάνιος οὗτος παρηκολούθει τὸν θεῖόν του Θ.
Κολοκοτρώνην παντοῦ καὶ πάντοτε. Ὑπῆρξεν εἷς τῶν
σωματοφυλάκων του, καὶ ἐκ τῶν σταλέντων καβαλαραίων ἐν
καιρῷ τῆς μάχης τοῦ Δερβενακίου, ὁμοῦ μὲ τοὺς
ὑπασπιστάς του νὰ ὑπάγῃ γυρεύοντα τοὺς πασάδες καὶ τὰς
καμήλους, οἱ ὁποῖοι δὲν εἶχον φανῆ νὰ περάσουν μὲ
τοὺς ἄλλους Τούρκους κατὰ τὸν Ἅγιον Σώστην. Ἐνῷ
δὲ ἐπήγαινε μὲ τοὺς ἄλλους κατὰ τὸν δρόμον τοῦ
Ἄργους διὰ νὰ ἔβγῃ εἰς τὸ χωρίον Χαρβάτι, εἶδε τοὺς
Πασάδες ἐρχομένους, τοὺς ἐτουφέκισαν ὅλοι ὁμοῦ, καὶ
τοὺς ἔτρεψαν εἰς φυγὴν, ἀφήσαντας τοὺς ἀρρώστους,
τὰς σφαίρας τῶν κανονιῶν, καὶ πολλὰ φορτώματα
τροφῶν καὶ ἄλλων πραγμάτων, καὶ φθάσαντας ἔξωθεν τοῦ
Ναυπλίου εἰς τὴν θέσιν Γλυκειάν.

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΠΑΠΑΘΑΝΑΣΟΠΟΥΛΟΣ
Οὗτος κατήγετο ἀπὸ τὴν Στεμνίτσαν.
Ἐπανῆλθε δὲ ἀπὸ τὴν Ὀδησσὸν καὶ τὴν Χίον ὅπου ἔκαμε τὰς
σπουδάς του. Ὅταν ἦτον εἰς Ὀδησσὸν ἔμενεν πλησίον
τοῦ Ἠλία Μάνεση Τσάκωνα, ἐπισήμου ἀνδρὸς εἰς τοὺς
ἐκεῖ Ἕλληνας, καὶ ἐνεργοῦντος τὰ τῆς Ἑταιρίας μετὰ
τοῦ Ἰωάννου Ἀμβροσίου ἐκ τοῦ χωρίου Δροβολοβοῦ
τῶν Καλαβρύτων. Οὗτοι δὲ οἱ δύω εἶχον καὶ ἀλληλογραφίαν
μὲ τὸν Ἰωάννην Καποδίστριαν καὶ ὕστερον μὲ
τὸν πρίγκηπα Ἀλέξανδρον Ὑψηλάντην.
Ὁ καπετάνιος οὗτος ὀλίγον ἔμεινεν εἰς τὴν
Πελοπόννησον, καὶ ἔπειτα ἐπέρασεν εἰς τὴν Ἀνατολικὴν
Ἑλλάδα πρὸς τοὺς ἐκεῖ καπεταναίους Γκούραν καὶ
Καραϊσκάκην, μετὰ τῶν ὁποίων ἔκαμε τὴν
στρατιωτικὴν δούλευσίν του. Ἐπειδὴ δὲ πολλὰ πράγματα
ἐγνώριζε πρὸ τῆς ἐπαναστάσεως γενόμενα, καταχωρίζομεν
κατωτέρω ἔκθεσίν του περὶ τοῦ θανάτου τοῦ Κυριακοῦ
Καμαρινοῦ Πελοποννησίου ἐκ Καλαμῶν, καὶ τὴν
αἰτίαν διὰ τὴν ὁποίαν οἱ ἀδελφοὶ τῆς Ἑταιρίας
ἐβιάσθησαν νὰ καταφύγουν εἰς τὴν τοιαύτην πρᾶξιν, τὴν ὁποίαν
μερικοὶ ἔλαβον ὡς ἐπιχείρημα καὶ ἔγραψαν, ὅτι ὁ
Καποδίστριας δὲν ἤθελε τὴν ἐπανάστασιν, ἐνῷ ἀπόδειξις
τοῦ ἐναντίου εἶναι, ὅτι ὅταν οὗτος ἦλθεν εἰς τὴν
πατρίδα του Κέρκυραν κατὰ τὸ ἔτος 1819, ἐμάζωξεν ὅλους
τοὺς εὑρισκομένους τότε ἐκεῖ καπεταναίους Σουλιώτας,
καὶ ἄλλους καὶ τὸν Θ. Κολοκοτρώνην καὶ ἔγειναν ὅλοι
ἀδελφοποιτοὶ (βλάμηδες) κατὰ τὸ τότε ἔθιμον. Ἴσως ὁ
Καποδίστριας ἐνεθάρρυνε τοὺς εἰρημένους καπεταναίους
καὶ τοὺς ὑπεσχέθη, ὅτι θὰ μεσιτεύσῃ πλησίον τοῦ
Αὐτοκράτορος τῆς Ρωσσίας διὰ νὰ πληρωθῶσιν οἱ μισθοί
των, τοὺς ὁποίους ἐχρεώστει εἰς αὐτοὺς, ὅταν οἱ
Ρῶσσοι κατεῖχον τὴν Ἑπτάνησον, καὶ διὰ τοῦτο πολλοὶ
ἐκ τῶν καπεταναίων τούτων ὑπῆγον εἰς τὴν Ρωσσίαν
καὶ ἔκαμον τὸν ἀπόστολον. Διὰ ποῖον δὲ ἄλλον σκοπὸν
ἐγίνοντο ταῦτα, εἰμὴ διὰ τὴν ἐπανάστασιν; Ἐν
τούτοις ὅλα ταῦτα ἀφίνομεν νὰ τὰ καθαρίσουν οἱ
μνημονεύομενοι εἰς τὰς διηγήσεις μου, καὶ κατ᾿ ἐξοχὴν ὁ συνταγματάρχης
Γ. Λασάνης, ὅστις ἕνεκα τῆς θέσεως,
τὴν ὁποίαν εἶχε παρὰ τῷ πρίγκηπι Ἀλεξάνδρῳ
Ὑψηλάντῃ γνωρίζει πολλά. Πόσα ὅμως ἔγειναν διὰ τοῦτον
τὸν σκοτωμὸν τοῦ Καμαρινοῦ, τὸν εὔλογον καὶ δίκαιον
κατὰ τὸν ὀργανισμὸν τῆς Φιλικῆς Ἑταιρίας!
Ἰδοὺ ἡ ἔκθεσις τοῦ Κ. Παπαθανασοπούλου.
«Ὁ κ. Σ. Τρικούπης γράφει καὶ πιστεύει, ὅτι εἰς τὸν
φονευθέντα Καμαρινὸν εὑρέθησαν καὶ ἐπιστολαὶ τοῦ Ἰ.
Καποδίστρια πρὸς τὸν Π. Μαυρομιχάλην, αἱ ὁποῖαι ἔλεγον νὰ
μὴ γείνῃ ἡ ἐπανάστασις κλπ. Ἀλλ᾿ ἀπατᾶται κι᾿ ἐδῶ
ἀναμφιβόλως ἀπὸ ἄγνοιαν, διότι ἔδωκε πίστιν εἰς τοὺς μὴ
ἀξιοπίστους, καὶ ἐξιστόρησεν εἴς τινα χωρία τοῦ
συγγράμματός του γεγονότα ὅλως ἀνύπαρκτα, καὶ εἰς ἄλλα πάλιν
πολὺ παραμορφωμένην ἔχοντα τὴν ἀλήθειαν, ὥστε ὅσοι
ἐπιζῶσιν εἰσέτι ἐξ ἐκείνων, οἱ ὁποῖοι ἐχρημάτισαν αὐτόπται
καὶ μάλιστα ἐνεργοὶ τῶν τοιούτων ἀναγινώσκουσι τοὺς
μύθους του καὶ γελοῦν.
Ὁ Ἰ. Καποδίστριας, ὡς ἐκ τῆς θέσεώς του, ἔβλεπε
περισσότερον ἀπὸ κάθε ἄλλον Ἕλληνα τὴν τῆς τότε ἐποχῆς
γενικὴν πολιτικὴν τῆς Εὐρώπης, ἡ ὁποία ἀπέβλεπεν εἰς τὸ
νὰ ὑποστηρίξωσι καὶ νὰ κραταιώσωσι τὴν Τουρκίαν, καὶ ὡς
ἐκ τούτου ἐφοβεῖτο πολὺ περισσότερον ἀπὸ κάθε ἄλλον τὴν
ἐπιτυχίαν τῆς Ἑλληνικῆς ἐπαναστάσεως, καὶ διὰ τοῦτο
ἔλεγε καὶ ἔγραφεν εἰς τὰς ἐπιστολάς του ἐν Ἑλλάδι ὢν,
ὅτι «διὰ θαυμάτων ἐσώθη ἡ Ἑλλάς». Ἀφ᾿ ἑτέρου ἡ
καταφλεγομένη καρδία του ἀπὸ τὸν Ἑλληνικὸν ἐθνισμὸν καὶ
ἀπὸ τὸν ὑπὲρ ἐλευθερίας ἔρωτα τὸν ἔσπρωξαν εἰς τὸ
κίνημα τῆς ἐπαναστάσεως τοῦ Ἔθνους του, καὶ ἔλαβε τὸ
οὐσιωδέστερον μέρος εἰς τὰς πράξεις τῆς Φιλικῆς Ἑταιρίας.
Καὶ τίς ἐξ ἐκείνων, οἱ ὁποῖοι ἔβλεπον τὰς πρὸ τῆς ἐπαναστάσεως
πράξεις του καὶ τὰ κινήματά του, καὶ ἀνεγίνωσκε
τὰς πρὸς τοὺς ἐν Βουκουρεστίῳ, Ἰασίῳ καὶ ἀλλαχοῦ
ἐπισημοτέρους ὁμογενεῖς μας ἐπιστολάς του δύναται ν᾿ ἀμφιβάλλῃ
περὶ τούτου; Ὅτι ὅμως ὁ Καποδίστριας μήτε ἐξετίθετο,
μήτε εὐκόλως ἐφανεροῦτο εἰς ἀργυρολόγους τινὰς,
φανατικοὺς καὶ ἄλλους ἀκολάστους ἑταίρους, ἐμπορευομένους τὰ
τῆς Ἑταιρίας, ἀνιδέους δὲ πάσης πολιτικῆς, τοῦτο εἶναι
βέβαιον, καθόσον ἐγνώριζεν, ὅτι ἤθελε βλάψει τὴν
ἐπανάστασιν καιρίως ἂν ἄλλως ἔπραττεν.
Ἐκεῖνο δὲ, τὸ ὁποῖον ὁ Καποδίστριας πάρα πολὺ
ἐφοβεῖτο, ἦτο μήπως ἡ φιλότουρκος τότε πολιτικὴ τῆς
Εὐρώπης παραμορφώσῃ τὴν ἀλήθειαν, καὶ κάμῃ τὴν
Ἑλληνικὴν ἐπανάστασιν ὡς κίνημα Ρωσσικὸν, καὶ διὰ τοῦ
ἐπιχειρήματος τούτου κατασβέσωσιν αὐτὴν διὰ τῶν ὅπλων ἅμα
ἐκραγεῖσαν· ἀλλ᾿ εἰς τοιοῦτον τρόπον ἀπέδειξεν εἰς τὴν
τότε ἐν Γερμανίᾳ γενομένην σύνοδον τῶν βασιλέων καὶ
ἐβεβαίωσε τὸν κόσμον, ὅτι ἡ Ἑλληνικὴ ἐπανάστασις ἦτον
ἁπλῆ ἀγνὴ καὶ ὅλως διόλου Ἑλληνικὴ, ὥστε δὲν ἄφησε
τὴν ἐλαχίστην λαβὴν, εἴτε πρόφασιν, ἢ ἀμφιβολίαν εἴς
τινα περὶ τούτου, καὶ ἀφοῦ κατώρθωσε τοῦτο, ἐδόθη ἔπειτα
καταγινόμενος ἀνενδότως εἰς πλείστας ἄλλας ἐργασίας πρὸς
εὐόδοσιν τοῦ σκοποῦ τοῦ Ἑλληνικοῦ ἀγῶνος.
Ὁ δὲ ῥηθεὶς Καμαρινὸς, περὶ οὗ ὁ λόγος, ἐπορεύθη
εἰς Ρωσσίαν τῷ 1819, καὶ αὐτοπροσώπως εἴδομεν αὐτὸν
εἰς Ὀδησσὸν, κατοικοῦντα ἐν τῇ οἰκίᾳ τοῦ μεγαλεμπόρου
Ἠλία Μάνεση Πελοποννησίου· ὁ δὲ σκοπὸς ὅλος τοῦ
ταξειδίου του ἦτο νὰ δοθῶσιν εἰς αὐτὸν χρήματα νὰ πληρωθοῦν,
ὡς ἔλεγε, μισθοὶ εἰς τοὺς Μανιάτας νὰ πολεμήσωσι τοὺς
Τούρκους, καὶ ν᾿ ἀγορασθῶσι τὰ ἀναγκαῖα πρὸς τὸν
πόλεμον. Ἡ δὲ Φιλικὴ Ἑταιρία, ἡ ὁποία δὲν εἶχε τίποτε
παραλείψει εἰς τὸ νὰ ἐνθαρρύνῃ τοὺς πάντας πρὸς τὸν μελετώμενον
σκοπὸν, εἶχε σὺν τοῖς ἄλλοις κηρύξει καὶ τοῦτο, ὅτι
δηλαδὴ ἡ Ἀρχὴ, ἤγουν ἡ Βασιλεία τῆς Ἑταιρίας, ἦτον
μὲν εἰς ὀλίγα πρόσωπα γνωστὴ, ἀλλ᾿ αὕτη εἰς ὅλους τοὺς
ἄλλους ἐσύμφερε νὰ ᾖναι ἄγνωστος μέχρι τῆς ὥρας καθ᾿ ἣν
θέλει λάβει τὴν κυβέρνησιν τῶν πραγμάτων τῆς Ἑλλάδος.
Ἑπομένως ὁ ῥηθεὶς Καμαρινὸς ἐπίστευεν, ὅτι ἡ ἄγνωστος
αὕτη ἀρχὴ εἶναι εἰς τὴν Ρωσσίαν, καὶ ὅτι αὕτη ἤθελε
δώσει πρὸς αὐτὸν τὸν θησαυρὸν, τὸν ὁποῖον ἐζήτει. Ὁ δὲ
πολλὰ ἔμφρων καὶ πολλὰ ἐνθουσιασμένος ὑπὲρ τῆς
ἐλευθερίας τοῦ Ἔθνους Ἠλίας Μάνεσης ἀρκετὰ συναναστραφεὶς
καὶ γνωρίσας ἐν αὐτῇ τῇ οἰκίᾳ του τὸν Καμαρινὸν, ἠθέλησε
νὰ τὸν ἀποτρέψῃ διὰ νὰ μὴν πορευθῇ εἰς Πετρούπολιν, ἀλλὰ
νὰ δώσῃ πρὸς αὐτὸν ὀλίγα χρήματα καὶ νὰ ἐπιστρέψῃ, καὶ
τοῦτο ἔπραττεν, ἐπειδὴ ἔβλεπεν, ὅτι τοιοῦτος ὢν ὁ
Καμαρινὸς, ἤθελε βλάψει πολυειδῶς τὰ πράγματα τῆς Ἑταιρίας,
ἀλλὰ δὲν ἠδυνήθη νὰ τὸ κατορθώσῃ, καὶ τοῦτο τὸ γνωρίζει
καὶ ὁ συγκατοικήσας τότε μετὰ τοῦ Καμαρινοῦ ἐν τῇ οἰκίᾳ
τοῦ Ἠλία Μάνεση ταγματάρχης Κ. Παπαθανασίου.
Ὁ δὲ Καμαρινὸς ἀναχωρήσας ἐκ τῆς Ὀδησσοῦ, καὶ
φθάσας εἰς Πετρούπολιν ἐγένετο δεκτὸς πολλὰ φιλοφρόνως
ἀπὸ τὸν Καποδίστριαν, ὁ ὁποῖος καὶ χρήματα πολλάκις
ἔδωκε πρὸς αὐτὸν, καὶ καθ᾿ ἑκάστην σχεδὸν τὸν ἐδέχετο καὶ
συνωμίλει μετ᾿ αὐτοῦ, καὶ τοῦτο τὸ γνωρίζει καὶ ὁ
ταγματάρχης Γ. Μαλάμος, ὅστις εὑρίσκετο τότε ἐν Πετρουπόλει
παρὰ τῷ Καποδίστριᾳ. Δὲν τοῦ ἔδωκεν ὅμως οὗτος καὶ τὸν
θησαυρὸν, τὸν ὁποῖον ἐζήτησε καθόσον εἶδε καὶ αὐτὸς τὸν
ἄνθρωπον καὶ τὴν σπατάλην του καὶ τὴν λοιπὴν διαγωγήν
του. Εἶναι δὲ πολὺ πιθανὸν νὰ εἶχε καὶ γράμμά τι τοῦ Π.
Μαυρομιχάλη πρὸς τὸν Καποδίστριαν, ἀλλ᾿ οὗτος μήτε
γράμματα ἔδωκεν εἰς τὸν Καμαρινὸν μήτε σπουδαῖόν τι
ἐξεμυστηρεύθη πρὸς αὐτόν. Τοῦτο εἶναι βεβαιότατον, καὶ τὸ
γνωρίζουν ὅλοι οἱ ὁμογενεῖς μας, οἱ εὑρεθέντες τότε ἐν
Πετροπόλει, καὶ οἱ ὄντες παρὰ τῷ Καποδίστριᾳ, διότι ὁ
Καμαρινὸς καὶ ἐν αὐτῇ τῇ Πετρουπόλει διὰ νὰ βιάσῃ, ὡς
ἐνόμιζε, τὸν Καποδίτριαν νὰ δώσῃ εἰς αὐτὸν θησαυρὸν, τὸν
ἐφοβέριζεν, ὅτι θέλει ἐπιστρέψει νὰ ματαιώσῃ τὴν
ἐπανάστασιν, ἐπειδὴ ἐννόησεν, ὅτι ἦτο ψευδὴς, καὶ ὅτι δὲν εἶχεν
ἀρχηγὸν τὸν Αὐτοκράτορα τῆς Ρωσσίας, ὁ ὁποῖος ἤθελε
δώσει εἰς αὐτὸν τὸν ὁποῖον ἤλπιζε νὰ λάβῃ θησαυρόν. Οὕτω
μετὰ τὰς τοιαύτας ἀπειλὰς ὁ Καμαρινὸς ἀνεχώρησεν ἀπὸ
τὴν Πετρούπολιν, καὶ καθ᾿ ὁδὸν ἐφονεύθη ἀπὸ τοὺς ἑταίρους
τῆς ἑταιρίας».
Ὁ ἀναγνώστης βλέπει καὶ ἐδῶ πόσον εἶναι
παραμορφωμένη ἡ ἀλήθεια ἐν τῇ ἱστορίᾳ τοῦ κ. Σ. Τρικούπη.
Ο ΤΣΟΠΑΝΑΚΟΣ
Κατήγετο ἀπὸ τὴν Δημιτσάναν. Κατὰ δὲ τὴν
ἀρχὴν τῆς ἐπαναστάσεως μὴ δυνάμενος νὰ φέρῃ ὅπλα,
διότι ἦτον ἀδυνάτου σώματος καμπούρης καὶ
στραβοπόδης, οὗτος ὁ πυγμαῖος, ἂν καὶ τοῦ ἔλειπαν ὅλα,
εἶχεν ὅμως μεγάλον τὸν Ἑλληνικὸν αἴσθημα κατὰ τῶν
τυράννων, διότι ἔτρεχεν εἰς τὰ στρατόπεδα τῶν
Ἑλλήνων, καὶ εἰς τὰς πολιορκίας, ἐνθουσιάζων τοὺς
στρατιώτας, καὶ γράφων καὶ στίχους ἐπαινετικοὺς εἰς
τοὺς στρατηγοὺς καὶ τοὺς καπεταναίους· ἦτον ὁ νέος
ποιητὴς τῆς ἐπαναστάσεως. Ἀγαποῦσε πολὺ νὰ βλέπῃ
τὸν στρατηγὸν Νικήταν Σταματελόπουλον, καὶ ὅπου
καὶ ἂν ἐπήγαινε καὶ ἐστέκετο τοὺς στίχους τοὺς
ὁποίους ἔκαμνε τοὺς ἀνεγίνωσκε πρῶτον τοῦ Νικήτα,
καὶ ἔπειτα ἐπήγαινεν εἰς τοὺς ἄλλους καὶ τοὺς ἔψαλλεν.
Εὑρεθεὶς δὲ εἰς μίαν μάχην, εἰς τὴν ὁποίαν ὁ
στρατηγὸς Νικήτας ἐνίκησεν, καὶ οἱ στρατιῶταί του
ἐπῆραν πολλὰ λάφυρα καὶ ζῶα, ἔλαβεν ἕνα ἄλογον, τὸ
ὁποῖον τοῦ ἐχάρισεν ὁ Νικήτας διὰ νὰ περιπατῇ
καβάλα· ἀλλ᾿ ἐπειδὴ ἦτο πτωχὸς καὶ δὲν εἶχεν ἔξοδα νὰ
τὸ θρέψῃ, ἔκαμεν ἕνα γράμμα τοῦ Νικηταρᾶ, οὕτως
τότε ἔλεγον, καὶ τοῦ ἔγραφε·
«Τὸ δῶρό σου Νικηταρᾶ, ἄλογο χωρὶς νουρὰ,
ἢ μοῦ στέλλεις καὶ κριθάρι, ἢ σοῦ στέλνω τὸ τομάρι».
Ἡ Πελοποννησιακὴ Γερουσία τοῦ ἔδιδε τὰ ἔξοδά
του. Ἠθέλησε νὰ ὑπάγῃ εἰς Δημιτσάναν τὴν πατρίδα
του καβάλα μὲ τὸ νέον ἀποκτηθὲν ἄλογον, εἰς δὲ τὸν
δρόμον ὅπου ἐπήγαινεν εὑρῆκε δένδρα ὀνομαζόμενα
κορομηλιαῖς, αἱ ὁποῖαι εἶχον τοὺς καρποὺς, τὰ κορόμηλα,
τοὺς ὁποίους ἀφοῦ εἶδε, ἐστάθη καβάλα ἀπὸ κάτω ἀπὸ
ἕνα δένδρον, καὶ ἐπειδὴ ἔφθανεν εὔκολα τοὺς καρποὺς,
ἔφαγε πολλοὺς ἀπὸ αὐτοὺς, καὶ τοῦ ἔφερον τὸν θάνατον.
Τοιουτοτρόπως ἐχάθη ὁ πτωχός. Ἀφοῦ ἡ φύσις τὸν
ἐστέρησε τὸ σῶμα, τοῦ ἔδωκε μὲν πνεῦμα πολὺ, ἀλλὰ
κοιλίαν μικρὴν καὶ ἀδύνατον καὶ διὰ τοῦτο μὴ
δυνάμενος νὰ χωνεύσῃ τὰ κορόμηλα ἀπέθανεν.

ΕΠΑΡΧΙΑ ΚΑΡΥΤΑΙΝΗΣ


ΘΕΟΔΩΡΟΣ ΔΕΛΗΓΙΑΝΝΗΣ
Οὗτος ἦτον ὁ ἄρχων τῆς Πελοποννήσου.
Ἐφυλακίσθη εἰς τὴν Τρίπολιν, καὶ δὲν ἠθέλησε νὰ φύγῃ
ἐκεῖθεν πρὶν τῆς 25 Μαρτίου, διὰ νὰ μὴν βλαφθῇ ἡ
ἐπανάστασις, σκληρυνθοῦν καὶ οἱ Τοῦρκοι καὶ κόψουν τοὺς
ἐντὸς τῆς πόλεως Χριστιανοὺς, τοὺς ὁποίους
ἐφοβέριζον· ἀλλ᾿ ὁ Κατὴς δὲν τοὺς ἔδωκε τὸν λεγόμενον
Φεφτὰν, ἀρνηθεὶς τοῦτον ὡς δημόσιος ὑπάλληλος, καὶ
οὕτω οἱ Χριστιανοὶ ἐσώθησαν.


ΑΝΑΓΝΩΣΤΗΣ ΔΕΛΗΓΙΑΝΝΗΣ
Οὗτος, ὡς πληρεξούσιος τῆς Πελοποννήσου,
ἔλιπεν εἰς τὴν Κωνσταντινούπολιν. Ἀφοῦ δὲ ἡ
ἐπανάστασις ἐξεράγγη, ἐπανελθὼν, ἔλαβε μέρος εἰς τὰ πολιτικὰ
πράγματα, γενόμενος γερουσιαστὴς τῆς πρώτης
Γερουσίας τῶν Καλτεζῶν, πληρεξούσιος τῶν
Ἐθνοσυνελεύσεων καὶ ἐκτελεστής. Ἐφυλακίσθη καὶ οὗτος εἰς
Ὕδραν μετὰ τοῦ Κολοκοτρώνη καὶ τῶν ἄλλων.



ΚΑΝΕΛΟΣ ΔΕΛΗΓΙΑΝΝΗΣ
Ὁ στρατηγὸς οὗτος εἶναι εἷς τῶν ἀξιωτέρων
Ἑλλήνων καὶ ὁ μᾶλλον προκομμένος τῆς ἐποχῆς ἐκείνης.
Τὰ πάντα δὲ ἐθυσίασε καὶ ἡτοίμασε τὰ τῆς
ἐπαναστάσεως, ὀργανώσας τὴν ἐπαρχίαν τῆς Καρύταινας, καὶ
ὡς ἀρχηγὸς αὐτῆς ἐνθουσιάσας ὅλον τὸν κόσμον της. Ὁ
Ἀρχιμανδρίτης Φλέσας εὗρε τὸν ὅμοιόν του.
Ἅμα ὁ Κανέλος ἔμαθεν, ὅτι ὁ Κολοκοτρώνης
ἐπολέμει τοὺς Φαναρίτας Τούρκους, ἀμέσως ἐξεκίνησε
διὰ τὴν Καρύταιναν μὲ τοὺς βουνίσιους, ὅσους εἶχε
τότε συνάξει. Σκορπισθέντων δὲ ἐκεῖθεν τῶν
Ἑλλήνων, ὁ Κανέλος ὑπῆγεν εἰς τὰ Λαγκάδια, καὶ μετὰ
τὸν φόνον τῶν Τούρκων Λαγκαδινῶν, ἠσφάλισε τὴν
οἰκογένειάν του, ἀποστείλας αὐτὴν εἰς τὸ Μέγα
Σπήλαιον. Ἔπειτα ἔδωκε διαταγὴν νὰ συναθροίζωνται ὅλοι
εἰς τὸ Διάσελον τῆς Ἁλωνίσταινας. Τότε ὁ μὲν
Κολοκοτρώνης εὑρίσκετο εἰς τὴν Πιάναν, ὁ δὲ Κανέλος
ἥρχετο εἰς τὸ στρατόπεδον τοῦ Διασέλου τῆς
Ἁλωνίσταινας, καὶ ἐκεῖ συνηντήθη μὲ τὸν Κολοκοτρώνην, τὸν
ὁποῖον οἱ Τοῦρκοι εἶχον κυνηγήσει ἀπὸ τὴν Πιάναν,
καὶ ἔφθασαν ἕως εἰς τὴν Ἁλωνίσταιναν, ὅπου ἐπῆραν
καὶ τὰ μουλάρια τοῦ Κὺρ Κανέλου, εἰς τὰ ὁποῖα εἶχε
φορτωμένα τὰ πράγματά του. Ἐκεῖθεν ὕστερον καὶ οἱ
δύω ἐτράβηξαν διὰ τὸν κάμπον τῆς Καρύταινας καὶ τοῦ
Παπάρι, καὶ κατόπιν ὁ μὲν Κολοκοτρώνης ὑπῆγεν εἰς
τὸ Βαλτέτσι, ὁ δὲ στρατηγὸς Κανέλος εἰς τὰ
Λαγκάδια, διὰ νὰ συγκεντρώσῃ τοὺς στρατιώτας εἰς τὴν
Πιάναν, καὶ πάλιν εἰς τὸ Διάσελον τῆς Ἁλωνίσταινας·
ἀλλὰ τότε ἠσθένησε καὶ δὲν ἦλθεν εἰς τὸ στρατόπεδον.
Μετὰ δὲ τὸν πόλεμον τοῦ Λεβιδίου ἦλθεν εἰς τὴν
Πιάναν.
Οἱ Καρυτινοὶ χρεωστοῦν εὐγνωμοσύνην εἰς τοὺς
ἀδελφοὺς Δεληγιανναίους, καὶ μάλιστα εἰς τὸν Κανέλον,
ὅστις ἀπεφάσισε καὶ παρέδωκε τὰ ὅπλα τῆς Ἐπαρχίας
πρὸς τὸν Κολοκοτρώνην, αὐτὸς δὲ ἐσύστησε τὴν
ἐφορείαν τοῦ στρατοπέδου, ὡργάνισε τὸ φροντιστήριον
τῶν τροφῶν καὶ τῶν πολεμοφοδίων, καὶ ἐχρησίμευσεν
εἰς τὴν πολιορκίαν τῆς Τριπολιτσᾶς μέχρι τῆς ἁλώσεώς της.
Μετὰ δὲ ταῦτα ἐπῆρε τὰ ὅπλα, καὶ ὑπῆγεν
εἰς τὴν πολιορκίαν τῶν Πατρῶν, παρευρεθεὶς εἰς τὴν
περίφημον μάχην τῆς 9 Μαρτίου. Ἔπειτα δὲ ὑπῆγεν
εἰς Μεσολόγγιον πρὸς βοήθειαν τῶν ἀδελφῶν
Μεσολογγιτῶν, καὶ παρευρέθη καὶ εἰς πολλὰς ἄλλας μάχας
ἐντὸς τῆς Πελοποννήσου, ὡς καὶ κατὰ τοῦ Δράμαλη
καὶ τῶν Ἀράβων. Ἐφυλακίσθη δὲ καὶ οὗτος εἰς Ὕδραν
μετὰ τοῦ Κολοκοτρώνη καὶ λοιπῶν.

ΑΝΑΣΤΟΣ, ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΚΑΙ ΠΑΝΑΓΟΣ ΑΔΕΛΦΟΙ ΔΕΛΗΓΙΑΝΝΑΙΟΙ
Οὗτοι ὑπηρέτησαν πολιτικῶς εἰς διαφόρους
ὑπηρεσίας ἐντὸς τοῦ τόπου των, καὶ ὕστερον εἰς ἄλλας
Ἐπαρχίας.

ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΔΕΛΗΓΙΑΝΝΗΣ
Οὗτος ἦτο στρατιωτικὸς, ὑπηρετήσας καλῶς κατ᾿
ἀρχὰς εἰς τὴν μάχην τοῦ Λάλα. Μετὰ δὲ τὴν ἐκεῖθεν
ἀναχώρησιν τῶν Τούρκων εἰς Πάτρας, ἦλθεν εἰς τὴν
πολιορκίαν τῆς Τριπολιτσᾶς. Κατόπιν δὲ ἔλαβε μέρος
εἰς τὴν μάχην τῆς Γράνας· ἐκλείσθη εἰς τὸ χωρίον
Μαντσαγρᾶ, ὡς φαίνεται εἰς τὰς διηγήσεις μου.
Εὑρέθη δὲ καὶ εἰς ἄλλας μάχας, καὶ εἰς τὰ Δραμαλικὰ,
καὶ προσέτι καὶ κατὰ τῶν Ἀράβων ἐπολέμησεν.
Ἐφυλακίσθη καὶ οὗτος εἰς Ὕδραν.

ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΔΕΛΗΓΙΑΝΝΗΣ
Οὗτος κατ᾿ ἀρχὰς ἐπανελθὼν ἀπὸ τὴν
Κωνσταντινούπολιν εἰς τὰ Βέρβαινα, ἐστάθη ἐκεῖ προσωρινῶς,
καὶ ἑπομένως προσεκολλήθη εἰς τὸν ἀδελφόν του, καὶ
ὑπηρέτησε στρατιωτικῶς τὴν πατρίδα. Ἐφυλακίσθη
ὡσαύτως καὶ οὗτος εἰς Ὕδραν μετὰ τοῦ Κολοκοτρώνη,
καὶ τῶν λοιπῶν.
Ἡ οἰκογένεια αὕτη τῶν Δεληγιανναίων εἶναι μία
ἐκ τῶν πρώτων οἰκογενειῶν τῆς Πελοποννήσου. Πολὺ
δὲ συνετέλεσε καὶ πρὸ καὶ κατὰ τὴν ἐπανάστασιν,
ἀφθόνως δαπανῶσα ἐξ ἰδίων της εἰς τὰς ἀνάγκας τῆς
πατρίδος, καὶ ἕνεκα τούτου, ἐκτὸς τοῦ Ἀναγνώστη, ὅλοι οἱ
ἄλλοι ἀδελφοὶ ἔμειναν πτωχοί.
ΑΝΑΓΝΩΣΤΗΣ ΚΑΙ ΓΙΑΝΝΗΣ ΑΔΕΛΦΟΙ ΠΕΤΡΑΚΟΠΟΥΛΟΙ
Κατήγοντο ἀπὸ τὰ Λαγκάδια καὶ ἐχρημάτισαν
στρατιωτικοὶ ἀμφότεροι, καλῶς ἀγωνισθέντες, διότι
εὑρέθησαν παντοῦ μὲ τὸν Κολοκοτρώνην, μετὰ δὲ τοῦ
Κανέλου Δεληγιάννη ἐπέρασαν καὶ εἰς τὸ Μεσολόγγιον,
ἔπειτα δὲ μετὰ τοῦ Γενναίου Κολοκοτρώνη ὑπῆγον
καὶ εἰς τὴν ἐκστρατείαν τῶν Ἀθηνῶν.

ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΣΠΗΛΙΟΠΟΥΛΟΣ
Ὁ καπετάνιος οὗτος ἦτον ἐπίσης ἀπὸ τὰ
Λαγκάδια, καὶ ἔχει τὰς αὐτὰς ὡσαύτως ἐκδουλεύσεις μὲ τοὺς
ἀνωτέρω ἀδελφοὺς Πετρακοπούλους.



ΓΙΑΝΝΗΣ ΘΕΟΦΙΛΟΠΟΥΛΟΣ, Η ΤΣΑΚΑΛΟΣ
Καὶ οὗτος ἐγεννήθη εἰς τὰ Λαγκάδια. Ἐν ἀρχῇ
τῆς ἐπαναστάσεως εὑρέθη ναυτικὸς εἰς τὰ Ψαρὰ, καὶ
ἀνεδείχθη ἕνας ἐκ τῶν ἐπισήμων πυρπολητῶν, καύσας
Τουρκικὰ πλοῖα. Μετὰ δὲ ταῦτα ὑπηρέτησε καὶ εἰς
τὴν ξηρὰν μετὰ τοῦ Θ. Κολοκοτρώνη.

ΔΗΜΗΤΡΑΚΟΠΟΥΛΟΣ
Καὶ οὗτος ὁ Λαγκαδινὸς ὑπηρέτησεν ὡς
στρατιωτικὸς ὑπὸ τὰς διαταγὰς τοῦ Κανέλου καὶ Δημητρίου
ἀδελφῶν Δεληγιανναίων ἀπὸ τῆς ἀρχῆς τῆς
ἐπαναστάσεως μέχρι τοῦ ἔτους 1827. Εὑρέθη δὲ εἰς ὅλας τὰς
μάχας κατὰ τὴν πολιορκίαν τῆς Τριπολιτσᾶς, ἔπειτα εἰς
τὴν μάχην τῆς Γράνας. Ἐκλείθη δὲ εἰς τοῦ Μαντσαγρᾶ
μετὰ τοῦ Δ. Δεληγιάννη, τοῦ ὁποίου τότε ἦτο καὶ
σημαιοφόρος. Κατόπιν δὲ γενόμενος καπετάνιος ὑπῆγε
μετὰ τοῦ Κανέλου εἰς τὸ Μεσολόγγιον. Εὑρέθη δὲ καὶ
εἰς τὴν περίφημον μάχην τῶν Πατρῶν, ὡς καὶ εἰς τὴν
κατὰ τοῦ Δράμαλη ἐκστρατείαν.

ΠΑΠΑ ΣΤΑΘΟΥΛΑΣ
Κατήγετο ὡσαύτως ἀπὸ τὰ Λαγκάδια.
Περίφημος δὲ ἐγένετο διὰ τὰς στρατιωτικάς του ὑπηρεσίας,
διότι ὅπου καὶ ἂν εὑρίσκετο κατὰ τὰς διαφόρους
μάχας ἔκαμνε μεγάλα ἀνδραγαθήματα, καὶ διεκρίνετο ὡς
παληκάρι. Ἐπέρασε δὲ καὶ εἰς τὸ Μεσολόγγιον μετὰ
τοῦ στρατηγοῦ Κανέλου Δεληγιάννη, καὶ ἀφῆκε καὶ
ἐκεῖ σημεῖα παληκαριᾶς. Ἔπεσε δὲ μαχόμενος κατὰ
τὴν ἀτυχῆ μάχην τῶν Τρικόρφων ἐπὶ τοῦ Ἰμβραὴμ
Πασᾶ.

ΚΩΝΣΤΑΝΤΗΣ ΜΙΧΑΛΟΠΟΥΛΟΣ
Καὶ οὗτος ἦτον ἐπίσης ἀπὸ τὰ Λαγκάδια. Πρὸ
τῆς ἐπαναστάσεως ὑπηρέτει πλησίον τοῦ Πασᾶ τῆς
Πελοποννήσου ἐντὸς τοῦ σεραγίου καὶ οὕτως, ὡς
ὑπάλληλος, ἐμάνθανε τὰ κατὰ τῶν Χριστιανῶν
τεκταινόμενα καὶ τὰ ἐμπόδιζε. Μάλιστα ὅταν ἐμάνθανεν, ὅτι
ἐσκόπουν οἱ Τοῦρκοι νὰ φονεύσουν κανένα χριστιανὸν,
οὗτος κρυφίως ἔδιδε τὴν τοιαύτην εἴδησιν, καὶ ὁ
χριστιανὸς ἔφευγεν. Ἐστάθη δὲ καὶ πολὺ ὠφέλιμος εἰς
τοὺς ἐντοπίους Τριπολιτσιώτας.

ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΚΙΝΤΣΟΣ ΚΑΙ Ο ΥΙΟΣ ΤΟΥ ΜΙΧΑΛΗΣ
Καὶ οὗτοι ἦσαν Λαγκαδινοὶ, καὶ ὑπηρέτησαν τὸν
ἀγῶνα στρατιωτικῶς. Κατὰ δὲ τὴν πολιορκίαν τῆς
Τριπολιτσᾶς, ὁ Κολοκοτρώνης διώρισε τὸν Ἀθανάσιον
Κίτσον ὁδηγὸν εἰς τὸ στρατιωτικὸν σῶμα τῶν ἐκεῖ
Τριπολιτσιωτῶν τῆς ἐπαρχίας, οἵτινες ἐκράτουν τὸ
μέρος τῆς θέσεως, τῆς λεγομένης Πηγῆς. Κατὰ δὲ τὴν
μάχην τῆς Γράνας μὲ τὸ ἴδιον σῶμα τῶν
Τριπολιτσιωτῶν, εἶχε πιάσει τῇς φράκταις τῶν ἀμπελίων κατὰ
τὴν θέσιν Νουμέναγα, καὶ ἐκεῖ μαχόμενος ἐμπόδισε
τοὺς Τούρκους, καὶ τοὺς ἠνάγκασε νὰ ὑπάγουν νὰ
περάσουν εἰς τὴν γενομένην Γράναν.

ΑΝΑΓΝΩΣΤΗΣ ΖΑΦΕΙΡΟΠΟΥΛΟΣ
Οὗτος κατήγετο ἀπὸ τὸ Ζυγοβίστιον, καὶ κατ᾿
ἀρχὰς μὲν ὑπηρέτησε εἰς τὸ γραφεῖον τοῦ Θ.
Κολοκοτρώνη μέχρι τῆς ἁλώσεως τῆς Τριπολιτσᾶς, ἔπειτα
δὲ ἔγεινε μέλος τῆς Πελοποννησιακῆς Γερουσίας. Κατὰ
δὲ τὴν ἐπάνοδον τοῦ Κολοκοτρώνη ἀπὸ τὴν
πολιορκίαν τῶν Πατρῶν, ὁ Ζαφειρόπουλος ἔφυγε καὶ ἐκρύβη,
ὡς ἀλλαχοῦ διηγοῦμαι.

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΖΑΦΕΙΡΟΠΟΥΛΟΣ
Καὶ οὗτος ἐπίσης ἦτον ἀπὸ τὸ Ζυγοβίστιον.
Ἐπανελθὼν δὲ ἀπὸ τὴν Κωνσταντινούπολιν ἐν ἀρχῇ τῆς
ἐπαναστάσεως ἐπροσκολλήθη εἰς τοὺς σωματοφύλακας,
καὶ εἰς τὸ γραφεῖον τοῦ Κολοκοτρώνη, καὶ ὑπηρέτει
γράφων καὶ πολεμῶν. Μετὰ δὲ τὴν φυγὴν τοῦ
ὑπασπιστοῦ Σπύρου Σπηλιωτοπούλου, ὁ Κολοκοτρώνης
διώρισεν ὑπασπιστήν του τὸν Ζαφειρόπουλον, ὄντα
γενναῖον καὶ τολμηρόν. Ὁ στρατηγὸς Κολοκοτρώνης,
ὅταν ἀπὸ τὴν θέσιν Μάνεσι, ἡ ὁποία κεῖται πλησίον τοῦ
Ταϋγέτου, ἀνεχώρησεν εἰς τὴν Ἀργολίδα πρὸς
ἀντάμωσιν τοῦ Καραϊσκάκη, ὅστις ἦλθε νὰ συνομιλήσῃ
μετ᾿ αὐτοῦ καὶ ζητήσῃ βοήθειαν στρατιωτικὴν καὶ
χρηματικὴν διὰ νὰ ἐπαναστήσῃ ἐκ νέου τὴν
Ρούμελην, τὸ ὁποῖον καὶ ἔγεινε, τότε ὁ ὑπασπιστὴς τοῦ
Κολοκοτρώνη Ζαφειρόπουλος θέλων νὰ ἐπιθεωρήσῃ τὸν εἰς
Μάνεσι στρατὸν, συγκείμενον ἐκ 3000 περίπου, ὡς
ἐπαρουσιάσθη ἐκεῖ καβάλα, ἐζαλίσθη διότι τοῦ ἦλθεν
ἔξαψις εἰς τὴν κεφαλὴν, ἡ ὁποία τοῦ ἔφερε καὶ τὸν
θάνατον. Εὑρέθησαν δὲ εἰς τὸ στρατόπεδον αὐτὸ καὶ εἶδαν
τὸ γεγονὸς τοῦτο ὁ στρατηγὸς Δημ. Μελετόπουλος ἐκ
Βοστίτσης, ὁ στρατηγὸς Β. Πετιμεζᾶς ἐκ Καλαβρύτων,
ὁ χιλίαρχος Ν. Οἰκονομόπουλος ἀπὸ τὸ Νεόκαστρον
καὶ ὁ στρατηγὸς Γιατράκος ἀπὸ τοῦ Μιστρᾶ.

ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΚΑΙ ΣΠΥΡΟΣ ΑΔΕΛΦΟΙ ΣΠΗΛΙΩΤΟΠΟΥΛΟΙ
Οὗτοι πρὸ τῆς ἐπαναστάσεως ἐκατοικοῦσαν εἰς
τὴν Ὕδραν καὶ ἐμπορεύοντο ἐκεῖ· ἔλαβον δὲ τὴν ἰδέαν
νὰ ἑτοιμάζουν τὴν πυρίτιδα, καὶ πρὸς τοῦτο κατ᾿ ἀρχὰς
ἔκαμαν μύλους εἰς τὴν Δημιτσάναν, ὅπου ἐκουβάλησαν
καὶ τὴν ἀναγκαίαν ὕλην. Εἰς ταύτην δὲ τὴν ἐργασίαν
ἐνησχολεῖτο ὁ Σπῦρος· ὁ δὲ Νικολῆς ὑπῆρξεν εἷς τῶν
συνεταίρων τοῦ Ἀντώνη Οἰκονόμου Ὑδραίου, καὶ
συνέδραμε πολὺ τοῦτον διὰ νὰ ἐπαναστατήσῃ τὸν τόπον
κατὰ τῶν οἰκοκυραίων. Διαλυθείσης δὲ κατόπιν τῆς
ἐσωτερικῆς ταύτης ἀνησυχίας τῆς Ὕδρας, ὁ Νικολῆς
ἐπέρασεν εἰς τὸ Ἄργος, καὶ συνεπολιώρκει μετὰ τῆς
γενναίας Μπουμπουλίνας καὶ τῶν λοιπῶν Σπετσιωτῶν
τὸ Ναύπλιον. Πρῶτος αὐτὸς ἐσύστησε τὴν λεγομένην
Καγκελαρίαν τοῦ Ἄργους. Μετὰ δὲ τὴν ἅλωσιν τῆς
Τριπολιτσᾶς προσεκολλήθη πρὸς τὸν Θ. Κολοκοτρώνην
καὶ εὑρίσκετο ἐνίοτε μαζύ του. Κατὰ δὲ τὴν εἰσβολὴν
τοῦ Δράμαλη, εὑρέθη μὲ τὸν Πλαπούταν κατὰ τὴν
ὥραν ὅπου ἐπολέμει εἰς Φίχτια καὶ Χαρβάτι, ὅτε
καὶ ἐτσακίσθη τὸ σπαθὶ τοῦ Πλαπούτα, καὶ κατόπιν
ἐπέρασεν εἰς Ἅγιον Γεώργιον. Τότε δὲ πολὺ
ἐχρησίμευσεν ὡς σύμβουλος τοῦ Κολοκοτρώνη. Τὸν δὲ
Σπύρον, μετὰ τὴν ἅλωσιν τῆς Τριπολιτσᾶς καὶ ἔπειτα, ὁ
Κολοκοτρώνης διώρισεν ὑπασπιστήν του, καὶ τὸν εἶχε
μαζύ του εἰς τὴν πολιορκίαν τῶν Πατρῶν, ὅπου
παρευρέθη εἰς ὅλας τὰς ἐκεῖ γενομένας μάχας, καὶ ὕστερον
μέχρι τῆς πτώσεως τοῦ Ναυπλίου διετέλει
ὑπασπιστής του.

ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΜΠΕΓΛΗΣ
Κατήγετο ἐκ Ζυγοβυστίου. Ἐμπορεύετο δὲ πρὸ
τῆς ἐπαναστάσεως εἰς Ὕδραν. Ἐπειδὴ δὲ οἱ Ὑδραῖοι
μετὰ τὴν ἐπανάστασιν τοῦ Οἰκονόμου ἐδίωξαν ἐκ τῆς
νήσου ὅλους τοὺς ἐκεῖ κατοικοῦντας ὡς ξένους,
φωνάζοντες· «ἔστε χούαϊ», καὶ κυνηγοῦντες αὐτοὺς, ὁ Μπεγλῆς
φυγὼν καὶ ἐλθὼν εἰς Τρίκορφα πολὺ ὠφέλησε τὸ ἐκεῖ
συναχθὲν στρατόπεδον ἐξοδεύων ἐξ ἰδίων του, ἐνεργῶν
καὶ προβλέπων τὰ ἀναγκαῖα εἰς τὸ στρατόπεδον.
Ἔμεινε δὲ καθ᾿ ὅλην τὴν πολιορκίαν τῆς Τριπολιτσᾶς
μέχρις τῆς ἁλώσεώς της, μόνον ὅπως προμηθεύῃ τὰ
χρειώδη. Ὑπῆρξε πληρεξούσιος τῆς ἐν Ἐπιδαύρῳ
συνελεύσεως, καὶ ἑτοιμάζετο νὰ γείνῃ εἷς τῶν ὑποψηφίων
τῆς Γερουσίας, ἀλλ᾿ ἀπέθανε πρότερον.
ΜΙΧΑΗΛ ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ
Ἦτον ἀπὸ τὴν Δημιτσάναν. Ἠκολούθησε τὸν Θ.
Κολοκοτρώνην ὡς γραμματικός του ἀντὶ τοῦ Ἀ.
Ζαφειροπούλου, καὶ ὠφέλησε τὸν Γέροντα διὰ τῶν
γραμμάτων του καὶ τῶν γνώσεών του ὡς σύμβουλος αὐτοῦ.
Ἐκτὸς δὲ τούτου καὶ ὁ Π. Κόκκαλης ἐγένετο γραμματικὸς
τοῦ Κολοκοτρώνη, καὶ ἐστάθη ἀχώριστος
πάντοτε ἀπὸ αὐτὸν μέχρι τῆς ἐλεύσεως τῆς ἀντιβασιλείας.
Ἔχαιρε δὲ τὴν μεγαλειτέραν ἐμπιστοσύνην διὰ τὸν
φιλήσυχον καὶ ὑπομονετικὸν χαρακτῆρα καὶ τὸ ἦθός του.

ΝΙΚΗΤΑΣ ΠΑΠΑΝΙΚΗΤΟΠΟΥΛΟΣ
Καὶ οὗτος ἐκ Δημιτσάνης κατήγετο. Ὑπῆρξε δὲ
ἐπίσημος πολιτικὸς καὶ σύμβουλος τοῦ Κολοκοτρώνη.
Ἀπέθανεν εἰς τὸ Ἄστρος κατὰ τὸν χρόνον τῆς ἐκεῖ
Συνελεύσεως. Κατὰ δὲ τὴν ὥραν τοῦ θανάτου του,
ἀφῆκεν ἐντολὴν νὰ μὴν δεχθοῦν οἱ Ἕλληνες
Ἐκτελεστικὸν, εἰμὴ μόνον μίαν Βουλήν. Πρὸς δὲ τὸν
Κολοκοτρώνην εἶπε νὰ μὴ φιλιωθῇ μὲ τοὺς Δεληγιανναίους
διότι θὰ τὸν γελάσουν, ἔπειτα ἔκλεισε τὰ μάτια του
καὶ ἀπέθανεν.
ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ Ή ΚΑΖΗΣ
Οὗτος ἦτον ἀδελφὸς τοῦ προειρημένου Μιχαὴλ
Οἰκονόμου. Ἐχρημάτισε δὲ ὡς σωματοφύλαξ τοῦ Θ.
Κολοκοτρώνη.
ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ
Ἦτον ἀπὸ τὰ Μαγούλιανα. Ὑπηρέτησε
πολιτικῶς. Ἐγένετο μέλος τῆς Ἐφορείας τῶν Τρικόρφων.
Οὗτος δὲ εἶναι ἐκεῖνος, ὁ ὁποῖος ἔστεκεν εἰς τὸ
Δερβενάκι, ὅπου καὶ ὁ Κολοκοτρώνης ἐστέκετο καὶ
ἐδιοικοῦσε τὴν μάχην. Ἐβοήθησε δὲ τὸν Οἰκονόμον τότε,
ὁ ὁποῖος ἔψαλλε τὴν παράκλησιν. Ἦτον ἀγαπητὸς τοῦ
Κολοκοτρώνη, καὶ ἐχρησίμευσεν ὡς σύμβουλός του,
ὁσάκις ἦτο μαζύ του διὰ τὰς γνώσεις του. Ὑπῆρξε
δὲ πληρεξούσιος καὶ βουλευτής.
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΠΑΠΑΖΑΦΕΙΡΟΠΟΥΛΟΣ
Οὗτος ἐγεννήθη εἰς τὸ χωρίον Λάστα. Ἦτο δὲ
στρατιωτικὸς καὶ ὑπηρέτησεν ὡς τοιοῦτος μὲ πολὺν
ζῆλον, διότι εὑρέθη εἰς πολλὰς μάχας, καὶ ἰδίως εἰς
Βαλτέτσι, εἰς Γράναν καὶ κατὰ τὴν πολιορκίαν τῆς
Τριπολιτσᾶς, ὡς καὶ εἰς τὴν κατὰ τοῦ Δράμαλη
ἐκστρατείαν, ὅτε οἱ στρατιῶται καὶ συμπατριῶταί του
ἐπῆραν τὰ πολλὰ χρήματα τῶν Τούρκων καὶ τὰ
ἐμοίρασαν μὲ τὸ φέσι.

ΟΙΚΟΝΟΜΟΣ ΠΑΠΑΖΑΦΕΙΡΟΠΟΥΛΟΣ
Ἦτον ἀδελφὸς τοῦ προηγουμένου καὶ κληρικός.
Ἠκολούθει πάντοτε τὸν Θ. Κολοκοτρώνην. Εἰς δὲ τὴν
κατὰ τοῦ Δράμαλη μάχην ἦτον εἰς τὴν ἰδίαν θέσιν,
ὅπου ἐστέκετο καὶ ὁ Κολοκοτρώνης καὶ διεύθυνεν
αὐτὴν, καὶ ἐκεῖ ἔψαλλε παράκλησιν, δεόμενος τοῦ
ἀληθινοῦ Θεοῦ νὰ βοηθήσῃ τοὺς Ἕλληνας νὰ νικήσουν τὸν
ἰσχυρὸν Δράμαλην.
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΑΘΑΝΑΣΙΑΔΗΣ
Καὶ οὗτος κατήγετο ἀπὸ τοῦ Λάστα.
Ἀνατραφεὶς δὲ εἰς τὴν Σμύρνην, ἐπανῆλθεν κατὰ τὰς ἀρχὰς
τῆς ἐπαναστάσεως. Ἦτο μετὰ τοῦ Θ. Κολοκοτρώνη
διότι ἐγνωρίζοντο ἀπὸ τὴν Ζάκυνθον, ὅστις τὸν
ὑπεχρέωσε νὰ παρακολουθῇ τὸν Νικήταν
Σταματελόπουλον. Ἔκτοτε ἐγένετο γνωστὸς εἰς τὴν ὑπηρεσίαν,
εὑρισκόμενος παντοῦ καὶ πάνττε μὲ τοῦτον τὸν
στρατηγὸν, γράφων καὶ χρησιμεύων ὡς σύμβουλός του. Μετὰ
δὲ τὴν παῦσιν τοῦ πολέμου ὑπηρέτησε πολιτικῶς.

ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΟΠΟΥΛΟΣ
Ἐγεννήθη εἰς Ζυγοβίστιον. Ὑπῆρξε στρατιωτικός.
Οὗτος κατὰ τὸν πόλεμον τῆς Γράνας ἐπιάσθη μὲ ἕνα
Τοῦρκον εἰς τὰ χέρια. Ἐπειδὴ δὲ δὲν εἶχον μαχαίρια,
οὔτε ὁ ἕνας, οὔτε ὁ ἄλλος, ἄρχισαν νὰ τρώγωνται μὲ
τὰ δόντιά των· ἀλλ᾿ ὁ Τοῦρκος ἦτο δυνατώτερος, καὶ
κατέβαλε τὸν Ζυγοβιστινὸν, καὶ ἀφοῦ τοῦ εἶχε
ῥοκανίσει τοὺς δακτύλους τῶν χειρῶν του, ἄρχισεν ἔπειτα νὰ
τὸν δαγκάνῃ εἰς τὸν λαιμὸν, καὶ ἰδίως εἰς τὸ καρύδι
τοῦ λαιμοῦ του. Τότε ὁ Οἰκονομόπουλος ἔβαλε τῇς
φωναῖς ζητῶν βοήθειαν, καὶ τοιουτρόπως ἕνας τῶν
γειτόνων του, ἀκούσας τῇς φωναῖς του, ἔτρεξεν,
ἐσκότωσε τὸν καθήμενον ἐπάνω του Τοῦρκον, καὶ τὸν
ἐλευθέρωσεν, ἀλλ᾿ ἐτρόμαξε νὰ γειάνῃ, οἱ δὲ
δάκτυλοι τῶν χειρῶν του ἔκτοτε ἐστράβωσαν. Ταῦτα εἶναι γνωστὰ
εἰς τὸ Ζυγοβίτσιον.

Ο ΠΑΝΟΥΣΑΚΟΣ
Ἦτον ἀπὸ τοῦ Παλούμπα τῆς Λιοδώρας. Καὶ
αὐτὸς εἰς τὴν μάχην τῆς Γράνας, αφοῦ πλέον δὲν εἶχε
καιρὸν νὰ γεμίσῃ τὸ τουφέκι, ἢ τὴν πιστόλαν του,
ἔπιασε τὸ τουφέκι ἀπὸ τὸ στόμα, καὶ μὲ τὸ κοντάκι
του ἄρχισε νὰ κτυπᾷ τοὺς Τούρκους κατακέφαλα,
ἐσκότωσε δύω Τούρκους κατ᾿ αὐτὸν τὸν τρόπον, διότι
καθὼς ἐφύλαγε καὶ ἔδινε τὴν κτυπισιὰ, ἔμβαινεν ὁ
κόκορας τῆς φωτιᾶς μέσα εἰς τὰ μυαλὰ τῶν Τούρκων, τὸ
δὲ τουφέκι του ἐστράβωσεν. Ὁ Πανουσάκος ἐπῃνέθη
διὰ τὴν παληκαριάν του αὐτήν.

ΑΝΑΓΝΩΣΤΗΣ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ
Κατήγετο ἀπὸ τὰ Μαγούλιανα. Αὐτὸν δὲ ἔκαμεν
ὁ Κολοκοτρώνης γερουσιαστὴν τῆς Πελοποννήσου κατὰ
τὴν ἐποχὴν τοῦ Δράμαλη, ἀντὶ τοῦ Ἀναγνώστη
Ζαφειροπούλου, ὡς ἀλλοῦ διηγοῦμαι. Προτοῦ ὅμως γείνει
γερουσιαστὴς ὑπηρέτει εἰς ὑπηρεσίας πολιτικὰς, καὶ ἄλλας καὶ
ὡς φροντιστὴς, ἔπειτα ἐγένετο πληρεξούσιος
καὶ βουλευτής. Οὗτος προσέτι εἶναι ὁ δεύτερος
σύντροφος τοῦ Κολοκοτρώνη, ὅταν οὗτος ὑπῆγεν εἰς τὸ
Καστρὶ τῆς Ἑρμιόνης διὰ νὰ καλέσῃ τὸ Ἔθνος εἰς
Συνέλευσιν, ἥτις καὶ ἐτελείωσεν εἰς τοῦ Δαμαλᾶ τῆς
Τροιζῆνος, καλέσασα τὸν Ἰ. Καποδίστριαν ὡς κυβερνήτην
τῆς Ἑλλάδος, τὸν Ἄγγλον Κόχραν ναύαρχον τῶν
Ἑλλήνων καὶ Ριχάρδον Τσοὺρτς ἀρχιστράτηγον. Ἡ αὐτὴ
δὲ Συνέλευσις ἐψήφισε καὶ τὸ περίφημον τῶν
Ἑλλήνων πολίτευμα.

ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΜΠΟΥΚΟΥΡΑΣ
Καὶ οὗτος κατήγετο ἀπὸ τὰ Μαγούλιανα. Ὑπῆρξε
δὲ στρατιωτικὸς καὶ πολιτικὸς, γενόμενος βουλευτὴς καὶ
πληρεξούσιος τῆς ἐπαρχίας Καρύταινας.
Παρηκολούθει τὸν Θ. Κολοκοτρώνην κατὰ τὴν μάχην τῆς
Πιάνας, ὅτε οὗτος ἔφευγε διὰ νὰ προφθάσῃ ἐμπρὸς εἰς τὸ
Διάσελον τῆς Ἁλωνίσταινας, καὶ ἐμποδίσῃ τοὺς
Τούρκους νὰ μὴν περάσουν κατὰ τὴν Βυτίναν, καὶ ἔλεγεν
πρὸς τὸν Κολοκοτρώνην, ὅστις τὸν εἶχεν ὄπισθεν τοῦ
ἀλόγου του, νὰ μὴν ὑβρίζῃ τοὺς Τούρκους διότι
θυμόνουν. Τοῦτο οἱ Ἕλληνες τὸ εἶχον τότε, ὡς ἀστεῖον,
κοινὴν παροιμίαν. Ὁ Μπούκουρας εὑρέθη καὶ εἰς τὴν
πολιορκίαν τῶν Πατρῶν, καὶ ἰδίως κατὰ τὴν μάχην τῆς
9 Μαρτίου, καὶ ἐκλείσθη μετὰ τοῦ Γενναίου καὶ
Σέκερη εἰς τὸν ληνὸν τοῦ Σαΐταγα. Ἐπίσης εὑρέθη καὶ
κατὰ τὰ Δραμαλικὰ κατὰ τὸ Χαρβάτι μετὰ τοῦ
στρατηγοῦ Δ. Πλαπούτα, ὅτε ἐτσακίσθη τούτου τὸ σπαθί
του τὸ περίφημον, καὶ ἐξετέθη καὶ αὐτὸς εἰς κίνδυνον,
διότι ὀλίγον ἔλειψε νὰ τοῦ κόψῃ ὁ Τοῦρκος ὅλον τὸ
αὐτί του. Ἔπειτα παρευρέθη εἰς τὴν θέσιν Σχοινοχῶρι
καὶ Ἄκοβα μέχρι τέλους τοῦ Δραμαλικοῦ πολέμου.

ΑΝΑΣΤΑΣΙΟΣ ΛΟΓΙΩΤΑΤΟΣ
Ἦτον ἀπὸ τὸν Βαλτεσινίκον. Ἐχρημάτισεν εἰς
Τουρκικὴν πολιτικὴν ὑπηρεσίαν πρὸ τῆς
ἐπαναστάσεως, πλησίον τοῦ διερμηνέως τοῦ Πασᾶ τῆς
Πελοποννήσου. Ἐφυλακίσθη καὶ αὐτὸς ἐντὸς τῆς Τριπολιτσᾶς·
μετὰ δὲ τὴν ἅλωσιν διωρίσθη μέλος τῆς ἐφορείας
Καρυταίνης. Κατόπιν δὲ ἡ Κυβέρνησις ἐνεπιστεύθη εἰς
αὐτὸν τὰ πολεμοφόδια, διὰ νὰ τὰ μοιράζῃ εἰς τὰ στρατόπεδα
κατ᾿ ἀναλογίαν καὶ κατ᾿ ἀνάγκην. Ἐτιμᾶτο δὲ
καὶ ἠγαπᾶτο ἀπὸ ὅλους διὰ τὴν εὐθύτητά του.



ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΤΑΜΠΑΚΟΠΟΥΛΟΣ
Οὗτος κατήγετο ἐκ Βυτίνης. Ὑπηρέτησε δὲ
πολιτικῶς καὶ στρατιωτικῶς. Ἐγένετο μέλος τῆς ἐφορείας
τῶν Τρικόρφων ἐπὶ τῆς προεδρείας τοῦ Κανέλου
Δεληγιάννη. Εὑρέθη δὲ εἰς πολλὰς μάχας, καὶ ἰδίως εἰς τὴν
μάχην τοῦ Δερβενακίου κατὰ τοῦ Δράμαλη. Ἐφονεύθη
εἰς τὴν ἀτυχῆ μάχην τῶν Τρικόρφων ἐπὶ τοῦ Ἰβραὴμ
πασᾶ. Ἡ πολυμελὴς αὕτη οἰκογένεια τῶν
Ταμπακοπούλων πολὺ ἐχρησίμευσε κατὰ τὴν ἐπανάστασιν, καὶ
πρὸ πάντων ὁ ἱεροδιάκονος Ἰωσὴφ, ὁ γνωστὸς εἰς
Ἀθήνας, καὶ χρηματίσας ἡγούμενος τῆς μονῆς
Καισαριανῆς, ὅστις ἐπολέμησε κατὰ τὴν πολιορκίαν τῆς
ἀκροπόλεως, καὶ ἄφησε μνήμην τῆς παληκαριᾶς του.

ΙΩΑΝΝΗΣ ΒΑΡΒΑΤΗΣ
Καὶ οὗτος καταγόμενος ἀπὸ τὴν Βυτίναν
ὑπηρέτησε πολιτικῶς τὴν πατρίδα, γενόμενος πληρεξούσιος
καὶ βουλευτής. Ἀπέθανε δὲ εἰς τὸ Ἄργος κατὰ τὴν
τότε νόσον, ὅτε ἀπέθανε καὶ ὁ μεγαλοφυὴς Θ. Νέγρης.
Ἡ κωμόπολις Βυτίνα εἶχε πολλοὺς ἄνδρας
πολιτικοὺς, ἐν οἷς καὶ τὸν ἐν Κωνσταντινουπόλει Δ.
Παπαρρηγόπουλον, ἐπίσημον ἄνδρα, φονευθέντα ἀπὸ τὸν
αἱμοβόρον Σουλτάνον, ἅμα ἐγένετο γνωστὴ ἡ ἐπανάστασις
τῆς Πελοποννήσου. Συγχρόνως δὲ τότε ὁ
Σουλτάνος ἐφόνευσε καὶ τὸν αὐτάδελφόν του Κωνσταντῖνον,
τὸν γαμβρόν του Σκαναβῆν καὶ πολλοὺς ἄλλους τῆς
αὐτῆς οἰκογενείας, οἱ δὲ ἀπομείναντες κατέφυγον εἰς
τὴν πατρίδα των, καὶ εὗρον ὑποδοχὴν ὡσὰν Μωραΐται
ὅπου ἦσαν.
Ὁ μακαρίτης Παπαρρηγόπουλος ἔχαιρε μεγάλην
ὑπόληψιν εἰς τὴν Κωνσταντινούπολιν. Ἦτο γνωστὸς εἰς
ὅλους, καὶ ἰδίως εἰς τοὺς κατὰ καιροὺς πρέσβεις τῶν
Γάλλων· ἐγάλλιζε δὲ, ὡς λέγουν σήμερον, ἤτοι
ἐφρόνει τὰ τῶν Γάλλων. Οἱ δὲ συμπατριῶταί του
Βυτινιῶται, καὶ οἱ λοιποὶ συνεπαρχιῶταὶ του εὕρισκον πολλὴν
ὑπεράσπισιν πλησίον του, κατόπιν δὲ καὶ οἱ λοιποὶ
Μωραΐται, οἱ μεταβαίνοντες εἰς τὴν
Κωνσταντινούπολιν. Τὸν ἔλεγον δὲ Κόνσολαν τῶν Μωραϊτῶν, διότι
ὅποιος ἔχανεν ἐκεῖ Μωραΐτην, ἐκεῖ θὰ τὸν εὕρισκεν.
Ἡ Βυτίνα εἶχε καὶ τὸν γνωστὸν Κορίνθου
Κύριλλον καὶ ἄλλους πολλούς· εἶχε καὶ τὸ Ἑλληνικὸν
σχολεῖον, τοῦ ὁποίου οἱ διδάσκαλοι Παρθένιος καὶ Δανιὴλ,
οἱ δύω οὗτοι ἐνάρετοι ἄνδρες, ἀνέδειξαν πολλοὺς
μαθητὰς πρὸ τῆς ἐπαναστάσεως, καὶ διὰ τοῦτο πολὺ εἰς τὴν
πατρίδα ἐχρησίμευσαν.

ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΚΟΝΤΟΣΤΑΥΛΟΣ Η ΚΟΡΔΟΥΡΟΣ
Οὗτος ἦτον ἕνας τῶν πολυμαθεστάτων Ἑλλήνων,
διότι κατ᾿ ἀρχὰς ἐμαθήτευσεν εἰς τὴν σχολὴν τῆς
πατρίδος του Βυτίνας, ἔπειτα μετέβη εἰς Παρισίους ὅπου
ἐτελειοποίησε τὰς σπουδάς του καὶ ἐγένετο κάτοχος
πολλῶν γλωσσῶν. Μετὰ δὲ ταῦτα εὑρέθη εἰς τὴν
Ὀδησσὸν καὶ ἐκεῖθεν ἐπέρασεν εἰς τὴν Βλαχίαν ὑπὸ τὸν
πρίγκηπα Ἀλέξανδρον Ὑψηλάντην παρακολουθῶν τὸν
συγγενῆ του Γιαννάκην Κολοκοτρώνην, μαζὺ δὲ ἦσαν
ὁ Χριστόφορος Ζαχαριάδης, ὁ Ἰωάννης Πέτας, ἢ
Βαπτιστὴς ἐκ Ζακύνθου καὶ ὁ Ἀποστόλης
Κολοκοτρώνης. Ὅλοι οὗτοι ἐπολέμησαν εἰς τὴν ἐπανάστασιν τῆς
Βλαχίας ὑπὸ τὰς διαταγὰς τοῦ Ὑψηλάντου.
Διαλυθέντων δὲ ἐκεῖθεν τῶν Ἑλληνικῶν στρατευμάτων,
ἐπανῆλθαν εἰς τὴν Πελοπόννησον καὶ εἰς τὸ στρατόπεδον
τῶν Τρικόρφων κατὰ τὰς ἀρχὰς τοῦ Αὐγούστου 1821.
Ἔκτοτε ὁ Δ. Κοντόσταυλος παρηκολούθει εἰς τοὺς
πολέμους τὸν στρατηγὸν Νικήταν Σταματελόπουλον,
χρησιμεύων ὡς σύμβουλός του γράφων καὶ πολεμῶν.

ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΧΡΥΣΑΝΘΟΠΟΥΛΟΣ Η ΚΑΚΛΑΜΑΝΟΣ
Κατήγετο ἐκ Βυτίνης. Ἐπανελθὼν δὲ ἀπὸ τὴν
Κωνσταντινούπολιν ἐπὶ τῆς εἰσβολῆς τοῦ Δράμαλη εἰς
τὴν Πελοπόννησον, ἐτέθη πλησίον τοῦ Κολοκοτρώνη
καὶ εἰς τοὺς σωματοφύλακάς του καὶ ἔμεινε καθόλον τὸ
διάστημα τοῦ Δραμαλικοῦ πολέμου, ἀναδειχθεὶς
γενναῖος. Μετὰ δὲ τὴν πτῶσιν τοῦ Ναυπλίου ἀπεσπάσθη
ἀπὸ τὸν Κολοκοτρώνην, καὶ προσεκολλήθη εἰς τὸ
νεοσυσταθὲν ἱππικὸν ἐπὶ τῆς Κυβερνήσεως τοῦ
Κουντουργιώτη καὶ ὑπὸ τὰς διαταγὰς τοῦ Χατσῆ Μιχάλη, ἢ
Ταλιάνου. Εὑρεθεὶς εἴς τινα ἐνέδραν κατὰ τὸν κάμπον τῆς
Τεγέας εἰς τῇς Ρίζαις, διαταχθεῖσαν ὑπὸ τοῦ
Κολοκοτρώνη ἠνδραγάθησεν, ἀλλ᾿ ἐλαβώθη εἰς τὸ χέρι. Εἰς
τὴν μάχην ταύτην ἐσκοτώθησαν Ἄραβες περὶ τοὺς
ἑξακοσίους, καὶ ἐκυριεύθησαν σημαῖαι, τύμπανα καὶ
ἄλλα λάφυρα. Ἐκ τῶν δύω ἱππικῶν τοῦ μὲν τακτικοῦ
ἀρχηγὸς ἦτον ὁ Ἀλμέϊδας, τοῦ δὲ ἁτάκτου ὁ ῥηθεὶς
Χατσῆ Μιχάλης. Ἦσαν δὲ εἰς τὴν μάχην ταύτην τῆς
Τεγέας καὶ πολλοὶ πεζοὶ ἀπὸ ὅλα τὰ σώματα τοῦ τότε
στρατοπέδου τοῦ Ἁγίου Πέτρου. Μάρτυρα τούτων φέρω
τὸν ζῶντα τώρα στρατηγὸν Δ. Μελετόπουλον, μὲ τὸν
ὁποῖον τότε εἴμεθα μαζὺ, καὶ εἶδε τὰ κατὰ τὴν μάχην
γενόμενα. Εἰς δὲ τὰς Ἀθήνας ὁ Κακλαμάνος ἐπὶ τῆς
στρατηγίας τοῦ Καραϊσκάκη καὶ τοῦ ἀρχηγοῦ τῆς
καβαλαρίας πάλιν ἠνδραγάθησεν, ἀλλὰ τὸ πληγωθὲν εἰς
τὴν Τεγέαν χέρι τὸ ἔκοψε τότε τὸ κανόνι καὶ οὕτως
ἐλευθερώθη ἀπὸ αὐτό.

Η ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΚΑΡΥΤΑΙΝΑ
Αὕτη εἶχε πολιτικοὺς ἄνδρας, ὡς τὸν Σπήλιον
Κουλᾶν, καταγόμενον ἀπὸ τὴν ἐπίσημον γενεὰν τοῦ
καπετὰν Θανάση, εὐεργέτου ποτὲ τοῦ τόπου.
Ἐχρημάτισε δὲ μέλος τῆς Ἐφορείας τῶν Τρικόρφων ὑπὸ τὴν
προεδρείαν τοῦ Κανέλου Δεληγιάννη.

ΜΙΧΑΗΛ ΚΟΜΗΤΑΣ
Ὑπῆρξε πολιτικὸς, ὑπηρέτησε κατὰ τὰς πρώτας
ἡμέρας τῆς ἐπαναστάσεως, ὅτε ἐξεστράτευσε καὶ ἔφερε
τοὺς στρατιώτας εἰς τὴν θέσιν τὴν λεγομένην Δοῦκα
Σίκαλιν.

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΚΑΙ ΓΕΩΡΓΑΚΗΣ ΑΔΕΛΦΟΙ ΝΙΚΟΛΟΠΟΥΛΟΙ
Οὗτοι ὑπηρέτησαν πολιτικῶς ἐντὸς τοῦ τόπου
τιμώμενοι ἀπὸ τὸν Κολοκοτρώνην, ὅστις τοὺς ἔστειλεν
εἰς διαφόρους πολιτικὰς ὑπηρεσίας ἐντὸς τῆς ἐπαρχίας.
Ἐχρησίμευσαν δὲ εἰς τὰς ἀνάγκας τοῦ στρατοπέδου
ἑτοιμάζοντες τὰς τροφάς κλπ.

Ο ΚΑΠΕΤΑΝ ΡΙΖΟΣ
Ἦτον ἀπὸ τὸ Ζυγοβίστι καὶ ὑπηρέτησεν εἰς τὰ ἐν
Ζακύνθῳ τάγματα τῶν Ἄγγλων ὡς ἀξιωματικός.
Ἐπανελθὼν δὲ εἰς Πελοπόννησον ἐν ἀρχῇ τῆς
ἐπαναστάσεως εὑρέθη κατὰ πρῶτον εἰς τὸ Χλουμοῦτσι, ὅταν οἱ
Λαλαῖοι ὑπῆγον καὶ ἐπολιόρκησαν τοὺς Γαστουναίους.
Τότε ὁ καπετάνιος οὗτος ἔδειξε μεγάλην ἀνδρείαν διότι
ἔσυρε τὸ σπαθί του ἐπέπεσε κατὰ τῶν Τούρκων καὶ
ἔκοψέ τινας ἐξ αὐτῶν μὲ πολλὴν τέχνην καὶ ἐπιτυχίαν.
Τοῦτο δὲ ἰδόντες οἱ Τοῦρκοι ἐδόθησαν εἰς φυγὴν, οἱ δὲ
Ἕλληνες ἐθαύμασαν τὴν παληκαριάν του, διότι
πρώτην φορὰν εἶδον πῶς κόπτουν Τούρκους μὲ τὸ σπαθί.
Μετὰ δὲ ταῦτα ἠκολούθησε τὸν Κολοκοτρώνην ὡς
σωματοφύλαξ καὶ καπετάνιος πολεμῶν.

ΣΠΥΡΙΔΩΝ ΚΑΡΥΔΑΣ
Καὶ οὗτος ἐπίσης ἐχρησίμευσεν εἰς τὰς
περιστάσεις τοῦ ἀγῶνος.
ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΣΠΥΡΑΚΟΠΟΥΛΟΣ, ΑΝΑΣΤΟΣ ΣΑΜΑΡΑΝΗΣ, ΝΙΚΟΛ. ΜΠΑΛΑΜΠΑΝΗΣ ΚΑΙ ΑΝΔΡΙΚΟΣ ΜΙΧΑΛΟΠΟΥΛΟΣ
Οἱ καπεταναῖοι οὗτοι ὑπηρέτησαν ἀπὸ τὴν ἀρχὴν
τοῦ ἀγῶνος μέχρι τέλους ὑπὸ τὰς διαταγὰς πάντοτε
τοῦ στρατηγοῦ Κολοκοτρώνη, καὶ τοῦ στρατηγοῦ
Γενναίου, καὶ ἐφάνησαν ἄξιοι στρατιωτικοί.

ΣΤΕΜΝΙΤΣΑ
Ἡ κωμόπολις Στεμνίτσα εἶχε πολιτικοὺς ἄνδρας
τὸν Καλόγερον Ροϊλὸν, Λάμπρον Ροϊλὸν, τὸν Σ.
Θεαγένην, τὸν Κωνσταντῖνον Ἀλεξανδρόπουλον καὶ ἄλλους
πολλούς.
Ἡ οἰκογένεια μάλιστα τῶν Ροϊλῶν εἶχε καὶ
στρατιωτικοὺς τὸν Βασίλειον, τὸν Γεώργιον καὶ τὸν
Δημήτριον, οἵτινες ὡς τοιοῦτοι ὑπηρέτησαν καθ᾿ ὅλον
τὸν ἀγῶνα. Ὁ δὲ Κωνστ. Ὑψηλάντης, ὁ
μετονομασθεὶς Ἀλεξανδρόπουλος, μετὰ τῶν δύω υἱῶν του
Ἀλεξάνδρου καὶ Ἰωάννου, ὅταν ἐπανῆλθεν ἀπὸ τὴν
Κωνσταντινούπολιν, βοηθούμενος ἀπὸ αὐτοὺς, ἔλαβον τὰ
ὅπλα καὶ ἐπολέμησαν ὅλοι παρευρεθέντες εἰς ὅλας τὰς
ἐπισήμους μάχας, ὡς εἰς τὴν μάχην τοῦ Βαλτετσίου,
τῶν Δολιανῶν, τῆς Γράνας καὶ εἰς ἐκείνην τοῦ
Δερβενακίου ἐπὶ τοῦ Δράμαλη. Σώζονται δὲ ἔγγραφά τινα
τῶν τότε ἀρχηγῶν Θ. Κολοκοτρώνη καὶ Ἠλία
Μαυρομιχάλη, τὰ ὁποῖα θὰ καταχωρισθοῦν εἰς τὸν οἰκεῖον
τόπον, καὶ τὰ ὁποῖα μαρτυροῦν τὰς ἐκδουλεύσεις των.
Ἤδη δὲ ἐν τέλει καταχωρίζομεν τὸ ἔγγραφον, διὰ τοῦ
ὁποίου οἱ συμπατριῶταί του διώρισαν τὸν Κ.
Ἀλεξανδρόπουλον ἀρχιστράτηγόν των. Ἐκ τούτων ὁ Ἰωάννης
εὑρεθεὶς εἰς τὴν ἀτυχῆ μάχην τῶν Τρικόρφων ἐπὶ
Ἰμβραὴμ πασᾶ, ἐπειδὴ τὸ πόδι του ἐτσακίσθη ἀπὸ
σφαίραν τουφεκίου, καὶ δὲν ἐδύνατο νὰ ἀποσυρθῇ, διὰ νὰ
μὴν παραδοθῇ ζωντανὸς εἰς τοὺς ἀπίστους, ἔβαλεν ὁ
ἴδιος τὴν πιστόλαν εἰς τὸ ζερβί του βυζὶ καὶ
ἐσκοτώθη μόνος του, εἰπὼν προηγουμένως εἰς τοὺς
παρόντας τότε γείτονάς του νὰ πάρουν τὰ ὅπλα του καὶ νὰ
ἐκδικηθοῦν τὸ αἷμά του. Ἰδοὺ καὶ τὸ μνησθὲν ἔγγραφον.
Διὰ τοῦ παρόντος ἡμῶν ἰδιοχείρου μας γράμματος,
ὑποσχόμεθα μεθ᾿ ὅρκου τῆς ἁγιωτάτης καὶ ὀρθοδόξου ἡμῶν
πίστεως, καὶ μὲ τὴν δύναμιν τοῦ τρομεροῦ ὅρκου ὅπου
αὐτοπροαιρέτως διὰ τὴν σωτηρίαν τοῦ γένους μας ἐκάμαμεν, ὅτι νὰ
φυλάξωμεν τὰς ἀγγελίας τῆς Σεβαστῆς Ἀρχῆς, καὶ
ἀρχιστρατήγων τοῦ Ἑλληνικοῦ στρατοπέδου. Ὁ Κύριος λοιπὸν
καὶ καθολικός μας σκοπὸς δὲν ἀποβλέπει, οὔτε γίνεται δι᾿
ἄλλό τι, εἰμὴ μόνον διὰ τὴν κοινὴν τῆς πατρίδος ὠφέλειαν.
Τούτου ἔνεκα ἐκλέγομεν ἡμεῖς κοινῶς τὸν ἀδελφὸν Κύριον
Κωνσταντῖνον Ὑψηλάντην, ὡς γνωστὸν εἰς ὅλον τὸ γένος
σχεδὸν διὰ τοὺς πολυχρονίους καὶ ἀκουράστους ἀγῶνας του
ὑπὲρ τοῦ κοινοῦ συμφέροντος, πρὸς τὸ ὁποῖον δίδομεν ὅλην
τὴν πληρεξουσιότητα τῆς χώρας μας, νὰ διατάξῃ καὶ νὰ διορίζῃ
κάθε ὑποθέσεις γενικὰς, καὶ μερικὰς, καὶ διὰ νὰ
παρουσιάζῃ τὰ τῆς πατρίδος μας περιστατικὰ ὅπου ὁ ἴδιος γνωρίζει
ἀναγκαῖον τε καὶ συμφέρον, διὰ τὴν σωτηρίαν ἡμῶν καὶ
κοινὴν τοῦ γένους ὠφέλειαν. Ἐπειδὴ ἀκριβῶς ἐγνώρισε καὶ τὰ
καθ᾿ ἡμᾶς ἅπαντα, διὰ τοῦτο μένει νὰ τὰ ἐξετάζῃ ἡ εὐγενεία
του ἅπαντα, ὡς ἀρχιστράτηγος τῆς πατρίδος μας· ἡμεῖς δὲ
θέλωμεν ὑπακούει πάντοτε εἰς τοὺς ἱεροὺς νόμους τῆς
πατρίδος καὶ θέλομεν προσέχει ἀκριβῶς εἰς τὰς διαταγὰς τοῦ
ἀρχηγοῦ πατριώτου μας κυρίου Κωνσταντίνου, χωρὶς νὰ τὸν
ἐνοχλήσωμεν, ἀλλὰ μᾶλλον θέλομεν καταγινόμεθα εἰς τὴν
ὑπεράσπισίν του μεθ᾿ οἵους τρόπους δυνηθῶμεν. Παρακαλοῦμεν
δὲ ὑμᾶς θερμῶς, ἀφ᾿ οὗ δόσετε ὅλην τὴν πίστην εἰς τοὺς
λόγους μας, ἄνευ τινος δισταγμοῦ, νὰ μὴν ἀμελήσετε διὰ μέσου
τοῦ ἰδίου, ἵνα βάλλετε εἰς ἐνέργειαν καὶ τὴν σωτηριώδη ἡμῶν
χρείαν. Διὸ δίδομεν τὸ παρόν μας ἐπικεκυρωμένον μὲ τὰς
ἰδίας μας ὑπογραφὰς εἰς χεῖρας τοῦ ῥηθέντος κ.
Κωνσταντίνου, τὸ ὁποῖον θέλει ἔχει τὴν πίστην καὶ δύναμιν εἰς ὅλους
τοὺς ἀρχηγοὺς καὶ ἀρχιστρατήγους ὁμογενεῖς Ἕλληνας.
Κατὰ τὸ «α᾿ ἔτος τῆς ἐλευθερίας» ᾳωκα: ἀπριλίου κε: Στεμνίτσα.
Ἀσημάκης Ἱερεὺς καὶ Οἰκονόμος βεβαιόνω.
Βασίλειος Ἱερεὺς, Πρωτοπαππᾶς «
Δημήτριος Ἱερεὺς «
Παππᾶ Κωνσταντῆς Λ. «
Στέφανος Ἱερεὺς «
Παππᾶ Ἰωάννης «
Παππᾶ Ἰωάννης ὁ Σακελ. «
Καλόγηρος Ροϊλὸς «
Ἀναγνώστης Κουβαρᾶς «
Ἀθανάσιος Οἰκονομόπουλος «
Παναγιώτης Νικολέτος «
Ἰωάννης Καλαφρέντσος βεβαιόνω
Ἀθανάσης Μοῦτσος «
Ἀναγνώστης Βελονόπουλος «
Ἀλέξανδρος «
Σπύρος Μοῦτσος «
Ἀναγνώστης Ἀνδρούτσου «
Χαρήτος Τρεμπέλας «
Γεωργάκης Καραντσιᾶς «
Γεώργης Παππᾶ Γεωργακόπουλος «
Κωσταντὴς Παπαηλιόπουλος «
Ἀργύρης Κουτσαβήτης «
Γιάννης Κουντούρης «
Καλόγηρος Κουσουρέλης «
Λάμπρος Καϊάφας «
Κωνσταντὴς Φουσιάνης «
Κωνσταντὴς Νικολέτος «
Διαμαντὴς Ψωμᾶς «
Διαμαντὴς Φατοῦρος «
Κωνσταντὴς Χαροκόπος «
Παναγιώτης Καβελαρόπουλος «
Κωνσταντὴς Κάντσιας «
Γιάννης Πατρινὸς «
Κωνσταντὴς Παππᾶ Γεωργακόπουλος «
Κωνσταντὴς Δεληγιάννης «
Νικολάκης Μοῦτσος «
Ἀναγνώστης Μπογιαντσῆς «
Βασίλης Φοραδᾶς «
Κωνσταντὴς Λάλας «
Λινάρδος Μυτάτος «
Παναγιώτης Κασάνος «

ΑΝΤΩΝΙΟΣ ΠΕΛΟΠΙΔΑΣ
Οὗτος κατήγετο ἀπὸ τὴν Στεμνίτσαν. Ὑπῆρξεν
ἀπόστολος τῆς Ἑταιρίας τῶν Φιλικῶν ἀρχαῖος,
κατηχήσας πολλοὺς τὰ μυστήρια, καὶ κατ᾿ ἐξοχὴν εἰς τὰς
Πάτρας κατήχησε τὸν ἀοίδιμον μητροπολίτην
Γερμανὸν, καὶ πολλοὺς ἄλλους τῶν Πελοποννησίων
ἐπισήμων ἀνδρῶν. Ἔπειτα δὲ ἐστάλη εἰς Ἀλεξάνδρειαν ὅπου
καὶ κατήχησε πολλοὺς, καὶ ἔφερεν ἐκεῖθεν πλοῖα
φορτωμένα πολεμοφόδια καὶ τροφὰς ἐκ τῶν ἐκεῖθεν
ἀδελφῶν στελλομένας, ὡσαύτως ὑπῆγε καὶ εἰς πολλὰς
νήσους. Ὁ ἀποστολικός του βίος ἐστάθη ἐπίσημος
παντοῦ ὅπου καὶ ἂν ὑπῆγεν. Ἔπειτα δὲ ἐπανῆλθεν εἰς τὴν
πατρίδα του τὴν Πελοπόννησον, καὶ ἠγωνίσθη
στρατιωτικῶς καθ᾿ ὅλην τὴν πολιορκίαν τῆς Τριπολιτσᾶς,
ἐνεργῶν καὶ παρακινῶν πάντας εἰς τὸν πόλεμον.
Ἀπέθανεν ὅμως εἰς τὴν μεγαλειτέραν ἔνδειαν, ὥστε ἡ
οἰκογένειά του δὲν εἶχε οὔτε τὰ ἔξοδα τῆς ταφῆς του.

ΓΕΩΡΓΑΚΗΣ ΚΑΨΟΚΑΛΥΒΑΣ
Ὁ ἄριστος οὗτος καπετάνιος κατήγετο ἀπὸ τὴν
Ζάτουναν, ὑπηρέτησε δὲ τὴν πατρίδα μὲ πολὺν ζῆλον
καὶ προθυμίαν. Εὑρέθη εἰς ὅλας τὰς μάχας μὲ τοὺς ὑπ᾿
αὐτὸν στρατιώτας, καὶ ἦτον ὑπὸ τὰς διαταγὰς τοῦ Γέρω
Κολοκοτρώνη καὶ Δ. Πλαπούτα παντοῦ καὶ πάντοτε.
Ἐσυνείθιζε δὲ νὰ συμβουλεύῃ τοὺς στρατιώτας νὰ
πολεμοῦν ἥσυχα καὶ προσεκτικὰ διὰ νὰ μὴ πέφτουν
τὰ βόλια εἰς τὴν γῆν καὶ χάνονται. Ἔλεγε δὲ εἰς τοὺς
στρατιώτας, ὅτι τὰ τουφέκια δὲν τὰ ἔφτιασαν διὰ νὰ βροντοῦν εἰς τὸν ἀέρα, ἀλλὰ διὰ νὰ τρυποῦν τὰ βόλια τὰ κορμιὰ τῶν Τούρκων, διότι ἔχομεν ὀλίγα, καὶ πᾶνε χαϊμένα. Ὁ τρόπος του αὐτὸς ἔβανε τοὺς στρατιώτας εἰς φιλοτιμίαν ποῖος νὰ σκοτώσῃ περισσοτέρους Τούρκους.



ΣΤΑΪΚΟΣ ΣΤΑΪΚΟΠΟΥΛΟΣ
Οὗτος ἦτον ἀπὸ τὴν Ζάτουναν καὶ πρὸ τῆς
ἐπαναστάσεως ἐκατοίκει εἰς τὴν Ὕδραν. Πρῶτος αὐτὸς ἐφάνη
πολιορκητὴς τοῦ Ναυπλίου καὶ σύγχρονος τῆς
Μπουμπουλίνας. Ἐγένετο δὲ σύντροφος τοῦ Νικολῆ
Σπηλιωτοπούλου διὰ τὴν κατ᾿ ἀρχὰς σύστασιν τῆς
Καγκελαρίας τοῦ Ἄργους. Ὕστερον δὲ ὅταν ἦλθεν ὁ Παπᾶ
Ἀρσένης καὶ οἱ λοιποὶ Κρανιδιῶται εἰς τὴν πολιορκίαν καὶ
ἔμεναν οὗτοι ἐκεῖ σταθεροὶ, ὁ Στάϊκος ἔκαμνεν
ἐκδρομὰς μὲ τοὺς στρατιώτας του ἕως εἰς τὸν
Ἀχλαδόκαμπον καὶ τὸ Παρθένι, καὶ πλησίον ἀκόμη τῆς
Τριπολιτσᾶς, ἡ ὁποία ἐπολιορκεῖτο, ἐφαίνετο ἐδῶ καὶ ἐκεῖ
μεταβατικὸς, καὶ πάλιν ἐπέστρεφεν εἰς τὴν πολιορκίαν
τοῦ Ναυπλίου. Αἱ ἐκδουλεύσεις τοῦ στρατηγοῦ τούτου
εἶναι γνωσταί. Αὐτὸς ἠνδραγάθησεν εἰς ὅσους
πολέμους εὑρέθη, αὐτὸς ἐπῆρε καὶ τὸ Παλαμήδιον. Πολλοὶ
ἐφάνησαν πολιορκηταὶ τοῦ Ναυπλίου ἐκ διαλειμμάτων,
αὐτὸς ὅμως ὑπῆρξε διαρκὴς, καὶ διὰ τῆς ἱκανότητός
του πρῶτος τῶν ἄλλων ἐμβῆκεν εἰς τὸ Παλαμήδιον.
Μετὰ δὲ ταῦτα εὑρέθη καὶ εἰς τὴν τελευταίαν
πολιορκίαν τῆς Κορίνθου μέχρις ὅτου παρεδόθη καὶ τὸ
φρούριον τοῦτο πρὸς τὸν Κολοκοτρώνην.

ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΓΙΩΤΟΠΟΥΛΟΣ
Οὗτος ὑπηρέτησε πολιτικῶς παρακολουθῶν τὸν
στρατηγὸν Πλαπούταν καὶ γράφων.
Ὡσαύτως καὶ οἱ ἀδελφοὶ Κωνστ. καὶ Ἰωάννης
Σταθόπουλοι ὑπηρέτησαν ἐντὸς τοῦ τόπου. Οἱ δὲ
ἀδελφοὶ Λεοναρδόπουλοι Σαράντης καὶ Λεονάρδος
ἐπρομήθευον τὰ ἀναγκαῖα εἰς τὸ στρατόπεδον.

ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΚΑΙ ΘΕΟΔΟΣΙΟΣ ΚΑΡΔΑΡΑ
Κατήγοντο ἀπὸ τὸ Ζυγοβίστι καὶ ὑπηρέτησαν
στρατιωτικῶς. Ὁ Θεοδόσιος ἠκολούθησε τὸν
Κολοκοτρώνην εἰς τὴν πολιορκίαν τῆς Τριπολιτσᾶς μὲ τοὺς
γείτονάς του καὶ ἔμεινε καθ᾿ ὅλον τὸ διάστημα εἰς
αὐτήν. Ἐπίσης παρευρέθησαν εἰς τὰς μάχας τοῦ
Βαλτετσίου καὶ τῆς Γράνας. Οἱ στρατιῶται τοῦ
Ζυγοβιστίου ὅλοι σχεδὸν ἦσαν σωματοφύλακες τοῦ
Κολοκοτρώνη καὶ πολὺ τὸν ἐβοήθησαν.

ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΠΑΠΑΚΩΣΤΟΠΟΥΛΟΣ
Ἦτο καὶ οὗτος ἀπὸ τὸ Ζυγοβίστι, καὶ ὑπῆρξεν
εἷς τῶν γνωρίμων τοῦ Κολοκοτρώνη ἀπὸ τὴν Ζάκυνθον.
Ἐπανελθὼν δὲ κατόπιν τούτου εἰς Πελοπόννησον
ὑπηρέτησε πλησίον του μέχρι τῆς ἁλώσεως τῆς
Τριπολιτσᾶς, καὶ εὑρεθεὶς εἰς ὅλας τὰς μάχας ἔδειξε πολλὴν
γενναιότητα καὶ προθυμίαν.

ΣΤΕΦΑΝΟΣ ΙΩΑΝΝΟΥ ΡΟΛΟΓΑΣ
Ὁ καπετάνιος οὗτος κατήγετο ἐκ Ζατούνης, καὶ
πρὸ πολλῶν χρόνων κατῴκει εἰς τὴν Τριπολιτσᾶν. Κατ᾿
ἀρχὰς ὑπηρέτησε τὴν πατρίδα ἐξοδεύων ἐξ ἰδίων του
εἰς τὰς διαφόρους ἀνάγκας. Ἐξῆλθε πρότερον ἔξω τῆς
Τριπολιτσᾶς, ἐνεργῶν καὶ ἑτοιμάζων τὰ τοῦ πολέμου
σύμφωνα μὲ τοὺς ἀδελφοὺς τῶν πόλεων Βυτίνας καὶ
Μαγουλιάνων, καὶ ὁμοῦ μὲ τὸν Κωνσταντῖνον
Παπαζαφειρόπουλον ἀπὸ τὴν Λάσταν. Ἐτιμᾶτο δὲ καὶ
ἠγαπᾶτο ἀπὸ ὅλους.

ΦΩΤΙΟΣ ΔΑΡΑΣ
Κατήγετο ἐκ τοῦ χωρίου Σέρβου. Παρακολουθῶν
δὲ τὸν στρατηγὸν Δ. Πλαπούταν ἐχρησίμευσε καὶ ὡς
γραμματικός του καὶ ὡς στρατιωτικός. Οἱ συγγενεῖς
του καὶ συγχώριοί του ἦσαν πάντοτε μαζύ του εἰς
τοὺς πολέμους· ἡ δὲ οἰκογένειά του ἐστάθη χρήσιμος
ἐν ἀρχῇ τῆς ἐπαναστάσεως.
ΙΩΑΝΝΗΣ ΤΡΥΦΩΝΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΔΗΣ
Ἦτον ἀπὸ τὴν Ζάτουναν. Πρὸ τῆς ἐπαναστάσεως
εὑρεθεὶς εἰς Κωνσταντινούπολιν παρηκολούθησε τὸν
Μιχαὴλ Σοῦτσον, ὅταν οὗτος ἔγεινε Βλάχμπεης.
Παρευρέθη καὶ εἰς τὴν ἐπανάστασιν τῆς Βλαχίας, ἀλλὰ τί
ἔκαμεν ἐκεῖ μοῦ εἶναι ἄγνωστον. Μετὰ δὲ ταῦτα
ἐπανελθὼν εἰς Πελοπόννησον ὑπηρέτησε στρατιωτικῶς καὶ
πολιτικῶς πλησίον τοῦ στρατηγοῦ Βασιλείου Πετιμεζᾶ
γράφων καὶ πολεμῶν. Μετὰ δὲ τὴν κατάπαυσιν τοῦ
πολέμου ὑπηρέτησεν εἰς πολιτικὰς ὑπηρεσίας.



ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΚΟΛΙΟΠΟΥΛΟΣ Η ΠΛΑΠΟΥΤΑΣ
Οὗτος ὁ φιλοπόλεμος στρατηγὸς κατήγετο ἀπὸ
τὸ χωρίον Παλούμπα τῆς Λιοδώρας. Ἐν ἀρχῇ τῆς
ἐπαναστάσεως ἔγεινεν ἀρχηγὸς ἑνὸς τμήματος (σέμπτι)
τῆς ἐπαρχίας Καρυταίνης, τοῦ λεγομένου τῆς
Λιοδώρας. Αἱ ἐκδουλεύσεις του εἶναι ἐπίσημοι καὶ γνωσταί.
Κατ᾿ ἀρχὰς εὑρέθη εἰς τὴν πρώτην μάχην, τὴν ὁποίαν
ὁ Κολοκοτρώνης ἔκαμε μὲ τοὺς Φαναρίτας Τούρκους,
καὶ ἦλθε κατόπιν των εἰς Καρύταιναν. Μετὰ δὲ ταῦτα
ὅταν ἐσυναθροίζοντο οἱ στρατιῶται εἰς τὸ Διάσελον τῆς
Ἁλωνίσταινας, ὅπου ἦτον ὁ Κολοκοτρώνης, ὁ
Πλαπούτας εὑρέθη εἰς Βυτίναν, καὶ ἐκεῖθεν ὑπῆγεν εἰς
Λεβίδι, ὅπου ἔλαβε μέρος καὶ εἰς αὐτὸν τὸν πόλεμον.
Ὕστερον δὲ εἰς τὸ συσταθὲν στρατόπεδον εἰς Πιάναν
ἦτον ὡς ἀρχηγὸς ἀντί τοῦ Κανέλου Δεληγιάννη ἐφόρου
ὄντος. Κατόπιν ὑπῆγε μὲ τοὺς στρατιώτας του εἰς τὸ
Βαλτέτσι καὶ κατὰ τὴν μάχην ἐκείνην ἀνδραγάθησε
καὶ ἐφάνη ἡ παληκαριά του. Ὅταν δὲ εἴμεθα εἰς τὰ
Τρίκορφα, αὐτὸς ὑπῆγεν εἰς τοῦ Λάλα διὰ νὰ σταθῇ
εἰς τὸ σῶμα ἐκεῖνο τοῦ ἀδελφοῦ του Γεωργάκη, ὅστις
ἐφονεύθη εἰς Λάλα. Ἐκεῖ δὲ ἔμεινεν ὀλίγας ἡμέρας,
καὶ μετὰ τὴν μάχην τὴν γενομένην εἰς τοῦ Ποῦσι, ὅτε
οἱ Λαλαῖοι Τοῦρκοι ἔφυγον εἰς Πάτρας, ὁ Πλαπούτας
ἐπανῆλθεν εἰς τὸ στρατόπεδον τῶν Τρικόρφων, ὅπου
ἔμεινε μέχρι τῆς ἁλώσεως τῆς Τριπολιτσᾶς, καὶ κατόπιν
ἐσυντρόφευσε τοὺς Ἀλβανοὺς εἰς τὴν Βοστίτσαν
διὰ νὰ περάσουν εἰς τὴν Στερεὰν καὶ ἐκεῖθεν εἰς τὴν
πατρίδα των κατὰ τὰ συμφωνηθέντα. Μετὰ δὲ ταῦτα
παρηκολούθησε τὸν Θ. Κολοκοτρώνην εἰς Ἄργος καὶ
Κόρινθον, ἔχων ἴδιον σῶμα στρατιωτῶν, καὶ μετὰ τὴν
πτῶσιν τοῦ φρουρίου τῆς Κορίνθου, διετάχθη ἀπὸ τὸν
Κολοκοτρώνην νὰ ὑπάγῃ εἰς τὴν πολιορκίαν τῶν
Πατρῶν, ὅπου κατὰ τὴν περίφημον μάχην τῆς 9 Μαρτίου
ἀνδραγάθησεν. Κατόπιν ἀντιπροσώπευσε τὸν
Κολοκοτρώνην κατὰ τὴν πολιορκίαν ταύτην, ἀναχωρήσαντα
εἰς Κόρινθον μέχρι τῆς ἐκεῖθεν ἐπιστροφῆς του. Πρὶν
δὲ ὁ Κολοκοτρώνης λύσῃ τὴν πολιορκίαν τῶν Πατρῶν,
ὁ Πλαπούτας εἶχεν ἀναχωρήσει ἐκεῖθεν εἰς
Καρύταιναν. Καὶ εἰς ἄλλας ἀκόμη ἐποχὰς τοῦ ἐδόθη ἡ
ἀντιπροσωπεία τοῦ Γενικοῦ ἀρχηγοῦ παρὰ τοῦ
Κολοκοτρώνη.
Μετὰ δὲ ταῦτα κατὰ τὴν εἰσβολὴν τοῦ Δράμαλη
εἰς Πελοπόννησον ὁ Πλαπούτας ἔγεινεν ἔτι
ἐπισημότερος στρατηγὸς, διότι πρῶτος αὐτὸς ἐκτύπησε κατὰ τὸ
χωρίον Χαρβάτι καὶ Φίχτια τὸν στρατὸν ἐκείνου, ὅτε
ἔμπλεξε μέ τινας Τούρκους, ἦλθεν εἰς μονομαχίαν μὲ
ἕνα ἐξ αὐτῶν, καὶ ἐκινδύνευσε, διότι ὁ Τοῦρκος, ὅταν
ἦλθον εἰς θέσιν νὰ μεταχειρισθοῦν τὰ σπαθιά των,
ἐκτύπησε καὶ ἐτσάκισε τὸ σπαθὶ τοῦ Πλαπούτα, ἀλλ᾿
οὗτος εὐτυχῶς τὸν ἐσκότωσε. Κατόπιν ἐσύστησε τὸ
φροντιστήριον εἰς τὸ Σχοινοχῶρι, καὶ ἐκεῖθεν
ἐστρατοπέδευσεν ὄπισθεν τοῦ Παλαιοκάστρου Ἄργους κατὰ τὴν θέσιν
Ἄκοβα, ὅπου συνεκέντρωσε στρατὸν ὑπὲρ τὰς δύο
χιλιάδας μετὰ τῆς Ἐπαρχίας Τριπολιτσᾶς, καὶ τῶν
Φαναριτῶν ἀρχομένων ἀπὸ τὸν Τσανέτον
Χρηστόπουλον, τοῦ δὲ ὅλου στρατοπέδου ἀρχηγὸς ἦτον ὁ ἴδιος
Πλαπούτας. Ἐκεῖθεν ἐπολέμει ἀδιακόπως μέχρι
τέλους τὸν Δράμαλη, καὶ ὕστερον μετὰ τὴν πτῶσιν τοῦ
Ναυπλίου διωρίσθη φρούραρχος αὐτοῦ ἕως ὅτου τὸν
ἀντικατέστησεν ὁ Πάνος Θ. Κολοκοτρώνης.
Κατὰ δὲ τὴν ἐποχὴν τοῦ προσκυνήματος καὶ τοῦ
προδότου Νενέκου πολὺ ὠφέλησεν, βοηθῶν τὸν
Κολοκοτρώνην, καὶ ἐμποδίσας οὕτω τὸ κακὸν καὶ δὲν
ἐπροώδευσεν. Παρευρέθη δὲ καὶ εἰς ἄλλας μάχας ἐπὶ τοῦ
Ἰμβραὴμ πασᾶ καὶ πρὸ πάντων εἰς ἐκείνην τῆς
Καυκαριᾶς.
Ἡ οἰκογένεια τοῦ Πλαπούτα εἶχεν ἐπισημότητα
καὶ πρὸ τῆς ἐπαναστάσεως, διότι ὁ πατέρας του ὁ Γέρω
Κόλιας ὑπῆρξε στρατιωτικὸς (κάπος) καὶ ἁρματωλὸς,
καὶ εἶχε τρομάξει τοὺς Λαλαίους Τούρκους, καὶ δὲν
ἐπατοῦσαν τὰ ὅρια τῆς Καρύταινας ἐδῶθεν τοῦ ποταμοῦ
Ἀλφειοῦ (Ροφιά). Ὑπερασπίζετο ὅμως τοῦτον ὁ Γέρων
Γιάννης Δεληγιάννης, καὶ τοῦτον πάλιν ἐπίσης εἰς τὰς
καταδρομάς του ἀπὸ τοὺς Πασάδες ὑπερασπίζετο ὁ
Γέρω Κόλιας, διότι ἔβγαινε μὲ στρατιώτας καὶ
ἐφύλαττε τοὺς Δεληγιανναίους. Διὰ τοῦτο ἡ Τουρκικὴ
ἐξουσία τοῦ ἔκαψε τὰ σπίτια του πολλαῖς φοραῖς, καὶ ἡ
ἐπαρχία τοῦ ἔκαμνε βοήθειαν. Ὁ Γέρων Δεληγιάννης,
ὡς ἀρχηγὸς πολιτικὸς τῆς ἐπαρχίας Καρυταίνης, τὸν
ἐβοήθει, καὶ οὕτω τὸν εἶχεν εἰς τὰς καταδρομάς του,
καὶ μάλιστα ὅταν ἡ Τουρκικὴ ἐξουσία ἀπεστρέφετο τὸν
Δεληγιάννην, ὁ Γέρω Κόλιας μὲ τὰ παιδιά του
ἐπήγαινεν εἰς τὰ Λαγκάδια καὶ ἔπαιρνε τὴν οἰκογένειάν του
ὅλην καὶ τὴν ἐφύλαττε διὰ τῶν ὅπλων, ὅπως τότε εἶχον
τὰ μέσα τῆς προφυλάξεως.
Ἐκτὸς τούτου καὶ οἱ ἀδελφοί του Γεωργάκης
Θανάσης καὶ Παρασκευᾶς, περὶ τῶν ὁποίων κατωτέρω θὰ
εἴπωμεν, συνετέλεσαν ὡς στρατιωτικοί. Ἀλλ᾿ ἐκ
τούτων ὁ Γεωργάκης ἐπρωτοχάθη εἴς τινα μάχην, εἰς τὴν
ὁποίαν οἱ Τοῦρκοι Λαλαῖοι ἐνίκησαν τοὺς Ἕλληνας,
πρὶν γείνῃ ὁ πόλεμος εἰς τὸ Ποῦσι, ὅπου εὑρέθησαν οἱ
Κεφαλλῆνες ὅλοι περὶ τοὺς 300, ἔχοντες καὶ κανόνια,
καὶ ὅπου ἔδειξαν ὅλην τὴν παληκαριάν των, καὶ τοὺς
ὁποίους ἐφοβήθησαν οἱ Λαλαῖοι καὶ ἀπεφάσισαν τὴν
φυγήν των ἀπὸ τοῦ Λάλα. Εἰς δὲ τὴν μάχην ταύτην
τοῦ Πουσιοῦ ἐλαβώθη καὶ ὁ Ἀνδρέας Μεταξᾶς.



ΑΔΕΛΦΟΙ ΚΟΛΙΟΠΟΥΛΟΙ ΜΠΥΡΟΓΕΩΡΓΗΣ Ή ΜΑΣΤΡΟΓΕΩΡΓΗΣ ΚΑΙ Ο ΠΑΝΟΥΡΓΙΑΣ
Οἱ μὲν πρῶτοι ἦσαν ἀδελφοὶ τοῦ προηγουμένου
Δ. Κολιοπούλου, ὀνομαζόμενοι Παρασκευᾶς καὶ
Θανάσης, καὶ οἱ τρεῖς δὲ κατήγοντο ἀπὸ τοῦ Παλούμπα.
Ἦσαν δὲ πάντοτε ἀχώριστοι καὶ παρηκολούθουν τὸν
στρατηγὸν Πλαπούταν. Εὑρέθησαν δὲ εἰς ὅλας τὰς
μάχας ὅπου καὶ ὁ ἀρχηγός των. Κατὰ δὲ τὴν μάχην τῶν
Πατρῶν τῆς 9 Μαρτίου τούτους ὁ Κολοκοτρώνης
ἔστειλε καὶ ἔπιασαν τὸ χορηγοκάμινον εἴς τινα ἐκεῖ
θέσιν, ὡς φαίνεται εἰς τὰ ἀπομνημονεύματα, καὶ οὗτοι
ἔφερον τὴν νίκην τῆς μάχης ἐκείνης.
Ἐκτὸς δὲ τούτων, καὶ ὁ εἰρημένος Πανουργιᾶς
ἀπὸ τοῦ Παλούμπα ἐπίσης ἐφάνη περίφημον παληκάρι
εἰς τοὺς πολέμους καὶ ἔχει τὰς αὐτὰς μὲ τοὺς ἀνωτέρω
ἐκδουλεύσεις.

ΚΩΝΣΤΑΝΤΗΣ ΤΣΑΚΑΛΟΣ
Οὗτος κατήγετο ἐκ τοῦ χωρίου Κοκορᾶ τῆς
Λιοδώρας, καὶ ἀπὸ τὰς ἀρχὰς τῆς ἐπαναστάσεως
ἠκολούθησε τὸν Θ. Κολοκοτρώνην, τοῦ ὁποίου ἦτο
σωματοφύλαξ καὶ πολὺ ἐμπιστευμένος του. Ὁ καπετάνιος
αὐτὸς, καὶ οἱ μετ᾿ αὐτοῦ στρατιῶται, εὑρέθησαν εἰς ὅλας
τὰς μάχας ὅπου καὶ ὁ στρατηγός των. Μάλιστα ὑπὸ
τὴν ὁδηγίαν του εἶχε τὸ ἥμισυ τῶν σωματοφυλάκων
τοῦ Κολοκοτρώνη, καὶ αὐτὸς εἶχε τὴν φροντίδα
ταύτην. Ἔχαιρε δὲ πολλὴν ὑπόληψιν διὰ τὴν τιμιότητα,
καὶ τὴν παληκαριάν του.

ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΔΗΜΗΤΡΑΚΟΠΟΥΛΟΣ
Κατήγετο ἀπὸ τὴν Ἁλωνίσταιναν, καὶ ὑπηρέτησε
πολιτικῶς κατὰ τὰς ἀρχὰς τῆς ἐπαναστάσεως,
ἐξοδεύων δὲ καὶ ἐξ ἰδίων εἰς τὴν ἑτοιμασίαν τῶν τροφῶν
καὶ τῶν πολεμοφοδίων. Ἡ οἰκογένεια αὕτη ἔβγαλε καὶ
στρατιωτικοὺς τὸν Σταῦρον Δημητρακόπουλον
ἐπίσημον καπετάνιον, καὶ τὸν Γεώργιον Π.
Δημητρακόπουλον, ὅστις κατ᾿ ἀρχὰς ἐγένετο μέλος τῆς ἐφορείας τοῦ
στρατοπέδου τῶν Τρικόρφων, μετὰ δὲ τὴν ἅλωσιν τῆς
Τριπολιτσᾶς ἐπῆρε τὰ ὅπλα καὶ εὑρέθη εἰς τὴν πρώτην
πτῶσιν τῆς Κορίνθου. Μετὰ δὲ ταῦτα κατὰ τὴν
πολιορκίαν τῶν Πατρῶν ἐπὶ τοῦ Θ. Κολοκοτρώνη ἠρίστευσεν
εἰς τὴν μάχην τῆς 9 Μαρτίου. Κατὰ δὲ τὰ Δραμαλικὰ
εἰς τὸ Δερβενάκι, ἐκστρατεύσας μὲ τοὺς συμπατριώτας
του, ὑπῆρξε μεταξὺ τῶν πρώτων τῆς μάχης ἐκείνης, τὰ
δὲ ταμπούρια του εἶναι εἰς τὸ Ἀγριλόβουνον·
μάλιστα αὐτοὶ ἐπῆραν τοὺς θησαυροὺς τοῦ Δράμαλη καὶ
ἐμοίρασαν τὰ φλωριὰ μὲ τῇς σκούφιαις των. Ἔπεσε
δὲ ὁ Γεώργιος Δημητρακόπουλος μαχόμενος κατὰ τὴν
ἀτυχῆ μάχην τῶν Τρικόρφων μετὰ τοῦ Ἰμβραὴμ
πασᾶ, γενομένην κατὰ τὰς 24 Ἰουνίου 1825.

ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ ΔΗΜΗΤΡΑΚΟΠΟΥΛΟΣ
Οὗτος ὑπηρέτησε στρατιωτικῶς. Εἰς τὴν Πιάναν
δὲ κατ᾿ ἀρχὰς πρὶν σκορπισθῶμεν ἀπὸ τοὺς Τούρκους,
ὁ Θ. Κολοκοτρώνης ἐβουλήθη νὰ κάμῃ τοὺς
σωματοφύλακάς του, καὶ διώρισε τοῦτον δεύτερον διοικητὴν
150 στρατιωτῶν ἐκ τῶν σωματοφυλάκων του. Ὁ
σκοπὸς οὗτος τοῦ Κολοκοτρώνη ἐπέτυχε, διότι αὐτὸς ὁ
ἱερὸς λόχος συνδεθεὶς πρὸς ἑαυτὸν πολὺ ἔπειτα εἰς τοὺς
πολέμους ὠφέλησεν. Κατόπιν δὲ ὁ Β.
Δημητρακόπουλος διωρίσθη ἐπὶ τῆς στρατολογίας καθ᾿ ὅλην τὴν
ἐπαρχίαν τῆς Καρύταινας, βουνὰ καὶ κάμπον, καὶ τὴν
ἐπαρχίαν Φαναρίου καὶ πολὺ πρὸς τοῦτο ἐχρησίμευσε,
συνετέλεσε δὲ καὶ εἰς τὴν συναγωγὴν τῶν τροφῶν.
Μετὰ δὲ τὴν ἅλωσιν τῆς Τριπολιτσᾶς ἐστάλη ὡς
ἐνέχυρον μὲ τοὺς Ἀλβανοὺς εἰς τὴν Βοστίτσαν. Ἐπὶ
τέλους ἐβοήθησε τὸν Γενναῖον Κολοκοτρώνην εἰς τὴν
ἀνέγερσιν τοῦ παλαιοῦ φρουρίου τῆς Καρύταινας τοῦ
ὁποίου καὶ φρούραρχος ἐγένετο, ἔμεινε δὲ μέχρι τέλους
τοῦ ἀγῶνος πιστὸς καὶ ἀχώριστος τοῦ Κολοκοτρώνη.

ΙΩΑΝΝΗΣ ΣΤΡΑΤΗΓΟΠΟΥΛΟΣ
Κατήγετο ἐκ Λαγκαδίων, ἔμεινεν εἰς τὴν Ὕδραν
καὶ ἐπῆρε μέρος εἰς τὴν ἐκεῖ γενομένην στάσιν τοῦ
Ἀντωνίου Οἰκονόμου κατὰ τῶν ἀρχόντων. Μετὰ ταῦτα
ἦλθεν εἰς τὴν πολιορκίαν τῆς Τριπολιτσᾶς, ὅπου
ἐπολέμησε καὶ ἐθυσίασεν. Ὕστερον κατὰ τὰ Δραμαλικὰ
ἔγεινεν ὑπασπιστὴς τοῦ Δημητρίου Πλαπούτα.

ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΝΑΓΟΥΛΙΑΣ
Οὗτος ἦτον ἀπὸ τὸν Βαλτεσινίκον, καὶ ἐγένετο
ἐπίσημος καπετάνιος διὰ τὴν παλαιὰν καταγωγήν του,
διότι ἦτο κλέφτης ἀπὸ τὸν πατέρα του. Ὑπηρέτησε
παντοῦ καὶ εἰς ὅλας τὰς μάχας, ἕως ὅτου ἔπεσε
μαχόμενος εἰς τὴν μάχην τῶν Τρικόρφων ἐπὶ τοῦ Ἰμβραὴμ
πασᾶ.

ΑΝΔΡΕΑΣ ΠΑΠΑΔΙΑΜΑΝΤΟΠΟΥΛΟΣ
Κατήγετο ἐκ Δημιτσάνης. Ἐπανελθόντα δὲ ἀπὸ
τὴν Κωνσταντινούπολιν εἰς τὰ Βέρβαινα, καὶ ἐκεῖθεν
μεταβάντα εἰς Βαλτέτσι πρὶν τοῦ πρώτου πολέμου, ὁ
Κολοκοτρώνης τὸν ἔστειλεν εἰς τὰ στρατιωτικὰ σώματα
κατὰ τὰς θέσεις Δούκα Σίκαλι καὶ Χρυσοβίτσι, διὰ νὰ
προσέχῃ νὰ μὴ φεύγουν οἱ στρατιῶται ἀπὸ τὸ στρατόπεδον.
Εἰς τὸ εἶδος τοῦτο τὸ ἀστυνομικὸν ὑπηρέτησε
μὲ πολλὴν ἐπιτυχίαν. Κατόπιν δὲ ἐνόσῳ τὸ
στρατόπεδον ἦτον εἰς τὸ Χρυσοβίτσι ἔκαμνε χρέη προσωρινὰ
ὑπασπιστοῦ, ἐμέτρα τοὺς στρατιώτας, ἔβγαζε τῇς
βάρδιαις καὶ ἐπρόσεχε νὰ μὴν κοιμῶνται. Μετὰ δὲ τὴν
μάχην τοῦ Βαλτετσίου ὁ Κολοκοτρώνης τὸν διώρισεν
ὁδηγὸν εἰς τοὺς καμπίσους Καρυτινοὺς, καὶ ἀπέδειξε πολὺν
ζῆλον. Διαρκούσης δὲ τῆς πολιορκίας τῆς Τριπολιτσᾶς
ἐστάλη, ὡς καὶ ἄλλοι τότε, εἰς τὰ Μεγάλα Δερβένια
μὲ τὴν ἀναλογίαν τῶν καμπίσων στρατιωτῶν πρὸς
φύλαξιν διὰ νὰ μὴν εἰσβάλουν Τοῦρκοι ἐντὸς τῆς
Πελοποννήσου.
Μετὰ δὲ τὴν ἅλωσιν τῆς Τριπολιτσᾶς ἀπεσπάσθη
ἀπὸ τὸν Κολοκοτρώνην καὶ προσεκολλήθη πρὸς τὸν
Κανέλον Δεληγιάννην, καὶ ἔπαυσε πλέον νὰ ὑπηρετῇ
στρατιωτικῶς. Γενομένης δὲ τῆς Πελοποννησιακῆς
Γερουσίας διωρίσθη φροντιστὴς πολιτικὸς εἰς Μύλους
Ναυπλίου μοιράζων μερίδας εἰς τοὺς στρατιώτας.
Ἐλθόντος δὲ τοῦ Δράμαλη, ἔφυγεν ἀπὸ τὴν ὑπηρεσίαν του.

ΑΝΑΓΝΩΣΤΗΣ ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ
Οὗτος κατήγετο ἀπὸ τὸ χωρίον Βερβίτσα. Πρὸ
τῆς ἐπαναστάσεως ἐνεργοῦσεν ὑπὲρ αὐτῆς, καὶ μετὰ
ταῦτα ὑπηρέτησε στρατιωτικῶς, εὑρεθεὶς κατ᾿ ἀρχὰς
εἰς τὰς μάχας τοῦ Λάλα, καὶ κατόπιν ἀφοῦ
ἐσκορπίσθησαν ἐκεῖθεν καὶ οἱ Λαλαῖοι ἔφυγον εἰς Πάτρας,
ἦλθεν εἰς τὴν πολιορκίαν τῆς Τριπολιτσᾶς μὲ τοὺς ὑπ᾿
αὐτὸν στρατιώτας ὅπου ἔμεινε μέχρι τῆς ἁλώσεώς της.
Μετὰ δὲ ταῦτα ὁ στρατηγὸς Κανέλος Δεληγιάννης τὸν
διώρισεν ὑπασπιστήν του. Ἐπὶ δὲ τῆς πολιορκίας τῶν
Πατρῶν καὶ κατὰ τὴν μάχην τῆς 9 Μαρτίου παρευρέθη
καὶ αὐτὸς, καὶ μετὰ ταῦτα, ὅταν ὁ στρατηγὸς Κανέλος
ἐπέρασεν εἰς Μεσολόγγιον πρὸς βοήθειαν τῶν ἀδελφῶν
Μεσολογγιτῶν, παρηκολούθησε τὸν στρατηγόν του
τοῦτον, τὸν ὁποῖον δὲν ἀφῆκε μέχρι τέλους τοῦ ἀγῶνος.

ΑΔΕΛΦΟΙ ΣΤΑΣΙΝΟΠΟΥΛΟΙ
Οὗτοι οἱ δύω ἀδελφοὶ, Γιαννάκης καὶ Ἀνάστος
ὀνομαζόμενοι, κατήγοντο ἀπὸ τὸ χωρίον Βιζύτσι, καθ᾿
ὅλον δὲ τὸν ἀγῶνα ὑπηρέτησαν στρατιωτικῶς.

ΑΡΓΥΡΗΣ ΑΠΟΣΚΙΤΗΣ
Οὗτος κατήγετο ἀπὸ τὸ χωρίον Βελημάχι. Ὑπῆρξε
δὲ καπετάνιος ἐπίσημος, παρευρεθεὶς εἰς τὴν μάχην τοῦ
Λάλα, ἔπειτα εἰς τὴν πολιορκίαν τῆς Τριπολιτσᾶς,
κατὰ δὲ τὴν μάχην τῆς Γράνας ἐκλείσθη μὲ τὸν
Δημητράκην Δεληγιάννην εἰς τοῦ Μαντσαγρᾶ. Κατὰ δὲ τὴν
μάχην τῆς 9 Μαρτίου ἔξωθεν τῶν Πατρῶν ἐλαβώθη
ἐλαφρά. Συνεστράτευε πάντοτε μετὰ τοῦ Κανέλλου
καὶ Δημητρίου Δεληγιάννη. Παρευρέθη καὶ εἰς τὰς
κατὰ τοῦ Δράμαλη μάχας, καὶ κατόπιν εἰς τὰς κατὰ
τοῦ Ἰμβραὴμ Πασᾶ.

ΑΔΕΛΦΟΙ ΚΑΡΑΛΗ
Οὗτοι οἱ δύω ἀδελφοὶ, Γιαννάκης καὶ Χρυσανθάκης
ὀνομαζόμενοι, ἦσαν Βελημαχῖται, καὶ
ὑπηρέτησαν στρατιωτικῶς, παρευρεθέντες εἰς τὰς μάχας τοῦ
Λάλα, Τριπολιτσᾶς, Γράνας καὶ τῶν Πατρῶν.
Ἐπέρασαν δὲ καὶ εἰς τὸ Μεσολόγγιον μὲ τὸν στρατηγὸν
Κανέλον Δεληγιάννην ὑπὸ τὸν ὁποῖον καὶ ὑπηρέτησαν.

ΘΕΟΔΩΡΟΣ ΑΣΗΜΑΚΟΠΟΥΛΟΣ, Ή ΚΟΝΤΟΒΑΖΑΙΝΙΤΗΣ
Οὗτος ὑπηρέτησε τὴν πατρίδα στρατιωτικῶς,
παρευρεθεὶς εἰς πολλὰς μάχας, καὶ διαβὰς μετὰ τοῦ
στρατηγοῦ Κανέλου Δεληγιάννη καὶ εἰς τὸ Μεσολόγγιον.
Ἔπεσε δὲ μαχόμενος εἰς τὴν μάχην τῶν Τρικόρφων.

ΠΑΡΑΣΚΕΥΑΣ ΒΑΧΛΙΩΤΗΣ, Η ΤΣΑΟΥΣΑΚΟΣ
Ὑπηρέτησε στρατιωτικῶς μετὰ τοῦ στρατηγοῦ
Κανέλου Δεληγιάννη, μετὰ τοῦ ὁποίου ὑπῆγε καὶ εἰς
τὸ Μεσολόγγιον.

ΧΡΗΣΤΟΣ ΒΑΧΛΙΩΤΗΣ
Καὶ οὗτος, ὡς καὶ ὁ ἀνωτέρω, παρηκολούθει τὸν
Κανέλον Δεληγιάννην ὑπηρετήσας στρατιωτικῶς.

Ο ΚΑΠΟΓΙΑΝΝΑΚΗΣ
Ὁ καπετάνιος οὗτος κατήγετο ἀπὸ τῇς Ράχαις,
ἠκολούθει δὲ ἐπίσης τὸν στρατηγὸν Κανέλον, καὶ παρευρέθη
εἰς ὅλας τὰς μάχας, περάσας καὶ εἰς τὸ
Μεσολόγγιον μετὰ τοῦ Δεληγιάννη. Ἐσκοτώθη δὲ
μαχόμενος εἰς τὰ Τρίκορφα ἐπὶ τοῦ Ἰμβραήμ.

ΘΕΟΔΩΡΑΚΗΣ ΣΟΥΛΙΜΙΩΤΗΣ
Καὶ οὗτος ὁ στρατιωτικὸς ὑπηρέτησε τὴν
πατρίδα, πολεμήσας εἰς τὴν μάχην τῆς 9 Μαρτίου
ἔξωθεν τῶν Πατρῶν ἀρχηγοῦντος τοῦ Θ. Κολοκοτρώνη.
Ὑπῆγε καὶ εἰς τὸ Μεσολόγγιον μετὰ τοῦ Κανέλου
Δεληγιάννη.

ΣΠΗΛΙΟΣ ΖΟΥΤΟΣ, Η ΣΤΑΜΑΤΟΠΟΥΛΟΣ
Οὗτος ἦτον ἀπὸ τὸ Μοναστηράκι. Ὑπηρέτησε δὲ
στρατιωτικῶς, λαβὼν μέρος εἰς πολλὰς μάχας. Ὑπῆγε
δὲ καὶ εἰς τὰς Ἀθήνας μὲ τὸν στρατηγὸν Γενναῖον
ἀρχηγοῦντος τοῦ Καραϊσκάκη.

ΣΠΗΛΙΟΣ ΧΕΛΩΝΙΑΡΗΣ
Κατήγετο ἀπὸ τὴν Δίβριτσαν. Ὑπηρέτησε
πάντοτε ὑπὸ τὰς διαταγὰς τοῦ Ἀνδρέα Ζαΐμη,
παρευρεθεὶς εἰς πολλὰς μάχας.

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΠΕΤΡΟΠΟΥΛΟΣ
Ἦτον ἀπὸ τὰ Μαγούλιανα. Ἐπανελθὼν δὲ ἀπὸ
τὴν Κωνσταντινούπολιν κατὰ τὰς ἀρχὰς τῆς
ἐπαναστάσεως ὑπηρέτησε στρατιωτικῶς. Ὑπῆρξε δὲ ἕνας
τῶν νοημονεστέρων καὶ γενναιοτέρων Μαγουλιανιτῶν,
ὁ δὲ στρατηγὸς Θ. Κολοκοτρώνης τὸν ἠγάπα διὰ τὴν
εἰς τὰς μάχας ἐπιτηδειότητά του, τὸν ἤθελε καὶ τὸν
εἶχε πάντοτε μαζύ του. Ἔλαβε δὲ μέρος καὶ εἰς τὰς
δύο μάχας τοῦ Βαλτετσίου, πρώτην καὶ δευτέραν, καὶ
ὑπηρέτησε καὶ εἰς τὴν πολιορκίαν τῆς Τριπολιτσᾶς καὶ
ἀλλοῦ. Τοῦτον ὁ Κολοκοτρώνης ἔστειλε νὰ ὑπάγῃ
γυρεύοντας νὰ εὕρῃ Τούρκους τοῦ Δράμαλη, διότι δὲν
ἐπίστευε τὴν φήμην ὑποστεύων, ὅτι ἐπίτηδες
διαδίδονται τὰ τοιαῦτα, ὅτι ἔρχονται δηλ. Τοῦρκοι, διὰ νὰ
ῥαδιουργηθοῦν τὰ στρατεύματά του, καὶ
διασκορπισθῶσιν. Ἡ ἀποστολή του αὕτη φαίνεται ἀπὸ τὸ
διαβατήριόν του. Ἐπολέμησε δὲ κατὰ τοῦ Δράμαλη ἀπ᾿ ἀρχῆς
μέχρι τέλους. Μετὰ δὲ τὴν φυλάκισιν τοῦ Θ.
Κολοκοτρώνη εἰς Ὕδραν, ἐξεστράτευσε καὶ αὐτὸς κατὰ τῶν
Ἀράβων τοῦ Ἰμβραὴμ πασᾶ, καὶ ἔπεσε μαχόμενος
εἰς τὴν μάχην τοῦ Κρεμυδίου.

ΦΩΤΙΟΣ ΗΛΙΑΔΗΣ
Οὗτος κατήγετο ἐκ Δημιτσάνης. Πρὶν τῆς
ἐπαναστάσεως εὑρεθεὶς εἰς τὴν Μολδοβλαχίαν ἔπραττεν ὑπὲρ
τῆς Φιλικῆς Ἑταιρίας καὶ οὗτος, ὡς καὶ ὁ Γεώργιος
Λεβέντης καὶ ἄλλοι πολλοὶ Πελοποννήσιοι
εὑρισκόμενοι τότε κατ᾿ ἐκεῖνα τὰ μέρη.
Ἐκραγείσης ἐκεῖ τῆς ἐπαναστάσεως,
ἀρχηγοῦντος τοῦ Ἀ. Ὑψηλάντου, ἔλαβε μέρος ἐνεργητικὸν ὡς
πολιτικὸς ὑπηρετῶν καὶ δαπανῶν ὑπὲρ τῆς
ἐπαναστάσεως. Ἀφοῦ δὲ ἡ ἐπανάστασις ἐκείνη διελύθη, ἐπανῆλθεν
εἰς τὴν πατρίδα του τὴν Πελοπόννησον, καὶ
ἐβοήθησε ταύτην καθ᾿ ὅλον τὸν ἀγῶνα. Ὑπῆρξε πρότυπον
ἀρετῆς καὶ τιμιότητος, καὶ ἐτιμᾶτο ἀπὸ ὅλους.
Τοιοῦτον δὲ ὄντα τὸν μετεχειρίσθησαν αἱ κατὰ καιροὺς
Κυβερνήσεις, καὶ ἰδίως ἡ τοῦ ἀειμνήστου Καποδιστρίου.
Ἀφῆκε δὲ φήμην καλοῦ Ἕλληνος καὶ δικαίου, καὶ
μάλιστα τὸν ἐνθυμοῦνται εἰς τὴν Σῦρον μέχρι σήμερον.

ΑΡΓΥΡΙΟΣ ΖΟΥΒΕΛΟΣ ΚΑΙ ΛΙΑΚΟΣ ΚΟΣΜΟΠΟΥΛΟΣ
Οὗτοι οἱ δύο καπεταναῖοι ἦσαν ἀπὸ τὰ
Μαγούλιανα. Ἀχώριστοι δὲ ὄντες εἰς τοὺς πολέμους, πολὺ
ἐβοήθησαν τὸν στρατηγὸν Πλαπούταν, μάλιστα δὲ κατ᾿
ἀρχὰς εἰς τὴν Πιάναν. Διεκρίθησαν δὲ καθ᾿ ὅλην τὴν
πολιορκίαν τῆς Τριπολιτσᾶς, εἰς τὸ Βαλτέτσι καὶ εἰς
τὴν Γράναν. Μετὰ δὲ τὴν ἅλωσιν τῆς Τριπολιτσᾶς
ὑπῆγον ὑπὸ τὰς διαταγὰς τοῦ Θ. Κολοκοτρώνη, καὶ
εὑρέθησαν εἰς τὰς ἄλλας μάχας καὶ κατ᾿ ἐξοχὴν εἰς
ἐκείνας τοῦ Δράμαλη, ὅπου ἀφῆκαν μνημεῖα παληκαριᾶς.
Ὁ δὲ Λ. Κοσμόπουλος ὑπῆγε καὶ εἰς τὰς Ἀθήνας ἐπὶ
τοῦ Καραϊσκάκη ὑπὸ τὸν στρατηγὸν Γενναῖον
Κολοκοτρώνην.

ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΜΠΟΥΚΟΥΡΑΣ
Καὶ οὗτος ὡσαύτως ἦτο Μαγουλιανίτης.
Ἠκολούθει δὲ πάντοτε τὸν Θ. Κολοκοτρώνην, ὅστις τὸν
εἶχεν ὡς φροντιστήν του, καὶ τὸν ἔστελλε συνάμα καὶ
εἰς πολλὰς ἄλλας ὑπηρεσίας. Κατὰ δὲ τὴν ἐποχὴν τοῦ
Δράμαλη δὲν ἐπρόφθασε νὰ ὑπάγῃ εἰς τὸν Μεγάλον
Ἁγιώργη ὅπου ἦτο τὸ σῶμα τοῦ Θ. Κολοκοτρώνη καὶ
ἔμεινε μετὰ τοῦ Πλαπούτα. Ὅτε δὲ ὁ στρατὸς τοῦ
Δράμαλη εἰσέβαλεν εἰς τὴν Ἀργολίδα, καὶ ὁ Πλαπούτας
ἐπολέμησε κατὰ πρῶτον εἰς τὸν Πύργον, ὁ ὁποῖος ἦτο
κατὰ τὰ χωρία Χαρβάτι καὶ Φίχτια, τότε οἱ Τοῦρκοι
ἔπιασαν τὸν Ἀποστόλην Μπούκουραν, ἀλλ᾿ οὗτος
ἐπροσποιήθη, ὅτι ἦτο Τοῦρκος καὶ ἐπήγαινε μαζύ των μὲ
θάρρος, οἱ Τοῦρκοι τὸν ἐνόμισαν ὡς σύντροφόν των, καὶ
ἕνας ἐξ αὐτῶν τὸν ἠρώτησε τουρκιστί· «τὸ Ἀνάπλι
» εἶναι ἐκεῖνο τὸ κάστρον ὅπου φαίνεται; Τὸ Παλαμῆδι
» εἶναι ἐκεῖνο τὸ βουνὸν ὅπου ἔχει ἐπάνω κάστρον;» Ὁ
Μπούκουρας τοῦ εἶπε· ναὶ, διότι ἐγνώριζεν ὀλίγα
τουρκικὰ, εἰπὼν εἰς τὸν ἐρωτήσαντα, ὅτι ἦτο Μωραΐτης
Τοῦρκος καὶ διὰ τοῦτο δὲν γνωρίζει καλὰ τὰ τούρκικα.
Τοιουτρόπως ἠπάτησε τοὺς Τούρκους, ἐκόλλησεν
ἐπάνω εἰς τὸ βουνὸν καὶ ἐσώθη.

ΠΡΟΚΟΠΗΣ ΛΟΓΙΩΤΑΤΟΣ, Η ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ
Οὗτος ἦτον ἀπὸ τὴν Νεμνίτσαν, καὶ κατ᾿ ἀρχὰς
ὑπηρέτησεν εἰς τὸ στρατόπεδον τῆς Πιάνας καὶ εἰς τὴν
Ἐφορείαν, γράφων καὶ παρακινῶν τοὺς πατριώτας του
εἰς τὸν πόλεμον. Παρευρέθη καὶ εἰς τὴν πολιορκίαν
τῆς Τριπολιτσᾶς, βοηθῶν τοὺς πολιτικοὺς καὶ
χρησιμεύων εἰς αὐτοὺς ἕνεκα τῶν γνώσεών του. Ἡ
οἰκογένειά του ἐθυσίασε καὶ αὐτὴ χάριν τοῦ ἀγῶνος.

ΚΩΝΣΤΑΝΤΗΣ ΑΝΑΣΤΟΠΟΥΛΟΣ
Νεμνιτσιώτης καὶ οὗτος, καὶ ὑπηρέτησε τὸν
ἀγῶνα στρατιωτικῶς, σωματοφύλαξ γενόμενος τοῦ Θ.
Κολοκοτρώνη, τὸν ὁποῖον εἶχε θεῖον ἀπὸ τὴν ἀδελφήν του.

ΠΑΝΟΣ ΑΝΑΓΝΩΣΤΟΠΟΥΛΟΣ
Καὶ οὗτος ὡσαύτως κατήγετο ἀπὸ τὴν
Νεμνίτσαν. Ὑπηρέτησε στρατιωτικῶς καὶ πολιτικῶς καθ᾿
ὅλον τὸ διάστημα τῆς ἐπαναστάσεως. Καὶ κατ᾿ ἀρχὰς
μὲν εὑρίσκετο μὲ τὸν συγγενῆ του, τὸν ἐπίσκοπον
Βρεσθένης, τὸν ὁποῖον ἐβοήθησεν εἰς τὴν σύστασιν τοῦ
στρατοπέδου τῶν Βερβαίνων, ἔπειτα δὲ ὑπηρέτησεν ὑπὸ
τὸν Θ. Κολοκοτρώνην. Κατὰ δὲ τὴν ἐποχὴν τοῦ
Δράμαλη εὑρεθεὶς εἰς τὸ Δερβενάκι πολὺ συνετέλεσε, διότι
ἦτον εἰς τὸ πέρασμα τοῦ δρόμου μετὰ τῶν ἄλλων τότε
καπεταναίων. Πολλαὶ δὲ εἶναι αἱ ἐκδουλεύσεις του.
Παντοῦ ἔγεινε γνωστὸς καὶ κατ᾿ ἐξοχὴν εἰς τὴν
Καρύταιναν, ὅπου ἐχρημάτισεν ὡς διοικητὴς συμβιβάζων
τοὺς ἐπαρχιώτας κατὰ διαταγὴν τοῦ ἀρχηγοῦ
Κολοκοτρώνη.

ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΠΡΟΥΝΤΣΟΣ
Ὁ περίφημος οὗτος καπετάνιος καὶ πασίγνωστος
κατήγετο ἀπὸ χωρίόν τι ὀνομαζόμενον τοῦ
Καρδαρᾶ, κείμενον δὲ μεταξὺ Κάψα, καὶ ἀπόσπασμα ὂν τῆς
κώμης Ἁλωνίσταινας, τὸ ὁποῖον ἔλαβε τὸ ὄνομα τοῦ
Προύντσου, καὶ ἐλέγετο ἔκτοτε τὰ Καλύβια τοῦ Προύντσου.
Κατὰ δὲ τὴν ἐποχὴν τῆς ἐπαναστάσεως ὅσοι
ποιμένες ἐκατοίκουν εἰς τὸ μικρὸν τοῦτο χωρίον
ἀρχηγὸν εἶχον τοῦτον τὸν καπετάνιον, ὁ ὁποῖος ἐφάνη
πρόθυμος μὲ ὅλους τοὺς συγγενεῖς του, ἀδελφοὺς, παδιά
του, γαμβροὺς, ἀνεψιοὺς καὶ ἐγγόνους του
συμποσουμένους ὡς ὀγδοήκοντα, νὰ πολεμήσῃ ὑπὲρ τῆς
πατρίδος μὲ μεγάλον ζῆλον ἀπὸ τῆς ἀρχῆς τῆς
ἐπαναστάσεως μέχρι τέλους αὐτῆς, ὅτε κατὰ τὰς γενομένας
διαφόρους μάχας ἔπεσαν ἐνδόξως πολεμοῦντες σχεδὸν
ἅπαντες, ἐκτὸς τοῦ ἀρχηγοῦ τούτου τῆς οἰκογενείας
Παναγιώτου Προύντσου.
Αἱ θυσίαι καὶ αἱ ἐκδουλεύσεις τῆς οἰκογενείας
ταύτης δὲν ἔχουν σύγκρισιν μὲ καμμίαν ἄλλην
οἰκογένειαν τῆς Πελοποννήσου. Ἂν ὅμως θελήσῃ τις νὰ
παραβάλῃ τὰς θυσίας καὶ τὰς ἐκδουλεύσεις τῆς
οἰκογενείας ταύτης πρὸς ἐκείνας τῆς οἰκογενείας τῶν
Μαυρομιχαλαίων, εὑρίσκει ταύτας μεγαλειτέρας καὶ
περισσοτέρας, ἐξαιρουμένης μόνον τῆς καταγωγῆς καὶ τοῦ
γνωστοῦ Τουρκικοῦ τίτλου τοῦ Μπάσμπογου
σημαίνοντος τὸν ἔχοντα διοικητικὴν ἐξουσίαν, καὶ ὡς ἐκ
τούτου κατὰ τὸ ὄνομα οἱ Μαυρομιχαλαῖοι ἐγένοντο
ἐξακουστοὶ, τὸ ὁποῖον τότε πολὺ ἐσήμαινεν. Ἀλλ᾿ ὡς
πρὸς τὴν θυσίαν, τὴν ὁποίαν ἕκαστος χρεωστεῖ νὰ
προσφέρῃ διὰ τὴν ἐλευθερίαν τῆς πατρίδος του, ὁ
Προῦντσος εἶναι ἄξιος παντὸς ἐπαίνου, διότι προσέφερε
περισσότερα παντὸς ἄλλου Πελοποννησίου θύματα,
χωρὶς νὰ ζημιώσῃ τὸ ἐθνικὸν Ταμεῖον οὔτε ὀβολόν.
Μάλιστα διὰ τὰς ὀλίγας γυναῖκας, αἱ ὁποῖαι ἔμειναν ἐκ
τῆς γενεᾶς ταύτης, ἡ Κυβέρνησις τῆς Ἑλλάδος δὲν
ἔλαβε καμμίαν πρόνοιαν. Μόνον δὲ ὁ ἀείμνηστος
Κυβερνήτης ἔδιδεν εἰς τὸν γέροντα τοῦτον ζῶντα τότε
σύνταξιν μικρὰν, ἀλλ᾿ ἀφ᾿ ὅτου ἀπέθανε ὁ γέρων, ἐσκοτώθη
δὲ καὶ ὁ Καποδίστριας, αἱ γυναῖκες ἔμειναν ἔτσι χωρὶς
νὰ τὰς ἐνθυμηθῇ κανείς. Τὰ δὲ γεγονότα ταῦτα
μαρτυροῦνται καὶ ἀπὸ τὰς δύο ἐπαρχίας τῆς Καρύταινας
καὶ τῆς Τριπολιτσᾶς.

ΣΩΤΗΡΟΣ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ
Οὗτος κατήγετο ἀπὸ τὸν Βαλτεσινίκον.
Ἐπανελθὼν δὲ ἔξωθεν εἰς τὴν Πελοπόννησον ἦτον ἐνθουσιώδης
καὶ δημοκρατικώτατος, διότι δὲν ἤθελε τὴν
ἀριστοκρατίαν. Εἶναι εἷς ἐξ ἐκείνων, οἱ ὁποῖοι ἔκαμον τὴν
ὀχλαγωγίαν εἰς τὰ Βέρβαινα κατὰ τὰς πρώτας ἡμέρας τῆς
ἐλεύσεως τοῦ Ὑψηλάντη, ὅτε οἱ προὔχοντες
Πελοποννήσιοι δὲν ἐσυμφώνουν καὶ δὲν ἤθελον νὰ δώσουν τὴν
ἀπόλυτον ἐξουσίαν πρὸς τὸν Πρίγκηπα, ὡς ἤθελε, διὰ
νὰ διοικῇ καὶ διαθέτῃ ἐλευθέρως τὰ τοῦ πολέμου καὶ
τὰ πολιτικὰ πράγματα.
Γενομένης δὲ τῆς ὀχλαγωγίας ἀπὸ τὸν
Παπαγιαννόπουλον καὶ ἀπὸ ἄλλους πολλοὺς συντρόφους του,
ὀλίγον ἔλειψε ν᾿ ἀνοίξῃ ὁ πόλεμος καὶ νὰ σκοτώσουν
τοὺς προκρίτους τῆς Πελοποννήσου, οἱ ὁποῖοι τότε
ἦσαν ὅλοι ἐκεῖ εἰς τὰ Βέρβαινα διὰ τὴν ὑποδοχὴν τοῦ
Πρίγκηπος. Ἀλλ᾿ ὁ Θ. Κολοκοτρώνης ἔσβυσεν αὐτὸ
τὸ κακὸν τότε μὲ πολλὴν ἐπιτηδειότητα, διότι ἔγεινε
σύντροφος τοῦ πλήθους, ἐτέθη ἀρχηγός του, καὶ
ἐζήτησεν ἀπὸ αὐτοὺς νὰ τοῦ ὑποσχεθοῦν ὅτι θὰ ἡσυχάσουν
διὰ νὰ τοὺς κάμῃ μίαν ὁμιλίαν καὶ μετὰ ταῦτα
ὅ,τι ἀποφασίσουν θέλει τοὺς εἶναι βοηθός. Ἀφοῦ τοῦ
ὑπεσχέθησαν ὅτι θὰ τὸν ἀκούσουν, τοὺς ἐτράβηξεν
ὀλίγον ξέμακρα ἀπὸ τὸ χωρίον, τοὺς ὡμίλησε, τοὺς ἔφερε
διάφορα παραδείγματα τῆς ἐποχῆς καὶ βασίμους
λόγους, καὶ ἐπὶ τέλους τοὺς εἶπεν, ὅτι καὶ αὐτὸς ἐπιθυμεῖ
τὸν σκοτωμὸν αὐτῶν, ἀλλὰ νὰ τὸν βεβαιώσουν τί
θέλει εἴπει ὁ κόσμος καὶ οἱ χριστιανοὶ βασιλεῖς τῆς
Εὐρώπης· θὰ τὸ ἐπαινέσουν αὐτὸ, ἢ θὰ τὸ
κατηγορήσουν; Βέβαια εἶπεν, αὐτοὶ θὰ εἴπουν, ὅτι οἱ
Ἕλληνες δὲν ἐπαναστάτησαν νὰ σκοτώσουν τοὺς Τούρκους,
ὡς τυράννους των, ἀλλὰ σκοτόνωνται μεταξύ των, καὶ
σκοτώνουν τοὺς ἀνωτέρους των καὶ δὲν εἶναι ἄξιοι
ἐλευθερίας. Ἐκ τῶν λόγων τούτων οἱ συναθροισθέντες
ἐπείσθησαν καὶ διελύθησαν.

ΓΙΑΝΝΙΚΟΣ ΠΛΑΠΟΥΤΑΣ
Οὗτος ἦτον υἱὸς τοῦ περιφήμου Γεωργάκη
Πλαπούτα ἀπὸ τοῦ Παλούμπα, ὅστις ἐχάθη εἰς τοῦ Λάλα
κατὰ τὰς πρώτας ἡμέρας τοῦ πολέμου πρὸς τοὺς
Λαλαίους. Ὑπηρέτησε τὴν πατρίδα ὑπὸ τὰς διαταγὰς τοῦ
θείου του Δ. Πλαπούτα, καὶ μετὰ ταῦτα ὑπὸ τὸν
στρατηγὸν Θ. Κολοκοτρώνην καὶ ἔγεινε γνωστός.

ΑΔΑΜ ΚΟΡΕΛΑΣ
Ὁ καπετάνιος οὗτος ἦτον ἀπὸ τὸ Ἀρκουδόρευμα.
Ὑπῆρξεν ἐκ τῶν ἐπισήμων στρατιωτικῶν, ὁ δὲ τρόπος
τοῦ πολεμεῖν τὸν ἐχθρὸν ἦτο παράξενος, διότι πάντοτε
ἔδιδε τὴν νύκτα τὰς μάχας. Αἱ ἐκδουλεύσεις τοῦ
Κορέλα, καὶ τὰ μεγάλα του ἀνδραγαθήματα ἀναφέρονται
εἰς τὰ ἀπομνημονεύματά μου. Μάλιστα δὲ κατὰ τὴν
ἐποχὴν τῶν Ἀράβων φαίνονται καὶ μαρτυροῦνται
μνημεῖα τοῦ Κορέλα. Εἰς τὰς μάχας ἦτο περίφημος διὰ
τὴν γενναιότητά του. Εἶχε μαζύ του τοὺς
καλλιτέρους στρατιώτας, ὡσὰν τοὺς Ἀρκουδορευματίτας, ὡς
ἔλεγον τότε, οἵτινες ἐφάνησαν κατ᾿ ἀρχὰς χρήσιμοι
εἰς τὰς μάχας τὰς γενομένας κατὰ τὰ Μεσσηνιακὰ
φρούρια, διότι παραχειμάζοντες εὑρέθησαν τότε εἰς
ἐκεῖνα τὰ μέρη, καὶ ὡς ἐκ τούτου ἀπέκτησαν πολλὰ
δικαιώματα καὶ ὄνομα παληκαριᾶς.

ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΚΛΗΣ
Καὶ οὗτος ἦτον ἀπὸ τὸ Ἀρκουδόρευμα, ὡμοίαζε
πολὺ καὶ αὐτὸς τοῦ γείτονά του Κορέλαν, πολεμήσας καὶ
αὐτὸς εἰς τὰ Μεσσηνιακὰ φρούρια, καὶ ὅπου οἱ ἄλλοι
Καρυτινοὶ ἐπολέμησαν.

Ο ΚΑΦΕΤΣΗΣ
Οὗτος ὁ περίφημος καπετάνιος ἦτον ἀπὸ τὸ
χωρίον Βλόγκον τῆς Λιοδώρας. Εὑρέθη δὲ κατ᾿ ἀρχὰς μὲ
σῶμα στρατιωτῶν εἰς τὴν πολιορκίαν τοῦ Λάλα. Μετὰ
δὲ τὴν φυγὴν τῶν Λαλαίων εἰς Πάτρας, ἦλθεν εἰς τὴν
πολιορκίαν τῆς Τριπολιτσᾶς μὲ τοὺς ὑπ᾿ αὐτὸν
στρατιώτας παρακολουθῶν τὸν στρατηγὸν Δ. Πλαπούταν.
Ἔδειξε δὲ πολὺν ζῆλον καὶ γενναιότητα εἰς τοὺς
πολέμους.
Ὁ Ἀναγνώστης Δεληγιάννης ἐπανελθὼν ἀπὸ τὴν
Κωνσταντινούπολιν εἰς τὰ Τρίκορφα, ἐμάλωσε τὸν
αὐτάδελφόν του Κανέλον διότι ἀφῆκε τὰ ὅπλα εἰς τὸν Θ.
Κολοκοτρώνην, καὶ οὗτος εἶχε δύναμιν, καὶ ἐβουλήθη
νὰ κάμῃ συνωμοσίαν κατὰ τοῦ Κολοκοτρώνη. Ἄρχισε
λοιπὸν νὰ κατηχῇ τοὺς καπεταναίους τῆς Καρύταινας
προσπαθῶν νὰ τοὺς ἀποσπάσῃ ἀπὸ αὐτὸν, καὶ
ἐξεμυμυστηρεύθη τὸν σκοπὸν του καὶ πρὸς τὸν Καφετσῆν,
διότι οἱ Δεληγιανναῖοι τὸν εἶχον πρὸ τῆς ἐπαναστάσεως
(κεχαγιὰν) ἐπιστάτην εἰς τὸ κτῆμά των (τσιφλίκι),
νομίζων ὅτι θὰ ᾖναι πιστὸς, καὶ δὲν ἐννόησεν, ὅτι ὁ
Καφετσῆς ἀπὸ ἐπιστάτης ἔγεινε καπετάνιος. Ὁ δὲ
Καφετσῆς εἶπε τὸ μυστικὸν πρὸς τὸν Κολοκοτρώνην,
ὅστις μαθὼν τὴν συνωμοσίαν εἶπε· « καμωθεῖτε ὅτι δὲν
» μοῦ εἴπετε τίποτε ἕως νὰ πάρωμεν τὴν Τριπολιτσᾶν
» καὶ τότε ἂς κάμουν ὅ,τι θέλουν».


ΕΠΑΡΧΙΑ ΛΕΟΝΤΑΡΙΟΥ

Ἡ Ἐπαρχία αὕτη ἂν καὶ ἦτο μικρὰ κατὰ τὴν
ἔκτασιν, ὅμως ἐγέννησε μεγάλους καὶ ἐπισήμους
ἄνδρας, οἵτινες εἶναι οἱ ἑξῆς.

ΔΙΚΑΙΟΙ Η ΦΛΕΣΑΙΟΙ
Ἡ πολυμελὴς αὕτη οἰκογένεια κατήγετο ἐκ τῆς
κωμοπόλεως Πολιανῆς, καὶ εἶναι μία ἐκ τῶν ἀρχαίων
καὶ ἐπισήμων γενεῶν τῆς Πελοποννήσου. Παλαιότερα
δὲ ὁ Παναγιώτης Δικαῖος πατὴρ τοῦ Ἀναγνώστου,
τοῦ Νικήτα καὶ τοῦ Κωνσταντίνου, εἶχεν ἐπισημότητα
παρὰ τῇ Τουρκικῇ Ἐξουσίᾳ.



ΑΡΧΙΜΑΝΔΡΙΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣ ΦΛΕΣΑΣ
(Ἡ βιογραφία τοῦ ἀνδρὸς τούτου ἐξεδόθη τῷ 1868).

ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΗΛΙΟΥ ΔΙΚΑΙΟΣ ΦΛΕΣΑΣ
Οὗτος ὑπῆρξε στρατιωτικὸς καὶ ὑπηρέτησε τὴν
πατρίδα ὡς τοιοῦτος, παρακολουθῶν πάντοτε τὸν
μεγαλουργὸν Ἀρχιμανδρίτην Φλέσαν. Ἔπεσε δὲ
μαχόμενος κατὰ τὴν ἐν Μανιάκι ἔνδοξον ἐκείνην μάχην, διότι
καθ᾿ ἣν ὥραν οἱ Τοῦρκοι ἐπήδησαν εἰς τὸ ὀχύρωμα τοῦ
θείου του Φλέσα καὶ ἐλιανίζοντο μὲ τὰ σπαθιὰ, οὗτος
διὰ νὰ προφυλάζῃ τὸν θεῖόν του νὰ μὴν τὸν σπαθίζουν
οἱ Τοῦρκοι, τὸν ἀγκάλιασε καὶ οὕτως ἔπεσαν καὶ οἱ δύω
μαζύ.



ΝΙΚΗΤΑΣ ΔΙΚΑΙΟΣ
Οὗτος ἦτον υἱὸς τοῦ Παναγιώτου Δικαίου, ὡς
εἴρηται. Εἰς δὲ τὴν Πολιανὴν ὑπῆρχον δύω Νικῆται, ὁ
Νικήτας Φλέσας, καὶ οὗτος περὶ τοῦ ὁποίου ἤδη
λέγομεν. Ἐγένετο γαμβρὸς τοῦ Θ. Κολοκοτρώνη, λαβὼν
εἰς γυναῖκα τὴν θυγατέρα του. Πρὸ τῆς ἐπαναστάσεως
ἦτον εἰς τὴν Ζάκυνθον καὶ ἐκεῖ ὑπηρέτησεν ὡς
στρατιωτικὸς εἰς τὰ Ἀγγλικὰ τάγματα. Κατὰ δὲ τὴν
ἐπανάστασιν ἐπανελθὼν εἰς τὴν πατρίδα του,
παρηκολούθει τὸν πενθερόν του Γέρω Κολοκοτρώνην, καὶ παντοῦ
ἐπολέμησεν. Ἐτιμᾶτο δὲ καὶ ἠγαπᾶτο ἀπὸ ὅλους, διὰ
τὴν καλήν του διαγωγὴν καὶ τὸ φύσει ἥσυχον τοῦ
ἤθους. Ἦτο δὲ τὸ παράδειγμα τῆς ὑπομονῆς.

ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΣ ΔΙΚΑΙΟΣ
Καὶ οὗτος ἦτον ἐκ τῆς κωμοπόλεως Πολιανῆς.
Πρὸ τῆς ἐπαναστάσεως ὑπῆρξε προεστὼς τῆς
ἐπαρχίας. Μετὰ δὲ τὴν ἐπανάστασιν ἐγένετο στρατιωτικὸς
καὶ ὡς τοιοῦτος ὑπηρέτησε μέχρι τοῦ 1828. Ὑπῆγεν
εἰς τὰ Μεσσηνιακὰ φρούρια καὶ εἰς τὴν πολιορκίαν τῆς
Τριπολιτσᾶς μετὰ τὸν Αὔγουστον μῆνα. Ἐπίσης δὲ
ἔλαβε μέρος καὶ εἰς τὰς κατὰ τοῦ Δράμαλη ἐπισήμους
δύω μάχας τοῦ Ἁγίου Σώστη καὶ Ἁγιονόρι μετὰ τῶν
λοιπῶν συγγενῶν του Φλεσαίων.

ΠΕΤΡΟΣ ΣΑΛΑΜΟΝΑΣ
Ὑπῆρξε προὔχων τοῦ Λεονταρίου, καὶ
ὑπηρέτησεν εἰς τὰ πολιτικὰ πράγματα ἐντὸς τῆς ἐπαρχίας του.

ΟΙΚΟΝΟΜΟΣ ΠΑΠΑΗΛΙΩΠΟΥΛΟΣ
Οὗτος ὁ ἱερεὺς τοῦ Θεοῦ τοῦ ὑψίστου κατήγετο
ἐκ Λεονταρίου. Πρὸ τῆς ἐπαναστάσεως περιήρχετο τὰ
χωρία κατηχῶν τοὺς συμπατριώτας του, καὶ
ἐφοδιάζων αὐτοὺς μὲ ὅπλα καὶ τὰ ἄλλα τὰ ἀναγκαῖα πρὸς
τὴν ἐπανάστασιν. Αὐτὸς ὡσαύτως κατήχησε καὶ τὸν
Ἀ. Κουλόχεραν, τὸν Ἀ. Κουμουνδοῦρον ἀπὸ τὸν
Κραμποβὸν καὶ τὸν Στασινὸν Ντουρέκαν, οἵτινες
ἐπολέμησαν καθ᾿ ὅλας τὰς μάχας τῆς πολιορκίας
Τριπολιτσᾶς, τὰς μάχας κατὰ τοῦ Δράμαλη καὶ εἰς ἄλλας
ἀκόμη. Καὶ οἱ τρεῖς οὗτοι παρηκολούθουν τὸν
συμπατριώτην των στρατηγὸν Νικήταν. Ὁ δὲ Στασινὸς
Ντουρέκας ἔπεσε μαχόμενος εἰς τὴν ἔνδοξον μάχην τὴν
γενομένην εἰς τὸ Μανιάκι τῆς Μεσσηνίας μετὰ τοῦ
ἀρχιμανδρίτου Φλέσα.



ΚΩΣΤΑΣ ΖΑΦΕΙΡΗΣ ΚΑΙ ΠΑΝΑΓΙΩΤΑΡΟΣ ΑΔΕΛΦΟΙ ΜΠΟΥΡΑΙΟΙ
Οἱ τρεῖς οὗτοι ἀδελφοὶ ἦσαν ἀπὸ τὸ χωρίον
Κωνσταντίνους τῆς Μεσσηνίας. Ἦσαν πάντοτε ἑνωμένοι
καὶ εἶχον σῶμα στρατιωτῶν ἴδιον. Κατὰ τὴν μάχην
τοῦ Βαλτετσίου ἐκλείσθησαν εἰς τὴν θέσιν, ἥτις
φαίνεται εἰς τὰς διηγήσεις μου καὶ τὸ σχετικὸν τοπογράφημά
μου. Ἐκ τούτων ὁ Παναγιώταρος ἐσκοτώθη κατὰ τὴν
πολιορκίαν τῆς Τριπολιτσᾶς εἰς τὴν θέσιν Ψηλὸν ὦμον
καὶ Ἁγιάννη Θάνα, ὅπου ἔπεσαν καὶ ἄλλοι Ἕλληνες.
Οἱ δὲ λοιποὶ δύω ἀδελφοὶ Κώστας καὶ Ζαφείρης
εὑρέθησαν καὶ εἰς τοὺς κατὰ τοῦ Δράμαλη πολέμους,
ὄντες ὁμοῦ μὲ τὸν Ἀρχιμανδρίτην καὶ τοὺς λοιποὺς
Φλεσαίους. Ἡ δὲ οἰκογένεια τῶν Μπουραίων εἶναι γνωστὴ
καθ᾿ ὅλην τὴν Μεσσηνίαν ὡς στρατιωτική. Ὁ
Παναγιώταρος ἐφονεύθη κατὰ τὴν 20 Ἰουλίου τοῦ 1821,
καθ᾿ ἣν ἡμέραν οἱ Τοῦρκοι εἶχον χωσιὰν εἰς τὸ
Μουχλὶ, καὶ ἐκτὸς τούτου ἐφόνευσαν καὶ 24 προσέτι
Ἕλληνας ἀπὸ τοὺς καμπίσους Τριπολιτσιώτας καὶ
Ἁγιοπετρίτας. Τούτους δὲ ὅλους τοὺς σκοτωθέντας, χωρὶς
κεφάλια, ἔθαψαν οἱ Ἕλληνες εἰς τὴν ἐκκλησίαν τοῦ
Ἁγίου Σώστη, χωρίου τοῦ κάμπου τῆς Τριπολιτσᾶς.
Ταῦτα κατ᾿ ἐκείνην τὴν ἡμέραν ἔγειναν.



ΑΝΑΓΝΩΣΤΗΣ ΠΑΠΑΓΕΩΡΓΙΟΥ Η ΑΝΑΓΝΩΣΤΑΡΑΣ
Ἦτον ἐκ τῆς Πολιανῆς, καὶ παλαιὸς κλέφτης.
Πρὸ τῆς ἐπαναστάσεως μετέβη εἰς τὴν Ρωσσίαν πρὸς
ἀντάμωσιν τοῦ Καποδιστρίου καὶ τοῦ Ἀλεξ.
Ὑψηλάντη καὶ λοιπῶν ἑταίρων. Ἡ ἐκεῖ μετάβασίς του
ὠφέλησε πολὺ, διότι ἐβεβαίωσε τὴν κατάστασιν τῶν
πραγμάτων τῆς Πελοποννήσου καὶ τὴν δύναμιν αὐτῆς,
διαφωτίσας καὶ ἐμψυχώσας τοὺς ἐκεῖ ἀδελφούς· ὁ
Ἀναγνωσταρᾶς ἐχρημάτισε καὶ ὡς ταγματάρχης εἰς
τὰ ἐν Ἑπτανήσῳ τάγματα. Ἦτο περίφημος διὰ τοὺς
τρόπους του καὶ τὴν ἱκανότητά του εἰς τὸ πείθειν καὶ
ῥαδιουργεῖν ἐπιτηδείως. Μετέβη δὲ καὶ εἰς τὰς νήσους
Ὕδραν καὶ Σπέτσας, ἐνεργῶν τὰ χρέη τὰ ἀποστολικά.
Κατὰ δὲ τὴν ἔκρηξιν τῆς ἐπαναστάσεως εὑρέθη εἰς τὰς
Καλάμας, ὅπου ἐπῆραν τοὺς ὀλίγους Τούρκους μετὰ
τῶν ἄλλων, καὶ ἔπειτα ἐτράβηξε διὰ τὰς ἐπαρχίας
Τρυφυλλίας καὶ Ὀλυμπίας γενικεύων τὴν ἐπανάστασιν,
καὶ παρακινῶν τοὺς κατοίκους νὰ λάβουν τὰ ὅπλα καὶ
τὸν ἀκολουθήσουν. Ἐκεῖ δὲ ἦσαν καὶ ἄλλοι
καπεταναῖοι μεταξὺ τῶν ὁποίων ὁ Φλέσας, ὁ
Κεφάλας, ὁ Παπατσώνης καὶ λοιποί. Οὗτοι δὲ ὅλοι ἦλθον εἰς τὴν
πολιορκίαν τῆς Καρύταινας, ἄγοντες ὑπὲρ τὰς 2500
στρατιώτας. Ἐλθούσης δὲ βοηθείας ἐκ Τριπολιτσᾶς,
ἡ πολιορκία διελύθη, καὶ οἱ Ἕλληνες ἐσκορπίσθησαν
ἐκεῖθεν. Ὁ δὲ Ἀναγνωσταρᾶς ὑπῆγε εἰς Στεμνίτσαν,
μετ᾿ ἄλλων καπεταναίων, καὶ ἐκεῖθεν ἐτράβηξε διὰ τὸ
Λεοντάρι. Ἔπειτα ἦλθεν εἰς τὸ Βαλτέτσι ὅπου καὶ
πολλοὶ ἄλλοι συνηθροίσθησαν. Ἐλθόντες δὲ ἐκεῖ οἱ
Τοῦρκοι ἐπολέμησαν, καὶ ἐσκόρπισαν πάλιν τοὺς
Ἕλληνας. Τότε ὁ Ἀναγνωσταρᾶς ἀνεχώρησεν ἐκεῖθεν εἰς
τὰ Μεσσηνιακὰ Φρούρια, ὅπως τακτοποιήσῃ τὰ τῆς
πολιορκίας. Ἐκεῖ δὲ εὑρισκόμενος καὶ μαθὼν τὴν ἔλευσιν
τοῦ πρίγκηπος Δημ. Ὑψηλάντου, ὑπῆγεν εἰς τὸ
Ἄργος πρὸς ὑποδοχήν του. Μετὰ ταῦτα ἦλθεν εἰς τὰ
Τρίκορφα διὰ τὴν πολιορκίαν τῆς Τριπολιτσᾶς μετὰ τοῦ
Ὑψηλάντου, τὸν ὁποῖον παρηκολούθει ἀναχωρήσαντα
εἰς Καλάμας ἀπὸ τὰ Βέρβαινα. Ὁ Ἀναγνωσταρᾶς
ἔμεινε καθ᾿ ὅλην τὴν πολιορκίαν τῆς Τριπολιτσᾶς,
καὶ μετὰ τὴν ἅλωσιν αὐτῆς, ἀνεμίχθη εἰς τὰ πολιτικὰ
πράγματα. Ἐπὶ δὲ τῆς Κυβερνήσεως τοῦ Θ.
Κουντουργιώτη ἐγένετο ὑπουργὸς τοῦ πολέμου, καὶ ὡς
τοιοῦτος ἐξεστράτευσε κατὰ τοῦ ἐλθόντος τότε Ἰμβραὴμ
πασᾶ. Ἔπεσε δὲ μαχόμενος κατὰ τὸ νησὶ τῆς
Σφακτηρίας, εἰς Ναυαρίνους, καθ᾿ ἢν ὥραν ἔγεινεν ἡ εἰσβολὴ
τῶν Ἀράβων κατὰ ξηρὰν καὶ κατὰ θάλασσαν, διὰ τὴν
πολιορκίαν τοῦ Νεοκάστρου.
Εἴπομεν ἐν ἀρχῇ, ὅτι ὁ Ἀναγνωσταρᾶς πρὸ τῆς
ἐπαναστάσεως μετέβη εἰς τὴν Ρωσσίαν· τοῦτο δὲ
ἐγένετο κατὰ θέλησιν τοῦ Καποδιστρίου, διότι ὅταν οὗτος
ἦλθεν εἰς τὴν πατρίδα του Κέρκυραν κατὰ τὸ ἔτος
1819, κατήχησεν ὅλους τοὺς εὑρεθέντας ἐκεῖ
καπεταναίους, οἵτινες παλαιότερον εἶχον ὑπηρετήσει εἰς τὰ
Ρωσσικὰ τάγματα τὰ κατέχοντα τὴν Ἑπτάνησον.
Ἐκ τούτων τῶν καπεταναίων πολλοὶ ὑπῆγον εἰς τὴν
Ρωσσίαν καὶ ἔδωκαν ἀναφορὰν πρὸς τὸν Αὐτοκράτορα
πρὸς πληρωμὴν τῶν μισθῶν των, οἵτινες ἔμειναν
ἀπλήρωτοι, καὶ μάλιστα ὁ Καποδίστριας τοῖς ὑπεσχέθη νὰ
μεσιτεύσῃ περὶ τούτου παρὰ τῷ Αὐτοκράτορι, καὶ
κατόπιν οἱ καπεταναῖοι οὗτοι νὰ ἐνεργήσουν ὡς
ἀπόστολοι τῆς Φιλικῆς ἑταιρίας, ὅπερ καὶ ἐγένετο.



ΝΙΚΗΤΑΣ ΣΤΑΜΑΤΕΛΟΠΟΥΛΟΣ Η ΝΙΚΗΤΑΡΑΣ
Οὗτος, ὁ μὴ εἰπὼν τίποτε, ἀλλ᾿ ἔχων ἔργον τὸν
πόλεμον, ὁ φιλοκίνδυνος, καὶ ὁ ἀκολουθῶν ἡμέραν καὶ
νύκτα τὸν ἐχθρὸν, ἐγεννήθη εἰς τὸ χωρίον Τουρκολέκα
τῆς αὐτῆς ἐπαρχίας. Πρὸ τῆς ἐπαναστάσεως ἦτον εἰς
τὴν Ἑπτάνησον ὑπηρετῶν εἰς τὰ ἐκεῖ τάγματα ὡς
ἀξιωματικὸς, καὶ κατόπιν ἐπανῆλθεν εἰς τὴν
Πελοπόννησον ὅπως χρησιμεύσῃ εἰς τὴν ἐλευθερίαν τῆς
πατρίδος του. Ὁδηγούμενος δὲ πάντοτε ὑπὸ τοῦ θείου του
Θ. Κολοκοτρώνη, εὑρέθη εἰς Βαλτέτσι κατὰ τὴν
πρώτην ἐκεῖ γενομένην μάχην. Ἀφοῦ δὲ οἱ Τοῦρκοι μᾶς
ἐκυνήγησαν, μᾶς ἐπῆραν τὸ χωριὸ, καὶ μᾶς ἔκαυσαν
καὶ ἕνα μέρος σπίτια, ἡμεῖς πάλιν τοὺς ἐκυνηγήσαμεν,
ὅτε ὁ Νικήτας καταδιώκων τοὺς Τούρκους, ἐφώναξε
«Σταθῆτε, Περσιάνοι νὰ πολεμήσωμεν!». Ἀπὸ ἐκείνης
δὲ τῆς ἡμέρας οἱ Ἕλληνες ἔλεγον τοὺς Τούρκους
Περσιάνους, διότι καὶ ἀνέκαθεν ὑπῆρχεν ἰδέα
πατροπαράδοτος εἰς τοὺς Ἕλληνας, ὅτι οἱ Τοῦρκοι κατάγονται
ἀπὸ τὴν Περσίαν, καὶ τὴν Κόκκινην Μηλιὰν, ὡς
ἔλεγον.
Τοῦ στρατηγοῦ τούτου τὰ ἡρωϊκὰ κατορθώματα
κατὰ τὰς διαφόρους καὶ ἐπισήμους μάχας, τὰς
γενομένας ἐντὸς καὶ ἐκτὸς τῆς Πελοποννήσου, εἶναι τόσον
πολλὰ, ὥστε ἤδη, ἐν ταῖς συντόμοις ταύταις
βιογραφίαις, δὲν δυνάμεθα νὰ τὰ διηγηθῶμεν λεπτομερῶς.
Ἄλλως τε ταῦτα εἶναι γνωστὰ, φαίνονται δὲ καὶ
μαρτυροῦνται τὰ ἀνδραγαθήματά του εἰς ὅλα τὰ μέχρι
τοῦδε ἐκδοθέντα στρατιωτικὰ καὶ ἱστορικὰ
ἀπομνημονεύματα, κοσμοῦντα τὰς ὡραιοτέρας σελίδας των.
Ἰδίως ὅμως καὶ ἐν συντόμῳ, ὁ Νικηταρᾶς ἐπολέμησε
τοὺς Τούρκους κατὰ τὰς ἐπισήμους μάχας τῶν
Δολιανῶν, τοῦ Ἁγίου Σώστη δὶς, τοῦ Ἁγιονόρι, τῆς
Στυλίδος καὶ Ἁγίας Μαρίνας, τοῦ Μεσολογγίου, τῆς
Ἀράχοβας, ἀρχηγοῦντος τοῦ Καραϊσκάκη καὶ αὐτοῦ
τούτου, καὶ παρευρέθη καὶ ἐπολέμησε καὶ εἰς ἄλλας
πολλὰς μάχας.
Τοιοῦτος ὑπῆρξεν ὁ φιλοπόλεμος Νικήτας, καὶ
αὐτὰ ἔπραξε διὰ τὴν ἐλευθερίαν τῆς πατρίδος. Ἡ
Κυβέρνησις ὅμως τοῦ Κουντουργιώτη τὸν ἐκήρυξε καὶ
αὐτὸν ἀντάρτην, χωρὶς νὰ τὸ θέλῃ, καὶ τὸν ἠνάγκασε
νὰ φύγῃ εἰς τὴν Ρούμελην μετὰ τοῦ Ἀνδρέα Ζαΐμη
καὶ Ἀνδρέα Λόντου, ὅπου τοὺς ἐδέχθη καὶ τοὺς ὑπερασπίσθη
μόνος ὁ ἄλλος φιλοπόλεμος καὶ φιλόπατρις
στρατηγὸς Τσόγκας, μέχρι τῆς δοθείσης ὑπὸ τῆς ἰδίας
Κυβερνήσεως ἀμνηστείας καὶ εἰς αὐτοὺς καὶ εἰς τοὺς
ἄλλους τοὺς φυλακισθέντας ἐν Ὕδρᾷ.

ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΣΤΑΜΑΤΕΛΟΠΟΥΛΟΣ
Οὗτος ἦτον ἀδελφὸς τοῦ ἥρωος Νικήτα, καὶ εἷς
ἐκ τῶν πολεμιστῶν καὶ πολιορκητῶν τοῦ Ναυπλίου.
Πρὸ τῆς ἐπαναστάσεως, παρακολουθῶν πάντοτε τοὺς
θείους του Ἀναγνωσταρᾶν Παπαγεωργίου καὶ Θ.
Κολοκοτρώνην, ἐπέρασεν εἰς τὴν Ἑπτάνησον ὅπου
ὑπηρέτησε καὶ αὐτὸς ὡς ἀξιωματικὸς εἰς τὰ ἐκεῖ
στρατιωτικὰ τάγματα. Κατὰ δὲ τὴν ἐπανάστασιν, ἐπανελθὼν
ἐχρησίμευσεν ὡς διδάσκαλος τῆς τακτικῆς εἰς τὴν
πατρίδα μας. Ἐφονεύθη δὲ εἴς τινα μάχην ἀπὸ τοὺς
Τούρκους τοῦ Ναυπλίου μετὰ τὴν φυγὴν τοῦ Δράμαλη
ἀπὸ τὴν Ἀργολίδα.

ΛΙΑΚΟΣ ΠΕΤΡΟΠΟΥΛΟΣ
Ὁ καπετάνιος οὗτος κατήγετο ἐκ Σινάνου τῆς
Μεγαλοπόλεως, καὶ ὑπηρέτησε τὴν πατρίδα ὑπὸ τὰς
διαταγὰς τοῦ Θ. Κολοκοτρώνη, εὑρεθεὶς εἰς πολλὰς
μάχας κατὰ τὴν πολιορκίαν τῆς Τριπολιτσᾶς. Ὑπῆγε
δὲ καὶ εἰς τὰ Μεγάλα Δερβένια μετὰ τοῦ Νικήτα
Σταματελοπούλου. Κατὰ δὲ τὴν εἰσβολὴν τοῦ Δράμαλη
εὑρέθη καὶ εἰς τὰς δύω μάχας τοῦ Ἁγίου Σώστη καὶ
Ἁγιονόρι. Ὡσαύτως δὲ μετέβη καὶ ἐκτὸς τῆς Πελοποννήσου
καὶ ἐπολέμησε, διακριθεὶς ὡς καλὸς καὶ ἄξιος
στρατιωτικός.

ΓΙΑΝΝΑΚΗΣ ΚΑΠΟΥΤΣΗΣ
Οὗτος ἦτον ἐκ τοῦ Σινάνου, καὶ πάντοτε
ἠκολούθησε τὸν Ἀρχιμανδρίτην Δικαῖον Φλέσαν, καὶ καθ᾿
ὅλον τὸν ἀγῶνα ὑπηρέτησεν ὁμοῦ μὲ τοὺς Φλεσαίους
ὡς στρατιωτικός.

ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΜΗΛΙΤΣΗΣ
Οὗτος ὑπῆρξε γενναῖος στρατιωτικὸς, καὶ εἰς
Ἑπτάνησον ἐμαθήτευσεν εἰς τὰ τοῦ πολέμου,
χρησιμεύσας ἔπειτα εἰς τὴν ἐπανάστασίν μας ὡς διδάσκαλος
τῆς στρατιωτικῆς καὶ πολεμικῆς τέχνης εἰς τοὺς
γείτονάς του.

ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΚΑΙ ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΣ ΑΔΕΛΦΟΙ ΜΗΛΙΑΝΑΙ
Οἱ δύω οὗτοι ἀδελφοὶ ὑπηρέτησαν τὴν πατρίδα
ὡς πολιτικοί. Πρὸ τῆς ἐπαναστάσεως ἐμπορεύοντο εἰς
τὴν Ζάκυνθον, καὶ ἐκεῖ ἐλεύθεροι ὄντες εἶχον
προετοιμάσει πολλὰ ἀναγκαῖα εἰς τὴν ἐπανάστασιν, τὰ ὁποῖα,
ἅμα αὕτη ἐγένετο, μετέφερον ἐγκαίρως καὶ πολὺ
ἐχρησίμευσαν, ἕνεκα τῆς μεγάλης ἐλλείψεως τῶν
ἀναγκαίων τοῦ πολέμου, τῶν ὁποίων τότε εἶχον οἱ
Ἕλληνες. Ὑπῆρξαν δὲ καὶ πληρεξούσιοι καὶ βουλευταὶ τῆς
ἐπαρχίας Λεονταρίου.

ΙΩΑΝΝΗΣ ΚΑΡΑΚΙΤΣΟΣ
Ὁ καπετάνιος οὗτος ἐγεννήθη εἰς τὸ χωρίον
Κατσαροῦ τῆς Μεσσηνίας. Κατὰ δὲ τὴν ἐπανάστασιν
ἐγένετο γνωστὸς διὰ τὰς πρὸς τὴν πατρίδα
στρατιωτικὰς ἐκδουλεύσεις του, διότι εὑρέθη παντοῦ, καὶ ἰδίως
εἰς τὸ Βαλτέτσι καὶ εἰς τὴν πολιορκίαν τῆς Τριπολιτσᾶς,
ὡς καὶ εἰς τὰς κατὰ τοῦ Δράμαλη μάχας. Ἦτο μετὰ
τοῦ Ἀρχιμανδρίτου Δικαίου καὶ λοιπῶν Φλεσαίων.
Ὑπῆγε δὲ καὶ ἐκτὸς τῆς Πελοποννήσου. Ἐπέδειξε δὲ
πολὺν ζῆλον, γενναιότητα καὶ προθυμίαν ἀκούραστον.

ΤΣΑΚΩΝΙΑ


ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΚΑΙ ΓΙΑΝΟΥΛΗΣ ΑΔΕΛΦΟΙ ΚΑΡΑΜΑΝΟΥ
Ἡ οἰκογένεια τῶν Καραμάνων ὑπηρέτησε τὴν
πατρίδα πολιτικῶς καὶ στρατιωτικῶς ἐξ ἰδίων
δαπανῶσα κατὰ τὸν ἱερὸν ἀγῶνα. Ὁ μὲν Γιαννούλης καὶ
ἐφυλακίσθη ὡς πρόκριτος εἰς Τριπολιτσᾶν, ὁ δὲ
Δημήτριος εὑρίσκετο μὲ τοὺς στρατιώτας εἰς τὴν πολιορκίαν
τῆς Τριπολιτσᾶς καὶ ἔμεινεν ἐκεῖ μέχρι τῆς ἁλώσεως
αὐτῆς. Μετὰ δὲ ταῦτα ἔγεινε γερουσιαστὴς τῆς
Πελοποννήσου. Ὅτε δὲ ὁ Τουρκικὸς στόλος ἦλθεν εἰς τὰς
νήσους Ὕδραν καὶ Σπέτσας, τότε ὁ Πάνος
Κολοκοτρώνης ἦτον εἰς τὸ Λεωνίδιον, σταλεὶς ὑπὸ τῆς Πελοποννησιακῆς
Γερουσίας διὰ πολιτικὴν ὑπηρεσίαν, τοῦτον
οἱ ἀδελφοὶ Καραμάνου καὶ οἱ λοιποὶ ἐκεῖ πρόκριτοι
ἐβοήθησαν, διότι ἀμέσως ἐστρατολόγησαν 350
πολεμιστὰς, οἵτινες μετὰ τοῦ Πάνου ἐπέρασαν εἰς Σπέτσας
πρὸς βοήθειαν τῶν ἀδελφῶν μας Σπετσιωτῶν.

ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΜΙΧΑΛΑΚΗΣ
Ὁ καπετάνιος οὗτος κατήγετο ἐκ Λεωνιδίου.
Ὑπῆγεν εἰς τὴν πολιορκίαν τῆς Μονεμβασίας μὲ τὸν
Ἐμμανουὴλ Τσοῦχλον καὶ τοὺς ὑπ᾿ αὐτὸν γείτονάς
του καὶ ἄλλους, ὄντας ὑπὲρ τοὺς διακοσίους
πεντήκοντα. Μετὰ δὲ τὴν ἅλωσιν τοῦ φρουρίου τούτου,
ἦλθεν εἰς τὴν πολιορκίαν τῆς Τριπολιτσᾶς, καὶ ἔμεινεν
ἐκεῖ μέχρι τῆς γενομένης ἐφόδου ἀπὸ τοὺς γείτονάς
του, κατὰ τὴν ὁποίαν πολὺ συνετέλεσε. Κατόπιν δὲ
εὑρέθη καὶ κατὰ τὰ Δραμαλικὰ εἰς τὴν Ἀργολίδα καὶ
Παλαιόκαστρον τοῦ Ἄργους, κατὰ δὲ τὴν γενομένην
μάχην ἀπὸ τὸν Κολοκοτρώνην εἰς τὸ Δερβενάκι κατὰ
διαταγὴν τούτου ἐτοποθετήθη εἰς τὴν Κλένιαν, ὅπου
ἐστάθη καὶ ὑπηρέτησε μετὰ πολλοῦ ζήλου καὶ
προθυμίας.

ΘΕΟΔΩΡΟΣ ΓΟΥΛΕΛΟΣ
Καὶ αὐτὸς ὁ καπετάνιος, ὡς καὶ ὁ Παναγιώτης
Σαράντης, ἐκ τοῦ Λεωνιδίου κατήγοντο. Καὶ οἱ δύω
δὲ οὗτοι ἦλθαν μὲ τοὺς γείτονάς των περὶ τοὺς διακοσίους
εἰς τὴν πολιορκίαν τῆς Τριπολιτσᾶς, καὶ πολὺ
συνετέλεσαν κατὰ τὴν ἔφοδον τῆς πόλεως, ὡς φαίνεται
εἰς τὰ κατὰ τὴν ἅλωσιν ἀπομνημονεύματά μου.
Εὑρέθησαν δὲ καὶ εἰς τὴν Ἀργολίδα ὕστερον, καὶ
ἐπολέμησαν τὸν Δράμαλην κατὰ τὴν εἰς Κόρινθον φυγήν του,
καὶ ἔπειτα ἐτοποθετήθησαν καὶ αὐτοὶ μετὰ τῶν ἄνω
ῥηθέντων εἰς τὸ χωρίον Κλένια πρὸς ἀποκλεισμὸν τοῦ
Δράμαλη εἰς τὴν Κόρινθον καὶ ἔμειναν ἐκεῖ μέχρι τῆς
καταστροφῆς του. Αἱ δὲ ὑπὸ τούτων ὅλων γενόμεναι
μάχαι κατὰ τὸ μέρος ἐκεῖνο πολὺ ἀπὸ τοὺς πολεμικοὺς
ἐπαινέθησαν.

ΕΠΑΡΧΙΑ ΤΡΙΠΟΛΙΤΣΑΣ



ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΣΕΚΕΡΗΣ
Οὗτος ἦτον εἰς τὴν Ὀδησσὸν καὶ ἐκεῖ ἐμπορεύετο.
Κατηχήθη δὲ τὰ μυστήρια τῆς Φιλικῆς Ἑταιρίας ἀπὸ
τὸν αὐτάδελφόν του Γεώργιον Σέκερην, καὶ ἀνεδείχθη
εἷς τῶν ἀρχηγῶν ἑταιριστῶν. Ὁ Σκουφᾶς, ὁ
Τσακάλωφ καὶ ὁ Γεώργιος Σέκερης, οἱ τρεῖς οὗτοι ὁμοῦ
ἔκαμον τὸ πρῶτον σχέδιον εἰς τὴν Μόσχαν πῶς νὰ γείνῃ ὀ
ὀργανισμὸς τῶν Φιλικῶν. Αὐτὸς ἐβοήθησε πολὺ τὸν
Ξάνθον καὶ τοὺς λοιποὺς ἑταίρους, καὶ ἔκαμε πολλὴν
διάδοσιν τοῦ μυστικοῦ τῆς ἑταιρίας, διὰ δὲ τῆς
συνεννοήσεώς του μὲ τὸν ἀδελφόν του Παναγιώτην Σέκερην
ἐμπορευόμενον εἰς τὴν Κωνσταντινούπολιν, ἡ ἑταιρία
γενικωτέρα ἐγένετο. Ἐπειδὴ δὲ εἰς τοὺς ἀδελφοὺς
Σεκεραίους, ὡς Πελοποννησίους, οἱ ἄλλοι Πελοποννήσιοι
ἐξεμυστηρεύοντο μὲ περισσότερον θάρρος καὶ εὐκολίαν,
διὰ τοῦτο οἱ περισσότεροι ἐκ τούτων κατηχήθησαν ἀπὸ
τὴν οἰκογένειαν αὐτήν.
Αἱ ἐκδουλεύσεις καὶ αἱ θυσίαι τῶν Σεκεραίων
πρὸ τῆς ἐπαναστάσεως καὶ μετ᾿ αὐτὴν εἶναι πολλαὶ
καὶ μεγάλαι. Ἔλαβον μέρος ἐνεργητικὸν εἰς τὸν
πόλεμον, καὶ μάλιστα ὁ ἀδελφός των Γεώργιος Σέκερης,
ὁ ἔξοχος καὶ πολυμαθέστατος τότε ἀνὴρ, ἔγεινεν
ἀρχηγὸς τῶν ὅπλων τῆς ἐπαρχίας Τριπολιτσᾶς. Οὗτος
εὑρέθη εἰς τὴν πολιορκίαν τῶν Πατρῶν ὑπὸ τὰς
διαταγὰς τοῦ Θ. Κολοκοτρώνη, ὅπου ἠρίστευσε κατὰ τὴν
μάχην τῆς 9 Μαρτίου, ὡς φαίνεται εἰς τὰς διηγήσεις
μου. Κατὰ δὲ τὰς ἀρχὰς τοῦ Μαΐου ἀνεχώρησεν ἀπὸ
τὴν πολιορκίαν τῶν Πατρῶν ὑπῆγεν εἰς τὴν
Ἀργολίδα, καὶ ἐτέθη ὑπὸ τὰς διαταγὰς τῆς Κυβερνήσεως
διὰ τὴν ἐκστρατείαν τῶν Μεγάλων Δερβενίων. Τότε δὲ
κανεὶς ἄλλος δὲν ἤθελε νὰ ὑπάγῃ, καὶ μόνοι οἱ Τριπολιτσιῶται
ἀπεφάσισαν, καὶ ὅμως τοὺς κατηγοροῦν
ὅτι ἔφυγον ἐκεῖθεν χωρὶς πόλεμον.
Κατὰ δὲ τὴν εἰσβολὴν τοῦ Δράμαλη εἰς τὴν
Ἀργολίδα εὑρέθη μετὰ τοῦ στρατηγοῦ Πλαπούτα, καὶ
μάλιστα εἰς τὸ Κεφαλάρι τοῦ Ἄργους, καὶ εἰς τὰς
ἄλλας ἐκεῖ γενομένας μάχας ἐπολέμησε καλῶς μὲ τοὺς
ὑπ᾿ αὐτὸν πατριώτας του Τριπολιτσιώτας. Ἔπειτα δὲ
εἰς τὸν Ἅγιον Σώστην, Ἅγιον Βασίλειον καὶ Κλένιαν,
ὅπου τότε ἦτο τοποθετημένον τὸ στρατόπεδον τοῦ
πολιορκητοῦ τῶν δύω φρουρίων Ναυπλίου καὶ Κορίνθου
ἀρχηγοῦ Θ. Κολοκοτρώνη, εὑρεθεὶς ὁ Γ. Σέκερης
ἐκεῖ, καὶ κυριευθεὶς ἀπὸ νόσον ἀνίατον ἀπέθανεν, καὶ
οὕτως ἡ Πελοπόννησος ἔχασε στρατηγὸν
πεπαιδευμένον καὶ κάτοχον πολλῶν γλωσσῶν καὶ γνώσεων.



ΡΗΓΑΣ ΠΑΛΑΜΗΔΗΣ
Κατήγετο ἀπὸ τὴν Στεμνίτσαν ἐκ τῆς ἐπισήμου
γενεᾶς τῶν Παλαμηδαίων. Ὁ δὲ πατήρ του πρὸ
πολλοῦ εἶχεν ἀποκατασταθῆ εἰς τὴν Τριπολιτσᾶν.
Ἐπανελθὼν δὲ ὁ Ρήγας ἀπὸ τὴν
Κωνσταντινούπολιν κατ᾿ ἀρχὰς ὀλίγον ἐστάθη εἰς τὰ Βέρβαινα,
συντελῶν μετὰ τῶν ἄλλων εἰς τὰς πρώτας συστάσεις τῶν
στρατοπέδων. Μετὰ ταῦτα ἦλθεν εἰς τὸ Βαλτέτσι, καὶ
εὑρίσκετο ἐκεῖ μετὰ τοῦ Θ. Κολοκοτρώνη. Ἐπειδὴ δὲ
τότε ἡ βάρδια τοῦ Καλογεροβουνιοῦ εἶχε πιάσει τὸν
διδάσκαλον τῶν Καλαμῶν Γεράσιμον, ἐρχόμενον ἀπὸ
τὴν Τριπολιτσᾶν, ὅπου τὸν εἶχε στείλει ὁ Πέτρος
Μαυρομιχάλης, ἐν ἀγνοίᾳ ὅλων τῶν ἄλλων καπεταναίων,
καὶ ὡς ἐκ τούτου ἠγέρθησαν πολλαὶ ὑπόνοιαι, οἱ
εὑρεθέντες ἐκεῖ Μανιᾶται καπεταναῖοι, Μούρτσινοι,
Κουμουνδουράκιδες, Καπετανάκιδες, Βενετσανάκιδες,
Τουράκιδες καὶ ἄλλοι πολλοὶ, καὶ οἱ Μαυρομιχαλαῖοι
Κυριακούλης καὶ Ἠλίας, ὅλοι αὐτοὶ ἦλθον εἰς
λογομαχίαν μὲ τοὺς Ἀναγνωσταρᾶν Παπαγεωργίου, Ἠλίαν
Φλέσαν, Δημ. Παπατσώνην, Παναγ. Κεφάλαν,
Μητροπέτροβαν, Νικήταν Φλέσαν καὶ Θ. Κολοκοτρώνην,
διὰ τὴν ἀποστολὴν ταύτην τοῦ Γερασίμου, καὶ διὰ τὰ
γράμματα καὶ τὰ προσκυνοχάρτια, τὰ ὁποῖα οὗτος
ἔφερεν ἀπὸ τοὺς Τούρκους, καὶ προσέτι διὰ τοὺς λόγους,
τοὺς ὁποίους εἶπε κατὰ τῆς ἐπαναστάσεως ὁ Γεράσιμος,
ἀπεφασίσθη καὶ ἐστάλη ὁ Ρήγας εἰς τὰς Καλάμας διὰ
νὰ κάμῃ γνωστὴν εἰς τὸν Πετρόμπεην τὴν διαγωγὴν τοῦ
Γερασίμου, καὶ παρακινήσῃ αὐτὸν νὰ ἔλθῃ εἰς τὸ
στρατόπεδον διὰ νὰ ἐννοήσουν ὅλοι καὶ νὰ πεισθοῦν, ὅτι θέλει
τὴν ἐπανάστασιν· παρέδωκεν δὲ εἰς τὴν συνοδίαν τοῦ
Ρήγα καὶ τὸν Γεράσιμον διὰ νὰ μὴν τὸν σκοτώσουν εἰς
τὸν δρόμον καὶ κακοφανῆ τοῦτο εἰς τὸν Πετρόμπεην. Τὰ
μετὰ ταῦτα ἀναφέρονται εἰς τὰ ἀπομνημονεύματά μου.
Κατόπιν ὁ Ρήγας ἐπέστρεψεν εἰς τὸ Χρυσοβίτσι, καὶ
ἐκεῖ ἐβοήθει τὸν Κολοκοτρώνην διὰ τῶν συμβουλῶν
του καὶ τῆς γραφικῆς του ἱκανότητος. Μέχρι δὲ τῆς
ἐλεύσεως τοῦ πρίγκηπος Ὑψηλάντου ὁ Ρήγας ἔμενεν
εἰς τὸ στρατόπεδον τῶν Τρικόρφων, καὶ ὑπῆγεν καὶ
αὐτὸς μετὰ τῶν ἄλλων πρὸς ὑποδοχήν του. Ἔπειτα
διωρίσθη γραμματεὺς τῆς Γερουσίας τῶν Καλτεζῶν, καὶ
ὕστερον διωρίσθη πάλιν νὰ ὑπάγῃ εἰς τὰς Κεγχρεὰς
διὰ νὰ συμβιβάσῃ δυσαρέσκειάν τινα γενομένην μεταξὺ
τῶν πολιορκητῶν καὶ τῶν Νοταράδων, καὶ συνάμα νὰ
εἰσπράξῃ καὶ τὰ ὑποχρεωτικὰ χρήματα ἀπὸ τὴν
Ἐπαρχίαν τῆς Κορίνθου, καὶ νὰ ἴδῃ καὶ τὸ ἐκεῖ
φροντιστήριον. Ἔχει δὲ ὅλα τὰ ἔγγραφα τῆς ἀποστολῆς του
ταύτης. Ἁλωθείσης δὲ τῆς Τριπολιτσᾶς, ἐπανῆλθεν εἰς
αὐτὴν καὶ ἔκτοτε ἀνεμίχθη καὶ εἰς τὰ πολιτικὰ
πράγματα, καὶ οὕτω ὑπηρέτει τὴν πατρίδα στρατιωτικῶς
μὲ καλὸν ζῆλον. Οὐδεὶς δὲ ἄλλος ἔχει περισσοτέρας
ἐκδουλεύσεις πολιτικὰς, διότι ὅλα τὰ ἐπαγγέλματα
ἐπέρασαν ἀπὸ τὴν διεύθυνσίν του.

ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΒΑΡΒΟΓΛΗΣ
Οὗτος ἦτον ἐκ τῶν προὐχόντων τῆς Τριπολιτσᾶς.
Ἐκρατήθη μέσα εἰς τὴν πόλιν ἀπὸ τοὺς Τούρκους, ἀλλ᾿
ἔφυγεν πρὶν αὕτη ἁλωθῇ. Ὑπηρέτησε στρατιωτικῶς
καὶ πολιτικῶς, ὑπῆρξε πληρεξούσιος, βουλευτὴς,
γερουσιαστὴς τῆς Πελοποννήσου καὶ ὑπουργός. Ἡ
Πελοποννησιακὴ Γερουσία εἶχε στείλει μίαν ἐπιστροπὴν
ἀπὸ τὰ μέλη της διὰ νὰ παρασταθῇ εἰς τὴν παράδοσιν
τοῦ Ναυπλίου, καὶ ἓν μέλος αὐτῆς ἦτο καὶ ὁ Γ.
Βάρβογλης. Ἐλθόντος ὅμως τοῦ Δράμαλη, ὁ Βάρβογλης
ἔφυγεν ἀπὸ τὴν Ἀργολίδα ὁμοῦ μὲ τῶν Παλαιῶν
Πατρῶν καὶ ἄλλους, ἀλλ᾿ εἰς τῇς Πόρταις τοῦ Σάγκα
τοὺς ἔπιασαν οἱ στρατιῶται τοῦ Πλαπούτα, καὶ
ἤθελον νὰ τοὺς κακοποιήσουν, διότι τοὺς ἐθεώρησαν ὡς
αἰτίους τῆς εἰσβολῆς τοῦ Δράμαλη. Ὁ δὲ Βάρβογλης
διαφυγὼν ἦλθεν εἰς τὴν Τριπολιτσᾶν, καὶ ἀμέσως
ἐξεστράτευσε μὲ τοὺς συμπατριώτας του, καὶ ὑπῆγεν εἰς
τὸ Νιοχωράκι ἀπὸ κάτω ἀπὸ τῇς Πόρταις· ὅτε ὁ Θ.
Κολοκοτρώνης ἔτυχε νὰ περνᾷ ἐκεῖθεν, ἀνταμώθη μὲ
τὸν Βάρβογλην καὶ ὡμίλησαν, καὶ τοὺς μὲν
στρατιώτας ἔστειλεν ὑπὸ τὰς διαταγὰς τοῦ Πλαπούτα,
αὐτὸν δὲ ὁ Κολοκοτρώνης ἐπεριποιήθη, λησμονήσας ὅσα
τοῦ ἔκαμον οἱ ἐν Ἄργει πολιτικοὶ, καὶ αὐτὸς ὁ ἴδιος
Βάρβογλης, καὶ τὸν ἔστειλεν ὀπίσω διὰ νὰ προβλέπῃ
τὰς ζωοτροφίας τοῦ στρατοπέδου.
Ἡ οἰκογένεια τοῦ Βάρβογλη ἐξώδευσε καθὼς καὶ
αἱ ἄλλαι οἰκογένειαι τῶν ἀρχοντοπροκρίτων· μάλιστα
δὲ κατὰ τὴν ἐποχὴν τῶν Ἀράβων ἐφάνη πολὺ
πρόθυμος ὁ Γεώργιος Βάρβογλης, διότι ἔστειλε τὸν υἱόν του
Σωτηράκην εἰς τὴν ἐκστρατείαν αὐτὴν μὲ σῶμα
στρατιωτικὸν ἀπὸ τὴν Τριπολιτσᾶν, ἀλλὰ κατὰ δυστυχίαν,
αἰχμαλωτίσθη εἰς τοὺς Ἀβαρίνους, ὡς καὶ ἄλλοι
πολλοὶ ἔμεινε δὲ πολὺν καιρὸν αἰχμάλωτος, ἐλευθερωθεὶς
μετὰ τῶν ἄλλων κατὰ τὸ τέλος τοῦ πολέμου.

ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ ΧΡΗΣΤΑΚΟΠΟΥΛΟΣ
Οὗτος ὑπηρέτησε στρατιωτικῶς καὶ πολιτικῶς.
Κατ᾿ ἀρχὰς ἐχρησίμευσε πολὺ κατὰ τὴν πολιορκίαν
τῆς Τριπολιτσᾶς, διότι εἶχε τὴν ἐφορείαν τῆς ἐπαρχίας
εἰς τὰ Τρίκορφα, καὶ μετὰ τῶν λοιπῶν ἐφρόντιζε περὶ
τῆς προμηθείας τῶν ἀναγκαίων. Ἀλλ᾿ αὐτὸς ἐξώδευσεν
ἐξ ἰδίων εἰς τὰς ἀνάγκας τοῦ πολέμου καὶ διετήρησε τὸ
στρατόπεδον μέχρι τῆς ἁλώσεως τῆς πόλεως, καὶ ἦτον
ὁ μόνος ἀπὸ τοὺς Τριπολιτσιώτας, ὁ ὁποῖος πολλὰ
ἐξώδευεν. Ἐδόθη ἐνέχυρον ἀπὸ τὴν τότε Κυβέρνησιν
εἰς τοὺς Τούρκους τοῦ Ναυπλίου κατὰ τὴν πρώτην
συνθήκην, οἵτινες τὸν ἐζήτησαν καὶ ἔμεινεν ἐντὸς τοῦ
Ναυπλίου μέχρι τῆς παραδόσεώς του εἰς τοὺς
Ἕλληνας. Ὑπῆρξε πληρεξούσιος τῶν ἐθνικῶν Συνελεύσεων,
βουλευτὴς καὶ γερουσιαστής.

ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΔΙΑΜΑΝΤΟΠΟΥΛΟΣ
Κατήγετο ἀπὸ τὴν Τριπολιτσᾶν, καὶ ὑπῆρξεν εἷς
τῶν προκρίτων, κατὰ δὲ τὴν ἐπανάστασιν
ἐπαρουσιάσθη στρατιωτικὸς, ἀλλὰ καὶ πολιτικῶς ὑπηρέτησεν,
ἔχων ζῆλον καὶ προθυμίαν ὑπὲρ τοῦ ἀγῶνος καὶ
παντοῦ εὑρίσκετο.



ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΣΠΗΛΙΑΔΗΣ
Πρὶν τῆς ἐπαναστάσεως ἐνήργει τὰ τῆς Ἑταιρίας
εἰς Κωνσταντινούπολιν καὶ ἀλλοῦ. Ἐπανελθὼν δὲ ἀπὸ
τὴν Κωνσταντινούπολιν εἰς τὴν πατρίδα του
Τριπολιτσᾶν κατὰ τὴν ἀρχὴν τῆς ἐπαναστάσεως, συνήργει καὶ
παρεκίνει εἰς τὴν ἐπανάστασιν τοὺς Ἕλληνας. Μετὰ δὲ
τὴν ἅλωσιν τῆς πόλεως ἔγεινε γραμματεὺς τῆς
Πελοποννησιακῆς Γερουσίας, ὕστερον δὲ πληρεξούσιος,
βουλευτὴς καὶ ὑπουργὸς τοῦ Καποδίστρια. Τελευταῖον δὲ
συνέγραψε καὶ ἀπομνημονεύματα τῆς Ἑλληνικῆς
ἐπαναστάσεως.

ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΣΕΧΙΩΤΗΣ
Οὗτος ὑπηρέτει πάντοτε μὲ τὸν Θ.
Κολοκοτρώνην καὶ λοιποὺς καπεταναίους, δείξας πολλὴν
γενναιότητα καὶ τρόπον πολεμικὸν κατὰ τὰς μάχας καὶ τὰς
πολιορκίας, εἰς τὰς ὁποίας εὑρέθη μὲ τοὺς
συμπατριώτας καὶ γείτονάς του.

ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΚΑΙ ΕΥΣΤΑΘΙΟΣ ΑΔΕΛΦΟΙ ΑΡΒΑΛΑΙ
Κατήγοντο ἐκ Τριπόλεως καὶ ὑπηρέτησαν τὴν
πατρίδα στρατιωτικῶς καὶ πολιτικῶς. Μάλιστα ὁ
Γεώργιος παντοῦ ἔτρεχεν. Ἡ οἰκογένεια αὕτη μαζὺ μὲ τὸν
θεῖόν των ἔδειξαν πολὺν ἐνθουσιασμὸν, καὶ ἐξώδευσαν
ἐξ ἰδίων κατὰ τὰς πρώτας ἡμέρας τῆς ἐπαναστάσεως.

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΣΚΟΝΤΡΙΑΝΟΣ
Ἦτον ἀπὸ τοῦ Κάψα. Ὁ καπετάνιος οὗτος καὶ
πρὶν ἀρχίσει ἡ ἐπανάστασις ἐνεργοῦσε καὶ παντοῦ
ἔτρεχε προετοιμάζων τὰ τοῦ πολέμου. Ἐκραγείσης δὲ τῆς
ἐπαναστάσεως εὑρέθη καὶ αὐτὸς καὶ ἐπολέμησε μὲ τοὺς
Δαραίους, ὅταν οὗτοι ἦλθον ἀπὸ τοῦ Δάρα κυνηγοῦντες
τοὺς Κιαχαγιάδές των. Ἐπολέμησε μέχρι τέλους τῆς
πολιορκίας Τριπολιτσᾶς, εἰς δὲ τὸν πόλεμον τοῦ
Λεβιδίου ἐκεῖ ἐφάνη ὅτι ἦτο παληκάρι.

ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΚΟΚΩΝΗΣ
Ἐγεννήθη εἰς τὸ χωρίον Πικέρνι. Ὑπηρέτησε
στρατιωτικῶς μὲ τοὺς συγχωρίους του κατὰ τὴν
πολιορκίαν τῆς Τριπολιτσᾶς, καὶ ἰδίως κατὰ τὴν θέσιν
Γράναν καὶ Καπνίστραν μὲ τὸν Δαγρὲν ὅπου καὶ
αἰχμαλωτίσθη, καὶ ἐλευθερώθη ἔπειτα μετὰ τὴν ἅλωσιν
τῆς Τριπολιτσᾶς, ἀκολουθήσας πάλιν τὸν στρατιωτικόν
του βίον.

ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΜΠΗΛΙΔΑΣ
Οὗτος ἦτο πρὸ τῆς ἐπαναστάσεως γνωστὸς διὰ
τὰς σχέσεις του μὲ τοὺς πλέον παληκαράδες Τούρκους.
Κατηχηθεὶς δὲ τὰ μυστήρια τῆς Ἑταιρίας πολὺ
ὡφέλησεν ὕστερον καὶ μάλιστα τὸν ἀοίδιμον Ζαΐμην, διότι
εἰς αὐτὸν ἐξεμυστηρεύετο ὅλα τὰ τῶν Τούρκων.
Ὑπηρέτησε δὲ στρατιωτικῶς εἰς πολλὰς μάχας ὑπὸ τὸν
Κολοκοτρώνην, καὶ ὅπου ἀλλοῦ ἡ ἀνάγκη τὸν
ἐκάλει. Ἔπεσε δὲ μαχόμενος ἐναντίον τῶν Ἀράβων κατὰ τὴν
ἅλωσιν τοῦ Νεοκάστρου ὑπὸ τοῦ Ἰμβραὴμ.

ΣΩΤΗΡΙΟΣ ΣΑΡΑΤΣΟΠΟΥΛΟΣ
Οὗτος ἔχαιρε τὴν ἀγάπην καὶ τὴν ἐμπιστοσύνην
τῶν συμπατριωτῶν του Τριπολιτσιωτῶν, καὶ οἱ
στρατιῶται τὸν ἤθελαν καὶ τὸν ἐγύρευαν νὰ τὸν ἔχουν
ἀρχηγὸν διότι ἦτο στρατιωτικὸς καλός. Ἐμάχετο πάντοτε
μὲ γενναιότητα εἰς τὰς μάχας, καὶ μαζὺ μὲ τοὺς
συμπατριώτας του εὑρέθη εἰς τὰς ἀνάγκας τοῦ πολέμου καὶ
κατ᾿ ἐξοχὴν εἰς τοῦ Δράμαλη.

ΘΑΝΑΣΗΣ ΔΕΛΗΓΙΑΝΝΗΣ
Κατήγετο ἀπὸ τὸν Ἅγιον Βασίλειον. Ὑπῆρξε
στρατιωτικὸς καὶ ἐβαστοῦσε μὲ τοὺς ὑπ᾿ αὐτὸν
στρατιώτας ἄνωθεν τοῦ βουνοῦ Ζευγαλατιοῦ, τοῦ λεγομένου
τοῦ Ἁγίου Νικολάου Βαρσῶν. Παρευρέθη εἰς τὴν
πολιορκίαν τῆς Τριπολιτσᾶς κατὰ τὴν ἀνωτέρω θέσιν, ὡς
καὶ εἰς πολλὰς ἄλλας μάχας κατὰ τοῦ Δράμαλη καὶ
ἀλλοῦ· Ὑπῆγε δὲ καὶ εἰς τὰ Μεγάλα Δερβένια μετὰ τῶν
ἄλλων Τριπολιτσιωτῶν πρὸ τῆς εἰσβολῆς τοῦ Δράμαλη.

ΑΛΕΞΙΟΣ ΝΙΚΟΛΟΠΟΥΛΟΣ
Κατήγετο ἐκ Λεβιδίου. Ὑπηρέτησε δὲ
στρατιωτικῶς, ἐξέχων τῶν ἄλλων καπεταναίων τῆς πατρίδος
του καὶ τῶν πέριξ χωρίων, καὶ διὰ τοῦτο πάντοτε περὶ
αὐτὸν ἐσυγκετρόνοντο οἱ στρατιῶται ἀπὸ τὸν Μύτικα
καὶ πέραν, καὶ εἰς τοῦτο τὸ μέρος τῆς ἐπαρχίας ἔκαμνε
τὸν ἀρχηγόν. Ἐπολέμησεν δὲ εἰς πολλὰς μάχας, καὶ
ἔπεσε μαχόμενος πρὸς τοὺς Ἄραβας κατὰ τὸ βουνὸν
Σφαντῆρι καὶ Καταβόθρα πλησίον τῆς πατρίδος του.

ΚΟΛΙΟΣ ΜΠΑΚΟΠΟΥΛΟΣ
Οὗτος ὁ στρατιωτικὸς κατήγετο ἀπὸ τὸ χωρίον
Δάρα, καὶ ἦτο πολὺ γενναῖος, διότι εἰς ὁποιανδήποτε
μάχην καὶ ἂν εὑρίσκετο διεκρίνετο, ἔχων πάντοτε τοὺς
γείτονάς του βοηθοὺς καὶ συμπολεμιστάς. Ὅταν δὲ
ἐσκοτώθη ὁ Παπᾶ Ἀρσένης Κρέστης εἰς τὸν Ἅγιον
Σώστην, κατὰ τὴν μάχην αὐτὴν ἐφάνη ἡ
παληκαριά του, διότι τότε ἐβοήθησε τὸν στρατηγὸν Νικήταν καὶ
οὕτως ὅλοι ἐσώθησαν. Κατὰ δὲ τὴν πρώτην μάχην τοῦ
Λεβιδίου ἐκλείσθη εἰς ἕνα σπίτι μὲ τοὺς γείτονάς του,
ἐπολέμησε τοὺς Τούρκους καὶ συνετέλεσε καὶ αὐτὸς
εἰς τὴν νίκην τῶν Ἑλλήνων.

ΓΕΩΡΓΑΚΗΣ ΛΑΜΠΡΟΠΟΥΛΟΣ
Καὶ οὗτος ὁ καπετάνιος ἦτον ἀπὸ τοῦ Δάρα.
Ἐπρωτοφάνη πρὸ τῆς 25 Μαρτίου, καὶ ὕψωσε σημαίαν.
Ἐκυνήγησε τοὺς κεχαγιάδες τοῦ Γκιοσοῦ καὶ Παλῃόπυργου, καὶ
ἄλλους ἀκόμη Τούρκους εὑρεθέντας τότε
ἐκεῖ, καὶ τοὺς ὑπῆγε κυνηγῶντας, ἕως τῂς Τρόκλαις
τοῦ χωρίου Κάψα, ἐσκότωσεν ἕνα τῶν Ὀθωμανῶν,
τοὺς δὲ ἄλλους κατεδίωξε πολεμῶν ἕως εἰς τὴν θέσιν
Κατσάναν. Ἐκεῖ εὑρέθησαν Τοῦρκοι καβαλαραῖοι
περισσότεροι, ἔγεινε μάχη, καὶ ἐλαβώθη ὁ
Κουτσομπραΐμης. Οὗτος ἦτο καβάλα καὶ τὸ ἄλογόν του τὸν
ἐπῆγεν εἰς τὴν Τριπολιτσᾶν ὅπου καὶ ἀπέθανε. Τοῦτο
ἔδωκε φόβον εἰς τοὺς Τούρκους. Εἰς δὲ τὴν μάχην
αὐτὴν εὑρέθησαν καὶ οἱ συγχώριοί του Δημήτριος
Τσέκος, Παναγιώτης Μεγρέμης, Σταμάτης
Μπακόπουλος Πανάγος Μονάντερος καὶ Ἀναγνώστης
Λαμπρόπουλος. Αὐτοὶ δὲ ὅλοι καὶ ἄλλοι γείτονές των
εὑρέθησαν καὶ εἰς τὸν πόλεμον τοῦ Λεβιδίου, ἐκλείσθησαν εἰς
τὰ σπίτια καὶ ἐπολέμησαν μὲ κίνδυνον, διότι οἱ Τοῦρκοι
ἐπλησίασαν τὸ σπίτι, ἐσκότωσαν τὸν Ἀναγνώστην
Τσαβαρόπουλον, ἔβαλαν φωτιὰ εἰς τὰ σπίτια, ὡς καὶ
εἰς τὰ ἄλλα σπίτια ὅπου ἦσαν οἱ Καλαβρυτινοὶ
κλεισμένοι. Οἱ Δαραῖοι εἰδοποιήθησαν ἀπὸ τὸν ἀγάν των,
ὁ ὁποῖος ἦτον εἰς τὰ Καλάβρυτα, διὰ νὰ ἔβγουν νὰ τὸν
προϋπαντήσουν καὶ τὸν συνοδεύσουν μὲ τὰ ὅπλα των
ἀπὸ τὸ γεφύρι τοῦ Ἀμπίμπαγα, ἀλλ᾿ αὐτοὶ ἀντὶ νὰ
ὑπάγουν εἰς τὸ κάλεσμα τοῦ ἀγᾶ των, ἐκυνήγησαν
τοὺς κεχαγιάδες των. Πόσην ἀνυπομονησίαν τότε εἶχον
οἱ Ἕλληνες, δὲν ἔβλεπον τὴν ὥραν νὰ
ἐπαναστατήσουν. Μάλιστα ὁ Μωριᾶς εἶχε παραψηθῆ ἀπὸ τὴν
τυραννίαν.

ΙΩΑΝΝΗΣ ΠΑΠΑ ΚΩΣΤΑΣ
Οὗτος ἐπίσης κατήγετο ἀπὸ τοῦ Δάρα. Ὑπῆρξε
σωματοφύλακας τοῦ Κολοκοτρώνη, ὡσαύτως καὶ ὁ
Γιαννάκος Κούρας, ὅστις ἀφοῦ πολὺν καιρὸν
ὑπηρέτησεν ὑπὸ τὸν Γεροκολοκοτρώνην, ἔπειτα ἠκολούθησε τὸν
στρατηγὸν Γενναῖον. Καὶ οἱ δύω οὗτοι παρευρέθησαν
εἰς πολλὰς μάχας μέχρι τέλους τοῦ ἀγῶνος, καὶ
ὑπηρέτησαν μὲ ζῆλον καὶ γενναιότητα.

ΝΙΚΟΛΗΣ ΘΕΟΔΩΡΟΠΟΥΛΟΣ
Οὗτος ὁ μετονομασθεὶς καὶ Πύρλας κατήγετο ἐκ
Τριπόλεως. Εὑρίσκετο πάντοτε εἰς τοὺς πολέμους, ὡς
εἰς τὴν πολιορκίαν τῆς ἰδιαιτέρας του πατρίδος, καὶ
μετὰ ταῦτα εἰς τὴν Ἀργολίδα κατὰ τὴν εἰσβολὴν τοῦ
Δράμαλη, ὅπου εὑρέθη μετὰ τῶν ἄλλων
Τριπολιτσιωτῶν ὑπὸ τὸν στρατηγὸν Πλαπούταν κατὰ τὰς θέσεις
Σχοινοχῶρι καὶ Ἄκοβαν ὄπισθεν τοῦ Παλαιοκάστρου
Ἄργους, πολεμοῦντες τὸν τρομερὸν Δράμαλην μέχρι
τῆς καταστροφῆς του. Ὑπηρέτησε δὲ καὶ αὐτὸς μὲ
ζῆλον καὶ γενναιότητα.

ΜΙΧΑΗΛ ΚΟΤΣΟΝΟΠΟΥΛΟΣ
Καὶ οὗτος ἦτον ἀπὸ τὴν Τριπολιτσᾶν καὶ
ἐπολέμησε κατὰ τὴν πολιορκίαν αὐτῆς. Ἔπειτα ὑπῆγεν εἰς
τὴν πολιορκίαν τοῦ Ναυπλίου πρὸ τῆς εἰσβολῆς τοῦ
Δράμαλη, ἔχων μικρὸν σῶμα στρατιωτῶν. Μετὰ δὲ
τὴν εἰσβολὴν τοῦ Δράμαλη οἱ Τριπολιτσιῶται ὅλοι
ἐξεστράτευσαν κατὰ τὴν θέσιν Πόρταις καὶ Νιοχωράκι.
Αὐτὸν εὗρεν ὁ στρατηγὸς Κολοκοτρώνης περνῶν ἀπὸ
τῇς Καρυαῖς καὶ τὸ Νιοχωράκι, ὁ ὁποῖος ἔδειξεν εἰς τὸν
ἀρχηγὸν τὴν θέσιν, ὅπου οἱ στρατιῶται ἐστέκοντο, καὶ
οὗτος τὸτε τοὺς ὡδήγησε νὰ υπάγουν εἰς τὸν
στρατηγὸν Πλαπούταν κατὰ τὸ Σχοινοχῶρι. Ἐντεῦθεν ὁ
Κολοκοτρώνης ἔστειλεν ὀπίσω τὸν Βάρβογλην διὰ τροφάς.
Ὁ Κοτσονόπουλος παρηκολούθησε τὸν Πλαπούταν
μέχρι τῆς πτώσεως τοῦ Ναυπλίου.

ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΑΡΒΑΛΗΣ
Ἦτον ἀπὸ τὴν Τριπολιτσᾶν καὶ ἐκεῖ ἐμπορεύετο.
Ἀφοῦ δὲ κατηχήθη εἰς τὸ μυστήριον τῆς Φιλικῆς
Ἑταιρίας, ἔγεινε τόσον ζηλωτὴς, ὥστε παρῄτησεν
ὅλας τὰς ἐμπορικάς του ὑποθέσεις, καὶ ὑπῆγεν εἰς τὰς
νήσους Ὕδραν καὶ Σπέτσας διὰ νὰ κατηχήσῃ τοὺς ἐκεῖ
νησιώτας. Καὶ κατὰ τοῦτο μόνον εἰς Σπέτσας
ἐπέτυχεν, εἰς δὲ τὴν Ὕδραν ὀλίγην ἔδωκαν ἀξίαν εἰς τοὺς
λόγους του. Εἰς δὲ τὴν πατρίδα του ἐγενίκευσε τὴν
ἑταιρίαν. Κατὰ τὰ μέσα δὲ τοῦ Δεκεμβρίου 1820, ἐγὼ
εἶδον αὐτὸν τόσον πολὺ ἐνθουσιώδη, ὥστε δὲν ἠθέλησα
νὰ τὸν πλησιάσω ὡς πολὺ ἐπικίνδυνον. Εἰς τὴν
Τριπολιτσᾶν ἐγὼ ἐπροσποιούμην, ὅτι εἶμαι ἰατρός. Πρὸ ἐμοῦ
δὲ εἶχεν ἔλθει ὁ Γεώργιος Κοτσάκης ἐξ Ἁλωνισταίνης
ἀπὸ τὴν Ὀδησσὸν, τοῦ ὁποίου τὴν κεφαλὴν ὁ
Ἀρβάλης ἐφούσκωσε, καὶ ὅστις ἐννοηθεὶς ἀπὸ τοὺς
Τούρκους ἀμέσως ἤλλαξε τὰ ἐνδύματά του καὶ ἐφόρεσε
στολὴν Ἀγγλικήν. Τοῦτον ἐγὼ ἐφυγάδευσα, ἀλλ᾿ ἐξ
αἰτίας του παρεφύλαττον καὶ ἐμὲ οἱ Τοῦρκοι· μάλιστα
δὲ μὲ ἀνεγνώρισεν ὁ σπαχῆς τῶν Μαγουλιάνων
Ἀχμουσαγᾶς Τσιτόγλους, καὶ ἕνεκα τούτου ἔκτοτε
ἠναγκάσθην καὶ ἐφόρεσα Ὑδρέϊκα ἐνδύματα διὰ νὰ φανῶ, ὅτι
εἶμαι τακτικὸς καὶ ἀνήκω εἰς τὸν στόλον, καὶ οὕτω
διέφυγον τὴν προσοχὴν τῶν Τούρκων.
Τὸν δὲ Ἀρβάλην διὰ τὸν ἐνθουσιασμόν του οἱ
ἄνθρωποι τὸν ὑπώπτευον μήπως τολμήσῃ καὶ κατηχήσῃ
καὶ αὐτὸν τὸν Πασᾶν τοῦ τόπου, καὶ ὡς ἐκ τούτου
πλέον δὲν τὸν ἐπλησίαζον. Ἐν τούτοις ἐβγῆκε πρὶν
ἀπὸ τὴν Τριπολιτσᾶν, ὑπῆγεν εἰς τὰ Καλάβρυτα καὶ
παρεκίνησε τὸν Σωτήρην Χαραλάμπην, τὸν Σ.
Θεοχαρόπουλον, τοὺς Πετιμεζαίους καὶ λοιποὺς, καὶ ἦλθεν
εἰς τὸ Λεβίδι ὅπου ἔγεινεν ἡ πρώτη μάχη. Ἐδαπάνησε
δὲ ἐξ ἰδίων διὰ τὰς ἀνάγκας τῆς πατρίδος.
Εἰς τὰ Τρίκορφα κατὰ τὴν πολιορκίαν τῆς
Τριπολιτσᾶς εὑρίσκετο ὁ σύλλογος ὅλων τῶν ἐμπόρων τῆς
πόλεως. Οὗτοι ἀφοῦ ἀφῆκαν ὅλην τὴν περιουσίαν των
καὶ τὰ παιδιά των ἀκόμη εἰς χεῖρας τῶν Τούρκων,
ἔφυγαν καὶ εἶχον τὴν φροντίδα νὰ προμηθεύωνται τὰ
ἀναγκαῖα εἰς τὸν πόλεμον. Τὸ αὐτὸ προσέτι ἐγένετο
καὶ εἰς τὰ Βέρβαινα, διότι καὶ ἐκεῖ ἦσαν ἀπὸ αὐτοὺς
καὶ ἐξώδευον ἐξ ἰδίων. Ἡ οἰκογένεια τῶν
Ἀντωνοπούλων εὑρίσκοντο παντοῦ. Εἰς τὸ Ἄργος ἦτον ὁ
Σταματέλος, ὅστις ἐγένετο καὶ πληρεξούσιος εἰς τὰς
Ἐθνοσυνελεύσεις, εἰς δὲ τὴν Τριπολιτσᾶν ὁ Κωνσταντῖνος, ὅστις
ὑπῆρξε πολιτικὸς ἔχων ὑπόληψιν παρὰ τοῖς τότε
ἀρχηγοῖς καὶ καπεταναίοις καὶ κατ᾿ ἐξοχὴν παρὰ τῷ Δ.
Ὑψηλάντη καὶ Θ. Κολοκοτρώνη. Εὑρίσκοντο δὲ καὶ
ἄλλοι ἀπὸ αὐτοὺς εἰς τὴν Μεσσηνίαν, τὰς Καλάμας
καὶ εἰς τὸ Νησί. Οἱ δὲ ἀδελφοὶ Γαλανόπουλοι, οἱ
ἀδελφοὶ Σαρδελαῖοι Σωτῆρος καὶ Προκόπης, οἱ ἀδελφοὶ
Γιαννακόπουλοι Παναγιώτης καὶ Γεώργιος, ὁ Βασίλειος
Ἀθανασόπουλος, ὁ Δημήτριος Λαγοπάτης, καὶ λοιποὶ
ἔμποροι, ὅλοι οὗτοι συνεισέφερον, ὅ,τι καὶ ὅσα ἕκαστος
ἐδύνατο κατὰ τὴν πολιορκίαν τῆς πατρίδος των
Τριπολιτσᾶς. Κατόπιν δὲ μετὰ τὴν ἅλωσίν της ἐσύστησαν
μεταξύ των τὸ σύστημα τοῦ τόπου των, καὶ ἐζήτησαν
ἀπὸ τὸν Θ. Κολοκοτρώνην νὰ τοὺς δώσῃ τὸν υἱόν του
Πάνον πρὸς διατήρησιν τῆς τάξεως καὶ τῆς ἡσυχίας
τῆς πόλεως. Ὅλους τοὺς ἀνωτέρω ἡ Πελοποννησιακὴ
Γερουσία μετεχειρίσθη εἰς διαφόρους ὑπηρεσίας
πολιτικὰς, εἰς εἰσπράξεις χρημάτων καὶ προμήθειαν τροφῶν.

ΑΝΑΓΝΩΣΤΗΣ ΡΟΝΤΟΠΟΥΛΟΣ
Καὶ οὗτος κατήγετο ἐκ Τριπόλεως, καὶ
ὑπηρέτησε πολιτικῶς τὴν πατρίδα βοηθῶν τὸ φροντιστήριον
τῶν Βερβαίνων. Μετὰ δὲ τὴν σύστασιν τῆς Γερουσίας
διωρίσθη φροντιστὴς τῶν τροφῶν εἰς τοὺς Ἀφεντικοὺς
Μύλους.

ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΠΑΠΑΔΑΚΗΣ
Ἦτον καὶ οὗτος ἀπὸ τὴν Τριπολιτσᾶν, ἔμπορος
τὸ ἐπάγγελμα· ὑπηρέτησε δὲ πολιτικῶς εἰς τὸ τοπικὸν
σύστημα, ὡς ἔφορος καὶ δημογέροντας, διὰ τὸ
εὐϋπόληπτον δὲ τοῦ χαρακτῆρός του, ἡ Γερουσία
μετεχειρίσθη αὐτὸν, εἰς τὴν εἴσπραξιν χρημάτων, καὶ διὰ τὰ
κανδήλια τῶν ἐκκλησιῶν, τὰ ὁποῖα ἐχρησίμευσαν εἰς
τὰς ἀνάγκας τοῦ πολέμου.

ΑΝΤΩΝΙΟΣ ΜΕΝΤΩΡΟΣ
Οὗτος κατήγετο ἐκ Κεφαλληνίας, ἀποκατασταθεὶς
πρὸ τῆς ἐπαναστάσεως εἰς Τριπολιτσᾶν,
ἐπαγγελόμενος τὸν ἰατρόν. Ἐκρατήθη ἐντὸς τῆς πόλεως ἀπὸ τοὺς
Τούρκους, καὶ μετὰ τὴν ἅλωσιν ὑπηρέτησεν ὡς
ἐπιστήμων ἰατρὸς τὴν πατρίδα, διότι κατὰ τὴν τότε μετὰ
τὴν ἅλωσιν ἐλθοῦσαν νόσον ἐχρησίμευσε πολὺ σώζων
τοὺς ἀσθενήσαντες Ἕλληνας στρατιωτικοὺς καὶ
πολιτικούς.

ΙΩΑΝΝΗΣ ΛΕΛΑΚΗΣ
Οὗτος ἐξεῖχε τῶν λοιπῶν Τριπολιτσιωτῶν ὡς
πολιτικός. Εἶχε πολλὴν ὑπόληψιν καὶ ἐμπιστοσύνην
πλησίον τοῦ Θ. Κολοκοτρώνη, ἐφρόντιζε δὲ καὶ
ἐπροσπάθει ὑπὲρ τοῦ κοινοῦ ὁσάκις ὑπῆρχεν ἀνάγκη.

ΙΩΑΝΝΗΣ ΠΕΤΡΟΚΟΠΗΣ
Κατήγετο ἐκ τῆς Τριπόλεως. Πρὸ τῆς
ἐπαναστάσεως κατὰ τὸν μῆνα Ἰανουάριον τοῦ 1821 ἐπανῆλθεν
ἀπὸ τὴν Κωνσταντινούπολιν, ὅπου τὸν εἶχε στείλει τὸ
κοινὸν τῆς πόλεως νὰ ζητήσῃ ἀπὸ τὸν Πατριάρχην
ἀρχιερέα τοῦ τόπου, διότι εἶχον γεννηθῆ σκάνδαλα
ἐκκλησιαστικὰ διὰ τὸ στεφάνωμα τοῦ Διάκου
Καρυτσώτη, καὶ ἕνεκα τούτου εἶχον ἐξορίσει τὸν ὑπάρχοντα
πρότερον ἀρχιερέα. Ἀλλ᾿ ὁ Πετροκόπης ἀντὶ νὰ φέρῃ
ἀρχιερέα, ἔφερεν ἕνα Κατῆν, καταγόμενον ἀπὸ τὰ
Ἰωάννινα, ὁ δὲ τόπος ἔμαθεν, ὅτι ἔρχεται ὁ
Πετροκόπης καὶ ἡτοιμάζοντο νὰ ὑποδεχθοῦν τὸν
ἀρχιερέα τὸν ὁποῖον ἐνόμιζον ὅτι ἔφερεν, ἀλλ᾿ αἴφνης εἶδον τὸν
Κατῆν ἀντὶ ἀρχιερέως. Ἐν τοσούτῳ ὁ Κατῆς αὐτὸς
ἐστάθη ὠφέλιμος εἰς τὰς ἀρχὰς τῆς Τουρκικῆς ἀνωμαλίας,
ὅτε οἱ Τοῦρκοι ἀπεφάσισαν νὰ κόψουν ὅλους τοὺς
χριστιανοὺς τῆς Τριπολιτσᾶς, διότι δὲν ἠθέλησε νὰ
ἐκδώσῃ τὸν φεφτᾶν, διότι χωρὶς φεφτᾶν οἱ Τοῦρκοι δὲν
ἐδύναντο νὰ σκοτώσουν πολλοὺς, ἐπειδὴ ἀπαιτεῖτο
ἄδεια γραπτὴ διὰ νὰ δικαιολογηθοῦν εἰς τὸν Σουλτάνον.
Τὸν Κατῆν αὐτὸν, ὅταν οἱ Ἕλληνες ἐπῆραν τὴν Τριπολιτσᾶν,
τὸν ἐφύλαξαν, τὸν ἐπεριποιήθησαν ὡς καλὸν
ἄνθρωπον, καὶ τὸν ἔστειλαν εἰς τὴν πατρίδα του.
Μετὰ τὴν ἐπανάστασιν ὁ Πετροκόπης ὑπηρέτησε
τὴν πατρίδα στρατιωτικῶς.

ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΟΠΟΥΛΟΣ
Καὶ οὗτος ἐπίσης ἦτο Τριπολιτσιώτης,
ἐπανελθὼν δὲ ἀπὸ τὴν Ἀνατολὴν παρηκολούθησε κατὰ τὴν
ἐπανάστασιν ὡς στρατιωτικὸς τὸν στρατηγὸν Στάϊκον
Σταϊκόπουλον καὶ ὑπηρέτησεν ὑπὸ τὰς διαταγάς του
εἰς ὅλας τὰς μάχας τῆς πολιορκίας τοῦ Ναυπλίου, καὶ
ἀλλοῦ μέχρι τέλους τῆς ἐπαναστάσεως.

ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ ΚΟΥΡΟΥΣΟΠΟΥΛΟΣ
Οὗτος ὡσαύτως κατήγετο ἀπὸ τὴν Τριπολιτσᾶν.
Ἐπανελθὼν δὲ ἀπὸ τὴν Κωνσταντινούπολιν κατὰ τὰς
ἀρχὰς τῆς ἐπαναστάσεως ὑπηρέτει διὰ τοῦ καλάμου
του τὴν πατρίδα. Μετὰ δὲ τὴν σύστασιν τῆς Γερουσίας
τῆς Πελοποννήσου ἐπέρασεν εἰς τὸ γραφεῖόν της καὶ
εἰργάζετο ὑπὸ τὸν Σπηλιάδην, κατόπιν δὲ ἐξηκολούθει
ὑπηρετῶν εἰς τὰ γραφεῖα τῆς Κυβερνήσεως τοῦ
ἀγῶνος, στελλόμενος καὶ εἰς ἄλλας πολιτικὰς ὑπηρεσίας.

ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ
Οὗτος ἐπανελθὼν ἀπὸ τὴν Ὀδησσὸν ὑπηρέτησεν
εἰς τὸ γραφεῖον τῆς Γερουσίας ὡς γραμματεὺς, καὶ ὡς
τοιοῦτος ἐπίσης ὑπηρέτει εἰς ὅλα τὰ γραφεῖα τῆς τότε
Κυβερνήσεως. Εἴχομεν δὲ ἀνάγκην τοιούτων
γραμματικῶν, διότι τότε ἦσαν σπάνιοι οἱ γνωρίζοντες
γράμματα, καὶ ἐθεωροῦντο ἐκ τῶν πρώτων ὑπαλλήλων.

ΙΩΑΝΝΗΣ ΜΑΝΙΑΤΟΠΟΥΛΟΣ
Κατήγετο ἐκ Τριπόλεως. Ἐπανελθὼν δὲ ἀπὸ τὴν
Ἀνατολὴν, ὑπηρέτησε στρατιωτικῶς καὶ πολιτικῶς
μετὰ τοῦ συγγενοῦς του Ἀντώνη Κολοκοτρώνη, τὸν
ὁποῖον παρηκολούθει καὶ τοῦ ἔκαμνε καὶ τὸν
γραμματικόν. Εὑρέθη εἰς τὴν περίφημον μάχην τοῦ
Δερβενακίου, καὶ οὐδεὶς ἄλλος ἀπὸ καμμίαν ἄλλην ἐπαρχίαν
εὑρέθη τότε ἐκεῖ.

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΠΕΔΟΠΙΔΑΣ
Οὗτος ἦτον ἰατρὸς καὶ κατήγετο ἀπὸ τὰ Ἰωάννινα
τῆς Ἠπείρου. Πρὸ τοῦ 1818 εἶχεν ἔλθει εἰς τὴν
Πελοπόννησον καὶ ἔκαμνε τὸν ἀπόστολον τῆς Ἑταιρίας τῶν
Φιλικῶν. Εἰς τὴν Ζάκυνθον δὲ ἐφαίνετο
ἀποκαταστημένος, διότι ἦτο πολὺ σχετικὸς τοῦ στρατηγοῦ Θ.
Κολοκοτρώνη, ὡς ἰατρὸς τῶν ἐκεῖ στρατευμάτων καὶ τῆς
οἰκογενείας του. Διὰ δὲ τὴν τιμιότητα καὶ τὸν
πατριωτισμόν του ἀπὸ ὅλους ἠγαπᾶτο. Κατὰ τὰς ἀρχὰς τῆς
ἐπαναστάσεως πολὺ ἐχρησίμευσεν, εὑρεθεὶς εἰς τὰς
ἐπαρχίας τῆς Ἀρκαδίας καὶ τοῦ Φαναρίου, καὶ μετὰ
τῶν κατοίκων τούτων τῶν ἐπαρχιῶν κατὰ πρῶτον
ἐστράτευσε. Κατόπιν ἦλθεν εἰς τὴν Καρύταιναν.
Αὐτὸς πρῶτος ἔκαμε σφραγῖδα μακρουλὴν ὡσὰν
δάκτυλον, ἡ ὁποία ἔφερε χαραγμένα τὰ γράμματα
«ἐλευθερία ἢ θάνατος», καὶ δι᾿ αὐτῆς ἐσφράγιζε τὰ μαγαζεῖα
τῶν Τούρκων διὰ νὰ χρησιμεύσουν τὰ ἐν αὐτοῖς
πράγματα εἰς τροφὴν τῶν στρατιωτῶν, τὰ ὁποῖα ὕστερα τὰ
παρέλαβεν ἡ Ἐφορεία τοῦ Κανέλου Δεληγιάννη.
Ὑπεγράφετο δὲ μὲ τὸν βαθμὸν «ὁ Ντεριτόρος τοῦ στρατοῦ».
Ἐπειδὴ δὲ, ὡς εἴπομεν, ἔκαμνε τὸν ἀπόστολον,
ἐγνωρίζετο εἰς πολλὰς ἐπαρχίας τῆς Πελοποννήσου, καὶ ἔχαιρε
διὰ τοῦτο πολλὴν ὑπόληψιν, τὸν ἐσέβοντο δὲ οἱ ἄνθρωποι
ὡς ἰατρὸν καὶ ὡς καλὸν πατριώτην. Πολὺ πιστὸς ἐστάθη
εἰς τοὺς Πελοποννησίους καὶ ὑπῆρξε φίλος αὐτῶν, καὶ
κατ᾿ ἐξοχὴν μὲ τὸν Θ. Κολοκοτρώνην, διότι πολλοὶ τῶν
συμπατριωτῶν του τὸν ἐζήτησαν νὰ ὑπάγῃ μὲ τὸ μέρος
των, ἀλλ᾿ αὐτὸς δὲν ἠθέλησε νὰ δεχθῇ ἀπὸ αὐτοὺς
καμμίαν βοήθειαν, τὸν δὲ Ἰ. Κωλέτην, ὅστις τοῦ ὑπέσχετο
ἂν τραβηχθῇ ἀπὸ τὸν Κολοκοτρώνην, νὰ τοῦ δώσῃ
ὁποιανδήποτε ὑπηρεσίαν ἤθελε, δὲν ἤθελε νὰ τὸν ἴδῃ
οὔτε ζωγραφιστὸν, καὶ κατὰ τοῦτο ἐφύλαξε κατὰ
γράμμα τὸν στίχον τοῦ μακαρίτου Βιλαρᾶ ἐθνικοῦ ποιητοῦ
ὁ ὁποῖος ἔλεγεν· «Ἰωάννης ὁ Κωλέτης, ὁ πλειὸ
ψεύτης καὶ σερέτης».

ΑΔΕΛΦΟΙ ΠΟΥΡΝΑΡΑΙΟΙ
Οὗτοι μετὰ τοῦ περιφήμου Παπαγεώργη ἦσαν οἱ
καπεταναῖοι τοῦ χωρίου των Περθῶρι, καὶ ὠνομάζοντο
Παναγιώτης καὶ Γεώργιος. Κατὰ διαταγὴν δὲ τοῦ Θ.
Κολοκοτρώνη οἱ δύω οὗτοι ἀδελφοὶ εἶχον τὴν φροντίδα
τῆς φυλακῆς (βάρδιας), ἡ ὁποία ἐστέκετο ἐπάνω εἰς τὸ
βουνὸν τῆς Ἐπάνω Χρέπας λεγόμενον. Ἄναυαν
φωτιαῖς διὰ νὰ ἐβγαίνῃ καὶ ὑψοῦται ὁ καπνὸς, ὁ ὁποῖος ἦτο
τὸ σύνθημα, διὰ τοῦ ὁποίου εἰδοποιεῖτο τὸ στρατόπεδον
τοῦ Κολοκοτρώνη καὶ λοιπῶν, καὶ διὰ νὰ μανθάνουν
οἱ ἄνθρωποι, ὅτι ἐβγῆκαν οἱ Τοῦρκοι ἀπὸ τὴν
Τριπολιτσᾶν, καὶ τοιουτοτρόπως νὰ φροντίζουν περὶ τῆς
ἀσφαλείας τῶν οἰκογενειῶν των. Ἦσαν δὲ ὡρισμένοι οἱ φανοὶ
διὰ κάθε δρόμον, τὸν ὁποῖον οἱ Τοῦρκοι ἐπορεύοντο· π.χ.
διὰ τὸ Βαλτέτσι δύω, διὰ τὰ Καλάβρυτα τέσσαρες διὰ
τὸ Ναύπλιον ἕνας, καὶ οὕτω καθ᾿ ἑξῆς. Τοῦτο δὲ ἐγένετο
κατ᾿ ἀρχὰς, ὅτε οἱ Ἕλληνες ἦσαν στρατοπεδευμένοι
εἰς τὸ Χρυσοβίτσι, τὴν Πιάνα, Βαλτέτσι καὶ Ζαράκοβα,
καὶ ἐπλησίασαν τὴν πολιορκίαν τῆς Τριπολιτσᾶς. Οἱ
Πουρναραῖοι ὑπηρέτησαν κατὰ τὴν πολιορκίαν ταύτην
πολεμοῦντες γενναίως μέχρι τῆς ἁλώσεως, ἔπειτα δὲ
ἐπολέμησαν καὶ εἰς τοὺς πολέμους κατὰ τοῦ Δράμαλη,
καὶ ἀλλοῦ. Ὁ Παπαγεώργης μάλιστα παντοῦ ἔτρεχε
πολεμῶν, ὑπῆγε καὶ εἰς τὴν Ρούμελην καὶ
ἀνεγνωρίσθη παληκάρι· ἔπεσε δὲ μαχόμενος ἐνδόξως κατὰ τοῦ
Ἰμβραὴμ εἰς τὸ αὐτὸ ταμποῦρι καὶ ἀγκαλιὰ μετὰ τοῦ
ἐνδόξου ἀρχιμανδρίτου Φλέσα κατὰ τὴν θέσιν Μανιάκι
τῆς Μεσσηνίας.

ΣΑΡΑΝΤΟΣ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ
Ὁ καπετάνιος οὗτος πατρίδα εἶχε τὸ Βαλτέτσι.
Ὑπηρέτησε δὲ στρατιωτικῶς, εὑρεθεὶς εἰς πολλὰς
μάχας καὶ μάλιστα εἰς ἐκείνην τῆς πατρίδος του. Τοῦτον
ὁ Κολοκοτρώνης ἔστειλε τὴν νύκτα μετὰ πολλῶν
ἄλλων εἰς τοὺς κλεισμένους ἀπὸ τοὺς Τούρκους Ἕλληνας
ἐντὸς τοῦ χωρίου, καὶ ἔδωκεν εἰς αὐτοὺς τρόφιμα καὶ
πολεμοφόδια. Πάντοτε παρηκολούθει τὸν
Κολοκοτρώνην, ἀλλὰ καὶ τὸν Γενναῖον, εὑρισκόμενος εἰς ὅλους
τοὺς κινδύνους.

ΓΙΑΝΝΗΣ ΚΑΙ ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΑΔΕΛΦΟΙ ΡΕΒΕΛΙΩΤΑΙ
Οὗτοι κατήγοντο ἀπὸ τὸ χωρίον Τσιπιανὰ, καὶ
κατ᾿ ἀρχὰς παρεκίνουν τοὺς χωριανούς των νὰ
ἐπαναστατήσουν, καὶ πολὺ ἐκοπίασαν νὰ τοὺς πείσουν νὰ
διακόψουν τὰς μετὰ τῶν Τούρκων σχέσεις των καὶ ἰδίως
μὲ τὸν ἀγᾶν των Σεχνετσίπην. Μετὰ δὲ ταῦτα
ὑπηρέτησαν τὸν ἀγῶνα μέχρι τῆς ἐντελοῦς τοῦ Ἔθνους
ἀποκαταστάσεως.

ΚΩΝΣΤΑΝΤΗΣ ΚΑΡΩΝΗΣ
Ἦτον μέλος τῆς ἀνωτέρω οἰκογενείας τῶν
Ρεβελιωτῶν καὶ καπετάνιος τοῦ αὐτοῦ χωρίου Τσιπιανά.
Ὑπηρέτησε δὲ στρατιωτικῶς κατὰ τὴν πολιορκίαν τῆς
Τριπολιτσᾶς, καὶ μάλιστα εἰς τὴν μάχην τῆς Γράνας
καὶ Καπνίστρας ὅπου ἐκινδύνευσεν ἐντὸς τῆς σπηλιᾶς
μετὰ τοῦ Δαγρὲ καὶ τῶν λοιπῶν συντρόφων του.
Παρευρέθη δὲ μαχόμενος καὶ εἰς ἄλλας πολιορκίας καὶ
ἰδίως κατὰ τοῦ Δράμαλη μέχρι τῆς καταστροφῆς του.

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΔΙΑΜΑΝΤΟΠΟΥΛΟΣ
Κατήγετο ἀπὸ τὰ Ἁγιωργίτικα, καὶ ἐπολέμησε
μὲ ζῆλον καὶ γενναιότητα κατ᾿ ἀρχὰς εἰς τὴν πολιορκίαν τῆς
Τριπολιτσᾶς ἔχων ὑπὸ τὴν ὁδηγίαν του τοὺς
χωριανούς του, καὶ ἦτο πάντοτε μαζὺ μὲ τὸν ἀρχηγὸν
τῆς Κυνουρίας Παναγιώτην Ζαφειρόπουλον. Ἦτον εἰς
τὸν Ἅγιον Σώστην μετὰ τὴν ἐκεῖθεν ἀναχώρησιν τῶν
Ἁγιοπετριτῶν διὰ νὰ τοποθετηθοῦν εἰς Βολιμὴν,
ὡς καὶ ὁ Μῆτρος Μπαμπανικολὸς, ἀπὸ τὴν
Μπερτσοβᾶν μὲ τοὺς γείτονάς του, ὁ καπετάνιος τοῦ χωρίου
Στενοῦ Πέτρος Μπακοδῆμος, ὁ καπετὰν Λάμπρος
Ῥιζιώτης, ἔχων καὶ αὐτὸς τοὺς γείτονάς του, καὶ ὢν
ἀνώτερος ὅλων ἐκείνων τῶν χωρίων τοῦ Κάμπου, καθὼς
καὶ οἱ Σβολαῖοι ὅλοι Τριπολιτσιῶται. Οὗτοι ὅλοι
ἔπιασαν τὰ Λιθαράκια κοντὰ εἰς τοῦ Κεφάλα τὸ
ταμποῦρι, καὶ εὑρέθησαν εἰς τὰς γενομένας μάχας
διαρκούσης τῆς πολιορκίας τῆς Τριπολιτσᾶς. Ἔπειτα δὲ
ἔγειναν συνεργοὶ μὲ τοὺς Τσάκωνας εἰς τὴν ἔφοδον τῆς
πόλεως, εὑρέθησαν δὲ καὶ εἰς τὰς Πάτρας κατὰ τὴν
ἐκεῖ μάχην τῆς 9 Μαρτίου ἀρχηγὸν ἔχοντες ὅλοι τὸν
Γεώργιον Σέκερην. Ὕστερον δὲ κατὰ τὰς ἀρχὰς τοῦ
Μαΐου ἀνεχώρησαν ἐκεῖθεν καὶ ὑπῆγον εἰς τὰ Μεγάλα
Δερβένια μετὰ πολλῶν ἄλλων συνεπαρχιωτῶν των,
ὁπόθεν εἶδον τὸν στρατὸν τοῦ Δράμαλη ἐρχόμενον εἰς
τὴν Πελοπόννησον, καὶ ἔφυγον ἀρχηγοὶ καὶ
στρατιῶται. Μετὰ δὲ ταῦτα ἔλαβον μέρος εἰς τοὺς πολέμους
κατὰ τοῦ Δράμαλη κατὰ τὴν Ἀργολίδα ὑπὸ τὰς
διαταγὰς τοῦ στρατηγοῦ Πλαπούτα, κατόπιν ὑπῆγον εἰς
τὸν Ἅγιον Βασίλειον καὶ Κλένιαν ὅπου ὁ ἀρχηγός των
Σέκερης ἀπέθανεν.

ΑΔΕΛΦΟΙ ΦΩΤΟΠΟΥΛΟΙ
Οὗτοι ὠνομάζοντο Εὐθύμιος, Μῆτρος καὶ
Ἀναστάσιος καὶ ἦσαν Τριπολιτσιῶται, ἐμπειροχειροῦργοι
δὲ τὸ ἐπάγγελμα. Ἐκ τούτων δὲ τὸν μὲν Εὐθύμιον
ἐκράτησαν οἱ Τοῦρκοι ἐντὸς τῆς Τριπολιτσᾶς ὡς
ἰατρὸν, οἱ δὲ δύω ἄλλοι ἀδελφοὶ ἦσαν εἰς τὰ στρατόπεδα,
πολεμοῦντες καὶ ἰατρεύοντες τοὺς πληγωμένους. Μετὰ
δὲ τὴν ἅλωσιν τῆς Τριπολιτσᾶς ὁ Εὐθύμιος
ἐλευθερωθεὶς ἐξηκολούθει τὴν χειρουργικήν του τέχνην εἰς τοὺς
πληγωμένους Ἕλληνας γενόμενος πολὺ χρήσιμος κατὰ
τοῦτο.

ΜΙΧΑΛΗΣ ΒΛΑΧΟΚΕΡΑΣΙΩΤΗΣ
Ὁ καπετάνιος οὗτος ὑπηρέτησεν ὡς στρατιωτικὸς
καθ᾿ ὅλον τὸ διάστημα τῆς πολιορκίας τῆς
Τριπολιτσᾶς, ἔπειτα εὑρέθη εἰς πολλὰς ἄλλας μάχας· ὑπῆγε
δὲ καὶ εἰς τὰ Μεγάλα Δερβένια μετὰ τοῦ Ρήγα
Παλαμήδη καὶ τοῦ Γ. Σέκερη ἀρχηγοῦντος. Φεύγων δὲ
ἀπὸ τὰ Δερβένια μετὰ τῶν ἄλλων, ἐφονεύθη ἀπὸ τὸν
στρατὸν τοῦ Δράμαλη ὅταν οὗτος εἰσέβαλλεν εἰς τὴν
Πελοπόννησον.

ΓΙΑΝΝΑΚΑΣ ΑΠΟΣΤΟΛΟΠΟΥΛΟΣ
Ὑπῆρχε καὶ οὗτος ἀπὸ τὴν Βλαχοκερασιάν. Ἦτο
καπετάνιος, καὶ ἐπολέμησε μὲ τοὺς γείτονάς του εἰς
τὴν πολιορκίαν τῆς Τριπολιτσᾶς. Παρακολουθῶν δὲ
πάντοτε τὸν Κολοκοτρώνην εὑρέθη εἰς πολλὰς μάχας,
ὡς καὶ εἰς τὰς Πάτρας, καὶ κατὰ τὴν εἰσβολὴν τοῦ
Δράμαλη καὶ ἀλλοῦ ὅπου καὶ ὁ Κολοκοτρώνης.

ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΓΑΛΗΣ
Ἐγεννήθη εἰς τὸ Βαλτέτσι, καὶ ὑπηρέτησεν ὡς
στρατιωτικὸς μὲ τοὺς συγχωρίους του κατὰ τὴν
πολιορκίαν τῆς Τριπολιτσᾶς. Εὑρέθη δὲ καὶ εἰς τὴν
περίφημον μάχην τοῦ χωρίου του, κλεισμένος μέσα μετὰ
πολλῶν ἄλλων γειτόνων καὶ συνεπαρχιωτῶν του
Τριπολιτσιωτῶν, ὅπου γενναίως ἐπολέμησεν. Ἐπολέμησε
δὲ καὶ εἰς ἄλλας μάχας, καὶ μάλιστα κατὰ τοῦ
Δράμαλη εἰς Δερβενάκι καὶ κατὰ τὴν Ἄκοβα, ὅπου καὶ
ἔπεσε μαχόμενος ἀρχηγοῦντος τοῦ Γ. Σέκερη.

ΑΝΑΓΝΩΣΤΗΣ ΛΕΛΑΚΗΣ
Κατήγετο ἀπὸ τὴν Τριπολιτσᾶν. Ἠκολούθησε
τὸν Πάνον Θ. Κολοκοτρώνην καὶ ἦτον ἀχώριστος ἀπὸ
αὐτόν. Ὑπηρέτησε δὲ τὴν πατρίδα πολεμῶν, καὶ
κάμνων καὶ χρέη εἰς τὴν πολιτοφυλακὴν τῆς Γερουσίας,
διότι ὁ ἀρχηγός του Πάνος ἦτο χιλίαρχος πολιτάρχης
τῆς Πελοποννησιακῆς Γερουσίας.

ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΡΕΒΕΛΙΩΤΗΣ
Οὗτος ἐπανελθὼν ἀπὸ τὴν Ἀνατολὴν κατ᾿ ἀρχὰς
τῆς ἐπαναστάσεως, νέος τότε ὢν παρηκολούθησε τὸν
ἀνδρεῖον Κόλιαν Μπακόπουλον ἀπὸ τοῦ Δάρα.
Παρευρέθη εἰς τοὺς πολέμους, ὅσους ἔκαμε καὶ ὁ καπετάνιος
του. Ὕστερα δὲ μόνος ἔλαβε στρατιώτας καὶ ἐβγῆκεν
ἔξω εἰς τὴν Ρούμελην, καὶ ἔλαβε μέρος εἰς τοὺς ἐκεῖ
πολέμους, καὶ κατόπιν εἰς τὴν ἐκστρατείαν τοῦ
Ριχάρδου Τσοὺρτς ἐστράτευσε καὶ αὐτός. Μετὰ δὲ ταῦτα
πάλιν μὲ τὰς χιλιαρχίας τὰς τότε ἐπὶ τοῦ Κυβερνήτου,
ἐστράτευσε ὑπὸ τὰς διαταγὰς τοῦ Διονυσίου
Εὐμορφοπούλου στραταρχοῦντος τοῦ πρίγκηπος Δ. Ὑψηλάντου.
Ὑπηρέτησε παντοῦ καὶ πάντοτε μὲ γενναιότητα,
μάλιστα δὲ κατὰ τὴν ἐποχὴν τῶν Ἀράβων εἰς τοὺς
Ἀβαρίνους ἐλαβώθη ἐλαφρὰ εἰς τὸ χέρι, καὶ ἔπειτα
πάλιν εἰς τὴν μάχην τῆς Τραμπάλας ἐπληγώθη εἰς τὸ
ἄλλο χέρι καὶ ἔμενε κουλὸς διὰ κάμποσον καιρὸν ἕως
ὅτου ἰατρεύθη.

ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΚΥΡΙΑΚΟΠΟΥΛΟΣ
Οὗτος ἦτον Ἑταιριστὴς καὶ ἐχρημάτισε
ἀργυραμοιβὸς (σαράφης) τοῦ σατράπου τῆς Πελοποννήσου
Χουρσὴτ πασᾶ. Μετὰ δὲ τὴν ἄρνησιν τοῦ Κουγιᾶ νὰ
γείνῃ ἑταιριστὴς καὶ νὰ βοηθήσῃ τὸν ἀγῶνα, οἱ
μυηθέντες τὰ μυστήρια τῆς Φιλικῆς Ἑταιρίας ἀπεφάσισαν
καὶ διώρισαν τὸν Κυριακόπουλον νὰ κατασκοπεύῃ τοὺς
Τούρκους, καὶ νὰ ὁδηγῇ τοὺς ἀδελφοὺς, τὸ ὁποῖον καὶ
ἐγένετο. Ἀλλὰ κατόπιν φωραθεὶς ἐφονεύθη κατὰ
διαταγὴν τοῦ τοποτηρητοῦ τοῦ σατράπου, τὸ δὲ σῶμα
του ἐσύρθη διὰ τῆς ἀγορᾶς, καὶ ἔπειτα ἐρρίφθη ἐντὸς
φρέατος.

ΕΠΑΡΧΙΑ ΑΓΙΟΥ ΠΕΤΡΟΥ

ΑΝΑΓΝΩΣΤΗΣ ΚΟΝΔΑΚΗΣ
Οὗτος μὲ ὅλην του τὴν πολυμελῆ συγγένειαν
κατὰ τὰς ἀρχὰς τῆς ἐπαναστάσεως ἔλαβε τὰ ὅπλα καὶ
πρῶτος ἐφάνη εἰς τὴν πατρίδα του, πρῶτος δὲ αὐτὸς
τῶν ἄλλων ἐξεστράτευσεν εἰς τὰ Βέρβαινα.
Συνεισέφερεν ἔξοδα καὶ κατέβαλε κόπους διὰ τὴν
σύστασιν καὶ τὴν τάξιν τοῦ ἐκεῖ στρατοπέδου καὶ τὸ φροντιστήριον
αὐτοῦ. Ὑπηρέτησε δὲ στρατιωτικῶς καὶ πολιτικῶς καθ᾿
ὅλην τὴν πολιορκίαν τῆς Τριπολιτσᾶς, καὶ κατὰ τὰ
Δραμαλικὰ γενόμενος πληρεξούσιος καὶ βουλευτής.

ΑΝΔΡΕΑΣ ΚΟΝΔΑΚΗΣ
Ἦτον υἱὸς τοῦ ἀνωτέρω. Ἐδείχθη καλὸς
στρατιωτικὸς καὶ γενναῖος, ὑπηρετήσας εἰς τὴν πολιορκίαν
τῆς Τριπολιτσᾶς. Ὑπῆγε δὲ καὶ ἐκτὸς τῆς
Πελοποννήσου ὑπὸ τὰς διαταγὰς τοῦ στρατηγοῦ Νικήτα
Σταματελοπούλου καὶ τοῦ ἀρχηγοῦ τῆς Ἐπαρχίας Π.
Ζαφειροπούλου. Ἐπίσης ἔλαβε μέρος καὶ εἰς τὰς μάχας κατὰ
τοῦ Δράμαλη μέχρι τῆς καταστροφῇς του, ὡς καὶ εἰς
τοὺς πολέμους κατὰ τῶν Ἀράβων καὶ πάντοτε ἐπαινέθη
ὡς παληκάρι.

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΖΑΦΕΙΡΟΠΟΥΛΟΣ
Κατήγετο ἀπὸ τὸν Ἁγιάννην. Ὑπηρέτησε δὲ
πολιτικῶς γενόμενος γερουσιαστὴς τῆς Πελοποννήσου,
πληρεξούσιος τῶν Ἐθνοσυνελεύσεων καὶ βουλευτής.
Ὅτε δὲ ὁ ἀδελφός του Παναγιώτης ἐξεστράτευσε κατὰ
τῶν Ἀράβων ἐπὶ τῆς στραταρχίας τοῦ Κυριάκου
Σκούρτη Ὑδραίου, καὶ ἔπεσεν αἰχμάλωτος εἰς τὴν
μάχην τοῦ Κρεμυδίου, ὑπῆγε νὰ τὸν ἐλευθερώσῃ, ἀλλ᾿
αἰχμαλωτίσθη καὶ αὐτὸς κατὰ τὴν ὥραν τῆς ἐφόδου
τῶν Αράβων εἰς τοὺς Ἀβαρίνους, ὕστερον δὲ καὶ οἱ
δύω ἐλευθερώθησαν δι᾿ ἀνταλλαγῆς τῶν
Σεχνετσιπαίων Τούρκων Τριπολιτσιωτῶν.

ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΖΑΦΕΙΡΟΠΟΥΛΟΣ Η ΑΚΟΥΡΟΣ
Ἦτον ἀδελφὸς τοῦ ἀνωτέρω, ὡς εἴπομεν.
Ἐπανελθὼν δὲ ἀπὸ τὴν Κωνσταντινούπολιν κατ᾿ ἀρχὰς τῆς
ἐπαναστάσεως, ἀμέσως παρουσιάσθη μὲ σῶμα
στρατιωτῶν συμπατριωτῶν του εἰς Βέρβαινα, καὶ κατόπιν
ἐστρατοπέδευσε κατὰ τὸ χωρίον Στενὸν, ὅπου ἐσύστησε
στρατόπεδον, καὶ ὅπου σώζονται καὶ μαρτυροῦνται
μέχρι σήμερον τὰ ταμπούρια τοῦ Ἄκουρου λεγόμενα.
Ἡ δραστηριότης καὶ ὁ ζῆλός του εἰς τὴν ὑπηρεσίαν τοῦ
πολέμου πολὺ ἐπαινέθησαν, καὶ ὁ πρίγκηψ Δ. Ὑψηλάντης
τὸν ἠγάπα καὶ τὸν εἶχεν ὡς ἰδικόν του, καὶ ὡς
ἐκ τούτου πολὺ ἐσεβάσθη ἀπὸ τοὺς καπεταναίους καὶ
στρατιώτας κατὰ τὴν πολιορκίαν τῆς Τριπολιτσᾶς.
Ἀπὸ τὸν Ἅγιον Σώστην ἀνεχώρησε καὶ ἦλθεν εἰς τὴν
ῥάχιν τῆς Βολιμῆς, ὅθεν ἐπολέμει πάντοτε μὲ τοὺς
Τούρκους καὶ ἔκαμνε καὶ χωσιαῖς.
Μετὰ δὲ τὴν πτῶσιν τῆς Τριπολιτσᾶς ὑπῆγεν εἰς
τὴν Ρούμελην, καὶ ἔλαβε μέρος εἰς τὴν μάχην τῆς
Ἁγίας Μαρίνας καὶ τῆς Στυλίδος, κατὰ τὴν ὁποίαν ὄχι
μόνον αὐτὸς, ἀλλὰ καὶ ὅλον τὸ σῶμά του ἀρίστευσαν
ἀρχηγοῦντος τοῦ στρατηγοῦ Νικήτα
Σταματελοπούλου. Κατὰ δὲ τὴν εἰσβολὴν τοῦ τρομεροῦ Δράμαλη
ἐπίσης ἐφάνη μὲ τοὺς συνεπαρχιώτας του καὶ ἔλαβε
μέρος εἰς πολλὰς μάχας. Μετὰ δὲ τὴν μάχην τοῦ
Κολοκοτρώνη ἐτοποθετήθη μεταξὺ τοῦ βουνοῦ Πανάγου
καὶ Ἀγριλοβουνοῦ πλησίον τοῦ Παλῃοχάνου ὅπου ἀκόμη
σώζονται καὶ μαρτυροῦνται τὰ ταμπούρια του.
Μετὰ ταῦτα ἐξεστράτευσε μετὰ τῶν ἄλλων κατὰ τοῦ
Ἰμβραὴμ καὶ αἰχμαλωτίσθη, ὡς εἴρηται, κατὰ τὴν
μάχην τοῦ Κρεμυδίου κατὰ τὴν ὁποίαν ἔπεσαν πολλοὶ
Ἕλληνες.

ΙΩΑΝΝΗΣ ΖΑΦΕΙΡΟΠΟΥΛΟΣ
Οὗτος ἦτον ἐπίσης ἀδελφὸς τῶν δύω ἀνωτέρω,
καὶ ὑπηρέτησε πολιτικῶς καὶ στρατιωτικῶς. Ἡ
οἰκογένεια αὕτη τῶν Ζαφειροπούλων κατ᾿ ἀρχὰς
ἐχρησίμευσεν ἐνθουσιάζουσα τοὺς πάντας καὶ ἐξοδεύουσα
ἄφθονα διὰ τὴν ἀπκατάστασιν καὶ ἐντελῆ ἐλευθερίαν
τῆς πατρίδος.

ΠΑΝΟΣ ΣΑΡΙΑΓΙΑΝΝΗΣ Η ΠΑΠΑΖΟΓΛΟΥΣ
Οὗτος ὑπῆρξεν εἷς ἐκ τῶν προὐχόντων τῆς
ἐπαρχίας ταύτης, καὶ πολὺ ἐχρησίμευσε κατὰ τὰς ἀρχὰς
τῆς ἐπαναστάσεως. Θυσία ἔγεινεν εἰς ὅλα, ὅλον δὲ τὸ
σπίτι του τὸ ἔθεσεν εἰς τὴν ἐξουσίαν τῶν στρατιωτικῶν
καὶ πολιτικῶν, διότι ὁ ἐθνισμός του τοῦ ἔγεινε πάθος,
καὶ ἐπειδὴ ἐκεῖθεν οἱ Ἕλληνες εἶχον ἀσφάλειαν συχνὰ
διήρχοντο, καὶ εἰς ὅ,τι εἶχον ἀνάγκην τοὺς
συνέδραμεν, εὕρισκον δὲ ἀνάπαυσιν καὶ πλουσίαν περιποίησιν.
Προσέτι τὸ φροντιστήριον τῶν Βερβαίνων πολὺ ἀπὸ
αὐτὸν ἐβοηθήθη, τὸν δὲ Ζαφειρόπουλον αὐτὸς ἀνέδειξεν
ἀρχηγὸν τῆς ἐπαρχίας διὰ τῶν ἔργων καὶ τῶν ἐξόδων
του. Ὁ Σαρηγιάνης εἶναι ὁ μόνος, ὅστις ἐπαινέθη τότε
ἀπὸ ὅλους διὰ τὸν ἄδολον πατριωτισμόν του.

ΙΩΑΝΝΗΣ ΚΡΗΤΙΚΟΣ
Ὑπῆρξεν ἀπὸ τὸ χωρίον Βέρβαινα. Ἐχρησίμευσε
δὲ κατ᾿ ἀρχὰς τοῦ ἱεροῦ ἀγῶνος εἰς τὸ γενικὸν
φροντιστήριον τοῦ ἐκεῖ στρατοπέδου τὸ λεγόμενον Κελάρι
ἔχων καὶ τοὺς δύω ἄλλους συντρόφους του, τὸν
Τροχάνην ἀπὸ τὸν Πραστὸν καὶ τὸν Ἀναγνώστην
Ῥοντόπουλον ἀπὸ τὴν Τριπολιτσᾶν. Ἐνόσῳ ὑπῆρχεν ἐκεῖ τὸ
στρατόπεδον ἐξώδευεν ἐξ ἰδίων του διὰ τὰ ἀναγκαῖα
τρόφιμα καὶ λοιπὰ χρειώδη, μετὰ δὲ τὴν ἀναχώρησιν
τοῦ στρατοπέδου ἀπὸ τὰ Βέρβαινα ἐτροφοδότει ὑπὲρ
τοὺς σαράντα στρατιώτας ἕως τῆς ἁλώσεως τῆς
Τριπολιτσᾶς. Ὕστερα δὲ ὅταν ἦλθεν ὁ Δράμαλης εὑρέθη
εἰς τὸ Κεφαλάρι τοῦ Ἄργους συγκρατῶν καὶ βοηθῶν
τοὺς στρατιώτας.

ΙΩΑΝΝΗΣ ΘΕΟΔΟΣΙΟΥ ΠΕΡΒΕΝΑΣ
Κατήγετο ἀπὸ τὸ χωρίον Κορακοβοῦνι. Ἦτο
μυημένος τὸ μυστήριον τῆς ἑταιρίας. Κατ᾿ ἀρχὰς τῆς
ἐπαναστάσεως διωρίσθη πεντακοσίαρχος, καὶ μετὰ τῶν
συγχωρίων του καὶ τῶν λοιπῶν στρατιωτῶν τῶν
πλησίον τῆς πατρίδος του χωρίων ἔλαβε μέρος εἰς τὴν
πολιορκίαν τῆς Τριπολιτσᾶς, καὶ ἐπολέμησε μέχρι τῆς
ἁλώσεώς της. Ὑπηρέτησε δὲ καὶ πολιτικῶς ὡς ἔφορος
τῶν τροφῶν, τὰς ὁποίας συνήθροιζε καὶ τὰς ἔστελλεν
εἰς τὸ φροντιστήριον τῶν Βερβαίνων.

ΑΪΒΑΛΗ
Μετὰ τὸν χαλασμὸν τοῦ Ἀϊβαλῆ ἦλθον εἰς τὴν
Πελοπόννησον πολλαὶ ἄλλαι οἰκογένειαι, ὡς καὶ ἐκείνη
τῶν Σαλτέλιδων. Οὗτοι δὲ ὑπηρέτησαν πολιτικῶς εἰς
τὰ διάφορα γραφεῖα. Ὅ,τι δὲ πρᾶγμα πολύτιμον
ἔσωσαν καὶ ἔφερον μαζύ των ἀπὸ τὴν πατρίδα των,
ὅτε ἦλθεν ὁ Δράμαλης εἰς τὸ Ἄργος, τὸ ἐπῆραν οἱ
Μανιᾶται.

ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΚΑΙ ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΣΠΗΛΙΩΤΑΙΟΙ
Οὗτοι ἦλθον ἀπὸ τὴν Σμύρνην, ὡς καὶ ὁ Μημῖκος
Πολυχρονόπουλος. Κατήγοντο δὲ ὅλοι ἀπὸ τὴν
Πελοπόννησον, οἱ μὲν Σπηλιωτόπουλοι ἐκ τοῦ Βαλτεσινίκου
τῆς Καρύταινας, ὁ δὲ Πολυχρονόπουλος ἀπὸ τὴν
Λιοδώραν τῆς αὐτῆς ἐπαρχίας. Ὑπηρέτησαν δὲ
στρατιωτικοὶ, καὶ ὑπέφερον εἰς ὅλους τοὺς κινδύνους, ὡς καὶ
οἱ λοιποὶ Πελοποννήσιοι.

ΒΛΑΧΟΠΟΙΜΕΝΕΣ
Οἱ βλαχοποιμένες, οἱ λεγόμενοι καὶ σκηνῖται,
Ρουμελιῶται, οἱ ὁποῖοι ἐγεννήθησαν εἰς τὴν
Πελοπόννησον ἔζων κατὰ γενεὰς, καὶ εὑρέθησαν ἐκεῖ εἰς τὴν
ἐπανάστασιν.

ΜΑΚΡΥΓΙΑΝΝΗΣ
Οὗτος ἐξεκαλοκαίριαζεν εἰς τὸ βουνὸν τοῦ Σαϊτᾶ,
παρηκολούθει τὸν στρατηγὸν Θ. Κολοκοτρώνην ἔχων
στρατιώτας ὑπὲρ τοὺς εἴκοσι πέντε.
Οἱ κατοικοῦντες εἰς τὰ βουνὰ τοῦ Ἁγίου Πέτρου,
Λεονταρίου καὶ Καλαβρύτων, ὡς καὶ οἱ εὑρεθέντες εἰς
τὸ βουνὸν τῆς Κανδήλας κατὰ τὴν εἰσβολὴν τοῦ
Δράμαλη, ὅλοι συνέδραμον τὸν ἀγῶνα στρατιωτικῶς, καὶ
προσέτι συνεισέφερον καὶ τὰ πρόβατά των πρὸς τροφὴν
τῶν στρατιωτῶν καθὼς καὶ οἱ λοιποὶ Πελοποννήσιοι.


ΚΛΗΡΙΚΟΙ


ΠΑΛΑΙΩΝ ΠΑΤΡΩΝ ΓΕΡΜΑΝΟΣ
Οὗτος ὁ ἔνδοξος ἀρχιερεὺς κατήγετο ἀπὸ τὴν
Δημιτσάναν τῆς Καρύταινας. Πρῶτος δὲ τῶν ἄλλων
ἐτόλμησε νὰ ψάλῃ· «τὸ Ἀναστήτωσαν οἱ Ἕλληνες»,
νὰ ἐνθαρρύνῃ τοὺς στρατιώτας, καὶ νὰ κρεμάσῃ
σπάθην πρὸς παραδειγματισμὸν τῶν Ἑλλήνων
πολεμιστῶν. Αἱ ἐκδουλεύσεις του πρὸς τὴν πατρίδα
στρατιωτικαὶ καὶ πολιτικαὶ εἶναι πασίγνωστοι. Πρῶτος δὲ αὐτὸς
ἐκ τῶν ἄλλων Ἑλλήνων συνέλαβε τὴν ἰδέαν νὰ
συγγράψῃ τὰ γεγονότα τοῦ πολέμου, ἀλλὰ δὲν ἐπρόφθασε
καὶ νὰ τὰ ἐκδώσῃ ὁ ἴδιος εἰς τὸ φῶς, καὶ
ἐδημοσιεύθησαν ὑπὸ ἄλλων ὡς τοῦτο εἶναι γνωστὸν εἰς τὸ
Πανελλήνιον.

ΑΝΘΙΜΟΣ ΕΠΙΣΚΟΠΟΣ ΕΛΟΥΣ
Κατήγετο ἀπὸ τὸ χωρίον Στενὸν τῆς ἐπαρχίας
Τριπολιτσᾶς. Κατὰ τὰς ἀρχὰς τῆς ἐπαναστάσεως
ἐφρόντιζε νὰ συνειθίσῃ τοὺς Ἕλληνας διὰ λόγου καὶ ἔργου
νὰ ᾖναι τολμηροὶ καὶ νὰ μὴ φοβοῦνται τὸν θάνατον,
βεβαιῶν ὅτι ὅσοι τῶν Ἑλλήνων φονευθοῦν μαχόμενοι
ὑπὲρ πίστεως καὶ πατρίδος θὰ ᾖναι ἅγιοι, καὶ ὅσοι
πάλιν σκοτώσουν Τούρκους, τοὺς ἐχθροὺς τῆς πίστεως καὶ
τῆς πατρίδος καὶ αὐτοὶ θὰ γίνωσιν ἅγιοι. Μάλιστα
ἔλεγεν πρὸς τοὺς στρατιώτας τοὺς πολιορκοῦντας τὴν
Τριπολιτσᾶν, ὅτι ὅποιος θέλει νὰ ὑπάγῃ εἰς τὸν
παράδεισον, ὁ παράδεισος εἶναι αὐτὴ ἡ μάνδρα, δεικνύων τὸ
τεῖχος τῆς πόλεως, καὶ ὅποιος πάρει τὴν σκάλαν καὶ
ἀνεβῆ τὸ τεῖχος εὑρίσκει τὸν παράδεισον. Καὶ ὄχι μόνον
διὰ τῶν λόγων, ἀλλὰ καὶ διὰ τῶν ἔργων ὁ
ἀρχιερεὺς οὗτος ὠφέλησε τὴν ἐπανάστασιν, διότι εἰς τοὺς
πολέμους ἦτον ἐμπρὸς, ἐκλείετο εἰς τὸ ταμποῦρι καὶ
ἐπολέμει ὡς στρατιώτης καὶ εἶχε πάθος περισσότερον
τῶν ἄλλων Ἑλλήνων, ὥστε ἂν εἶχε τοὺς Τούρκους εἰς
τὴν δύναμίν του, ὅλους τοὺς ἔρριπτεν εἰς τὴν θάλασσαν,
ἔπιπτε καὶ αὐτὸς μαζύ των διὰ νὰ τοὺς βαρύνῃ νὰ
βυθισθοῦν μίαν ὥραν προτήτερα. Τὰ λοιπὰ δὲ περὶ τοῦ
Ἐπισκόπου τούτου εὑρίσκονται εἰς τὰ
ἀπομνημονεύματα.



Ο ΒΡΕΣΘΕΝΗΣ ΘΕΟΔΩΡΗΤΟΣ
Ὁ σεβασμιώτατος οὗτος ἀρχιερεὺς κατήγετο ἀπὸ
τὸ χωρίον Νεμνίτσαν τῆς ἐπαρχίας Καρύταινας. Αἱ
ἐκδουλεύσεις του εἶναι πολλαὶ πολιτικαὶ καὶ
στρατιωτικαὶ, καὶ ἡ φιλοπατρία του ἀπαραδειγμάτιστος, διότι
ποτὲ δὲν ἐφρόντισε περὶ τῆς ὑπάρξεώς του, ἦτον εἰς
ἄκρον ἐφιλοκερδὴς, καὶ ὅλα κατεφρόνει ἀπέναντι τῆς
πατρίδος. Περὶ τούτου δὲ καὶ περὶ τῆς ἀκτημοσύνης του
μαρτυρεῖ ὅλη ἡ Πελοπόννησος. Εἰς δὲ τὰ Βέρβαινα
ἔγεινεν ὁ πρόδρομος τῶν Ἑλλήνων, διότι ἐσύστησε τὸ
φροντιστήριον καὶ τὸ ἐκεῖ στρατόπεδον. Ὅλοι δὲ τὸν ἐσέβοντο
καὶ εἰς ὅλα τὸν ἤκουον ὡς ἄλλον Ἐθνάρχην. Ἐφρόντιζε
νὰ σώσῃ τὸν Ἑλληνικὸν λαόν. Μετὰ δὲ τὴν ἅλωσιν τῆς
Τριπολιτσᾶς ἐφρόντισε ν᾿ ἀσφαλίσῃ ὡς πολιτικὸς τὴν
πατρίδα του. Ἐξελέχθη μέλος τῆς Πελοποννησιακῆς
Γερουσίας, ἔπειτα βουλευτὴς καὶ ἀντιπρόεδρος τῆς
Βουλῆς, καὶ ὡς τοιοῦτος ἀπέθανεν. Ἐτιμᾶτο δὲ καὶ
ἐθαυμάζετο διὰ τὰς σωτηρίους γνώσεις του.

Ο ΛΑΡΙΣΣΗΣ ΚΥΡΙΛΛΟΣ
Οὗτος κατήγετο ἐκ Δημιτσάνης. Ἐλθὼν δὲ εἰς
τὴν Πελοπόννησον ἐν ἀρχῇ τῆς ἐπαναστάσεως ἐνήργει
ὑπὲρ τοῦ ἀγῶνος. Ἔπειτα δὲ διωρίσθη εἰς τὴν Ἠλείαν
ἀπὸ τὴν τότε Κυβέρνησιν ἐπίσκοπος, καὶ καθ᾿ ὃν
χρόνον ἦτον ἐκεῖ ὁ πόλεμος, παρεκίνει πάντοτε τοὺς
κατοίκους νὰ ὑπάγουν εἰς τὴν πολιορκίαν τῶν Πατρῶν, καὶ
εἰς τὸ Μεσολόγγιον. Αὐτὸν δὲ εὗρεν ὁ Κολοκοτρώνης
εἰς Πύργον ὅταν ἔλυσε τὴν πολιορκίαν τῶν Πατρῶν,
καὶ ἐκεῖθεν διήρχετο. Τὴν δὲ γενομένην τότε μεταξύ
των ὁμιλίαν διηγοῦμαι εἰς τὸ σχετικὸν μέρος τῶν
ἀπομνημονευμάτων μου. Μετὰ δὲ τὴν διάλυσιν τῆς
πολιορκίας καὶ τὴν ἀναχώρησιν τοῦ Κολοκοτρώνη, διὰ νὰ
προφυλάξῃ τοὺς κατοίκους ἀπὸ τὰς ἐκδρομὰς τῶν
Πατρινῶν Τούρκων ὑπῆγε μαζὺ μὲ τοὺς στρατιώτας,
παρακινῶν αὐτοὺς νὰ πολεμῶσι τοὺς ἐξερχομένους πρὸς
λεηλασίαν Τούρκους. Ἐπὶ δὲ τοῦ Ἰμβραὴμ πασᾶ
ἐκυνηγήθη, ἐκινδύνευσε καὶ ἔχασεν ὅ,τι καὶ ἂν εἶχεν. Ὕστερον
δὲ μετὰ τὴν ἀποκατάστασιν τῶν πραγμάτων,
ἐλθούσης τῆς Ἀντιβασιλείας διωρίσθη ἐπίσκοπος
Ἀργολίδος, καὶ μέλος τῆς Ἱερᾶς Συνόδου, τῆς ὁποίας ἔγεινε
καὶ πρόεδρος. Ἀπέθανε δὲ εἰς Ἀθήνας, καὶ ἀφῆκε
μνήμην ἀγαθὴν διὰ τὰς πρὸς τὴν πατρίδα ἐκδουλεύσεις του
ἐκκλησιαστικὰς καὶ πολιτικάς.
Ο ΚΟΡΙΝΘΟΥ ΚΥΡΙΛΛΟΣ
Οὗτος πατρίδα εἶχε τὴν Βυτίναν τῆς Καρύταινας.
Ἐνθαρρυνόμενος δὲ ἀπὸ τὰς σχέσεις του πρὸς τὸν
Κιαμήλμπεην, ὅτι θέλει εὕρει καιρὸν νὰ εὕγῃ ἔξω τῆς
Τριπολιτσᾶς πρὸ τῆς 25 Μαρτίου, δὲ τὸ κατώρθωσε καὶ
ἔμεινεν ἐντὸς αὐτῆς. Μετὰ δὲ τὴν ἅλωσιν τῆς πόλεως
ὑπηρέτησε τὴν πατρίδα πολιτικῶς, ἐκλεχθεὶς μέλος τῆς
Πελοποννησιακῆς Γερουσίας. Ἔτυχε δὲ τότε, ὅτε ὁ
Κολοκοτρώνης ἦλθεν ἀπὸ τὴν πολιορκίαν τῶν Πατρῶν
θυμωμένος καὶ ἐξηγριωμένος κατὰ τῆς Γερουσίας καὶ τῶν
λοιπῶν τῶν ματαιωσάντων τὴν πολιορκίαν, καὶ ἐπειδὴ
ὁ μητροπολίτης εἶχε φιλίαν αδελφικὴν μὲ τὸν Κολοκοτρώνην,
τὸν κατεπράϋνε καὶ συνετέλεσε
τοιουτοτρόπως, ὥστε νὰ μὴ ξεσχισθοῦν τὰ πολιτικὰ πράγματα.
Ὁ Κολοκοτρώνης πολὺ τὸν ἐσέβετο, ἡ δὲ φιλία τῶν
δύο τούτων ἀνδρῶν ὑπῆρξε σπανία.

Ο ΤΡΙΠΟΛΕΩΣ ΔΑΝΙΗΛ
Οὗτος ὁ ποιμενάρχης κατήγετο ἀπὸ τὴν
Δημιτσάναν. Ἐφυλακίσθη εἰς τὴν Τριπολιτσᾶν καὶ ὑπέφερε
τὴν φυλάκισίν του. Μετὰ ταῦτα ἐχρησήμευσεν ὡς
μεσάζων εἰς τὰ μαλώματα τῶν καπεταναίων
Κολοκοτρώνη, Πλαπούτα καὶ λοιπῶν Καρυτινῶν, καὶ
τῶν Δεληγιανναίων, διότι καὶ τὰ δύω μέρη τὸν ἐσέβοντο
καὶ ἤκουον τὰς συμβουλάς του, καὶ τοιουτοτρόπως
ἐμπόδισε πολλὰ κακὰ καὶ αἱματοχυσίαν.

ΠΑΠΑ ΣΧΙΖΑΣ ΕΚ ΣΕΡΒΟΥ
Οὗτος ὁ ἱερεὺς τοῦ Θεοῦ τοῦ Ὑψίστου ἐφάνη χρήσιμος
εἰς τὴν περιφέρειαν τῆς Λιοδώρας παρακινῶν
τοὺς στρατιώτας εἰς τὸν πόλεμον.

ΑΓΑΠΙΟΣ
Ὁ μοναχὸς οὖτος κατήγετο ἀπὸ τὸ χωρίον
Παγκράτι καὶ ἀπὸ τὴν γενεὰν τῶν Λαμπροπούλων. Ὑπῆρξε
διδάσκαλος Ἑλληνικὸς εἰς τὰ Μαγούλιανα, καὶ ἦτον
ἐκεῖ ἐν ἀρχῇ τῆς ἐπαναστάσεως χρησιμεύσας πολὺ ὑπὲρ
τοῦ ἱεροῦ ἀγῶνος, διότι ἐπῆρε τὸν σταυρὸν καὶ τὴν
σημαίαν τῶν Μαγουλιανιτῶν εἰς τὰς χεῖρας, ἐβγῆκεν
ἐκτὸς τῆς κωμοπόλεως, ἐδιάβασε παράκλησιν, εὐλόγησε
τὰ ὅπλα καὶ τὴν σημαίαν, ἠσπάσθη τοὺς στρατιώτας
ἕνα πρὸς ἕνα, τοὺς εὐχήθη, τοὺς ὡμίλησε λόγον
ἐνθουσιαστικὸν ὑπὲρ τῆς πατρίδος καὶ τῆς ἐλευθερίας, τοὺς
εἶπε νὰ μὴν φοβῶνται τοὺς τυράννους διότι ἀπόφασις
θεία εἶναι νὰ σκοτωθοῦν οἱ βάρβαροι καὶ κατακτηταὶ
τῆς πατρίδος. Μετὰ δὲ ταῦτα ἐφρόντιζε μετὰ τῶν
ἄλλων κληρικῶν νὰ ἑτοιμάζωσι τὰς τροφὰς τῶν
στρατιωτῶν.

ΙΩΑΝΝΗΣ ΙΕΡΕΥΣ ΣΑΚΕΛΛΑΡΙΟΣ
Ὁ ἱερεὺς οὗτος τοῦ Θεοῦ ἦτον ἀπὸ τὴν
Στεμνίτσαν. Ὠφέλησε τὸν ἀγῶνα παρακινῶν τοὺς πατριώτας
του λόγῳ καὶ ἔργῳ νὰ τρέξουν εἰς τὸν ἀγῶνα. Ὑπῆρξε
φίλος τοῦ ἀρχηγοῦ Θ. Κολοκοτρώνη. Ἤρχετο καὶ εἰς
τὸ στρατόπεδον διὰ νὰ εὐλογῇ καὶ συμβουλεύῃ ἐκ τοῦ
πλησίον τοὺς στρατιώτας.

ΗΣΑΪΑΣ ΜΙΧΑΛΟΠΟΥΛΟΣ
Κατήγετο ἐκ Μαγουλιάνων. Ἐμαθήτευσεν εἰς τὴν
σχολὴν τῆς Βυτίνας. Πρὸ τῆς ἐπαναστάσεως
μετήρχετο τὸν διδάσκαλον τῶν Ἑλληνικῶν γραμμάτων εἰς
Ἅγιον Πέτρον, εἰς τὴν Ζάτουναν, εἰς Κυπαρισσίαν καὶ
εἰς ἄλλα διάφορα μέρη. Μετὰ δὲ τὴν ἐπανάστασιν
πάλιν ἐπαγγέλετο τὸν διδάσκαλον, καὶ χειροτονηθεὶς
ἱερεὺς ἐλειτούργει τοὺς Ἕλληνας Μαγουλιανίτας.
Ἐχρημάτισε δὲ καὶ δημογέρων, καὶ κατὰ τὴν εἰσβολὴν τοῦ
Ἰμβραὴμ πασᾶ πολὺ ὠφέλησε τὸν τόπον, διότι
ἐπήγαινεν εἰς τῇς σπηλιαῖς καὶ εἰς τὰ ὄρη καὶ παρεκίνει
τοὺς κατοίκους νὰ συνέρχωνται περὶ τῶν ὑποθέσεων τοῦ
κοινοῦ καὶ διὰ τὴν ἀναλογίαν τῶν στρατιωτῶν.

ΚΑΛΛΙΝΙΚΟΣ ΚΑΣΤΟΡΧΗΣ
Ὁ ἀρχιερεὺς οὗτος, νῦν Φθιώτιδος, κατήγετο ἐκ
Δημιτσάνης. Ἐπανελθὼν δὲ ἀπὸ τὴν Χῖον, καὶ ἄλλοθεν
ὅπου ἔκαμε τὰς σπουδάς του, ἐπαρουσιάσθη εἰς τὰ Βέρβαινα
καὶ ἔβαλε λόγον ἐνθουσιαστικόν. Κατὰ τὸν ἱερὸν
ἀγῶνα ἐνήργει καὶ συνέδραμεν ὡς Ἑλληνικὸς
διδάσκαλος παρακινῶν τοὺς συμπατριώτας του πρὸς τὸν
πόλεμον. Μετὰ δὲ τὴν ἅλωσιν τῆς Τριπολιτσᾶς ἐσύστησεν
Ἑλληνικὸν σχολεῖον ἐντὸς αὐτῆς, καὶ ὠφέλησεν εἰς
τοῦτο πολὺ, διότι ἔβγαλε πολλοὺς μαθητὰς, οἱ ὁποῖοι
καὶ σήμερον εἶναι χρήσιμοι εἰς τὴν πολιτικὴν
ὑπαλληλίαν. Μετὰ δὲ ταῦτα ἐπὶ πολὺν χρόνον ἔκαμε τὸν
ἱεροκήρυκα, καὶ ὕστερον ἔγεινεν ἀρχιερεύς.

ΔΑΝΙΗΛ ΓΕΩΡΓΟΠΟΥΛΟΣ
Κατήγετο ἀπὸ τὸ Ζυγοβίστι, καὶ ὑπῆρξεν εἷς ἐκ
τῶν ἐπισήμων ἱεροκηρύκων, κηρύττων τὸν λόγον τοῦ
Εὐαγγελίου, καὶ παρακινῶν τοὺς συμπατριώτας του
πρὸς τὸν πόλεμον. Ὕστερον δὲ ἔγραφε καὶ εἰς τὸ
Ὑπουργεῖον τῶν Ἐκκλησιαστικῶν, γενόμενος χρήσιμος
εἰς τοῦτο.

Ο ΧΑΡΙΟΥΠΟΛΕΩΣ ΒΗΣΑΡΙΩΝ
Οὗτος ὁ σεβαστὸς ἐπίσκοπος ἔμεινε μόνος εἰς τὰς
κωμοπόλεις τῆς Καρύταινας, καὶ ἐχρησίμευσεν ὡς
ἐκκλησιαστικὸς καὶ πολιτικός. Παρεκίνει τοὺς
στρατιώτας εἰς τὸν πόλεμον καὶ ἐσυμβίβαζε τὰς διενέξεις τῶν
κατοίκων ἐν καιρῷ τοῦ πολέμου. Ἔχαιρε δὲ τὴν
μεγαλειτέραν ὑπόληψιν καὶ τὸ σέβας ἀπὸ τὸν τόπον.

ΔΟΣΙΘΕΟΣ ΜΙΧΑΛΑΚΟΠΟΥΛΟΣ
Οὗτος κατήγετο ἀπὸ τὸ Ζυγοβίστι. Ἐμαθήτευσε
πρότερον εἰς τὴν ἀκαδημίαν τῆς Κερκύρας, καὶ κατὰ
τὴν ἀρχὴν τῆς ἐπαναστάσεως εὑρέθη εἰς τὴν
Ζάκυνθον, καὶ ὕστερον μετήρχετο τὸν Ἑλληνοδιδάσκαλον
κατὰ τὴν Ὀλυμπίαν, καὶ παρεκίνει τοὺς Ἕλληνας πρὸς
τὸν πόλεμον. Ἐγένετο γνωστὸς διὰ τὸ ἐπάγγελμά του,
καὶ ἠγαπᾶτο διὰ τοῦτο ἀπὸ τοὺς Ἕλληνας.

ΚΑΛΛΙΝΙΚΟΣ ΜΟΝΑΧΟΣ
Ἀνῆκεν εἰς τὴν μονὴν τῆς Ἁγίας Μαρίνας,
κειμένης κατὰ τὴν Βαρβίτσαν τῆς Ἄκοβας. Πάντοτε
παρηκολούθει τὸν Κανέλον Δεληγιάννην εὑρισκόμενος μαζὺ
μὲ τοὺς στρατιώτας. Ὑπῆγεν εἰς τὸ Μεσολόγγιον καὶ
ἀλλοῦ εἰς πολλὰς μάχας, ὡς καὶ εἰς τὴν πολιορκίαν
τῆς Τριπολιτσᾶς. Ἔγεινε δὲ γνωστὸς ὑπὸ τὸ ὄνομα
Φλεσάκος, δηλαδὴ μικρότερος τοῦ Ἀρχιμανδρίτου
Δικαίου Φλέσα. Εἰς τὰς μάχας πάντοτε ἐκράτει εἰς τὰς
χεῖράς του τὴν εἰκόνα τῆς Παναγίας καὶ ἐπήγαινεν
ἐμπρός. Εἰς τὰς Πάτρας δὲ κατὰ τὴν περίφημον
μάχην τῆς 9 Μαρτίου οἱ Τοῦρκοι ἐκυνήγησαν καὶ αὐτὸν,
ὅστις καταδιωκόμενος ἔρριψε τὴν εἰκόνα ἐντὸς μιᾶς
βάτου, καὶ εἶπεν εἰς αὐτὴν, ὅτι ἂν δὲν δυναμώσῃ τοὺς
Ἕλληνας νὰ νικήσουν τοὺς Τούρκους δὲ τὴν παίρνει
πάλιν, εἰπών· «πήγαινε καὶ σὺ μὲ τοὺς Τούρκους».
Ἐντὸς ὀλίγου οἱ Ἕλληνες ἐνίκησαν, καὶ τοῦτο
ἐθεωρήθη ὑπὸ τῶν στρατιωτῶν ὡς θαῦμα τῆς Παναγίας.

ΒΑΡΘΟΛΟΜΑΙΟΣ ΣΠΗΛΙΟΤΟΠΟΥΛΟΣ
Ἦτον ἀπὸ τὴν Δημιτσάναν. Εὑρεθεὶς εἰς τὴν θέσιν
ὅπου ἔστεκεν ὁ ἀρχηγὸς Θ. Κολοκοτρώνης καὶ
διεύθυνε τὴν μάχην κατὰ τοῦ Δράμαλη εἰς τὰ Δερβενάκια,
ἐβοήθει τὸν Οἰκονόμου, ὅστις ἔψαλλεν, ὡς προείπομεν,
τὴν παράκλησιν δεόμενος τοῦ ἀληθινοῦ Θεοῦ τῶν
Ἑλλήνων νὰ ἐνισχύσῃ τοὺς στρατιώτας κατὰ τῶν
βαρβάρων. Ἔτρεχε δὲ καὶ οὗτος καὶ ἔδιδε θάρρος εἰς τοὺς
στρατιώτας. Πόσα ἔπραξεν ὁ κλῆρος διὰ νὰ ἐμψυχώσῃ
τοὺς Ἕλληνας!

ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΙΕΡΕΥΣ
Οὖτος κατήγετο ἀπὸ τὸ Χρυσοβίτσι, καὶ εἶναι ἐκ
τῶν διακεκριμένων στρατιωτικῶν. Ὑπηρέτησε δὲ
παντοῦ ὑπὸ τὰς διαταγὰς τοῦ στρατηγοῦ Θ. Κολοκοτρώνη.
Αὐτὸς εἶναι ἐκεῖνος, τὸν ὁποῖον ἔστειλεν ὁ Δράμαλης,
ἀφοῦ τὸν ἐφώναξεν ἐν καιρῷ πολέμου, νὰ εἴπῃ τοῦ
Κολοκοτρώνη νὰ τοῦ ἀφήσῃ τὸν δρόμον ἐλεὐθερον νὰ
φύγῃ ἐκτὸς τῆς Πελοποννήσου, καὶ τοῦ πληρώνει τὰ
ἔξοδα τοῦ πολέμου. Αἱ ἐκδουλεύσεις τοῦ ἱερέως τούτου
εἶναι γνωσταί.

ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΙΕΡΕΥΣ
Κατήγετο ἀπὸ τὴν Κορφοξυλιάν. Εὑρεθεὶς δὲ κατ᾿
ἀρχὰς εἰς τὸ Τετέμπεη, οὗτος ὁ ἄριστος στρατιωτικὸς,
ὑπηρέτησεν ὑπὸ τὰς διαταγὰς τοῦ στρατηγοῦ Θ.
Κολοκοτρώνη, εὑρεθεὶς εἰς ὅλας τὰς μάχας καὶ τοὺς
πολέμους. Ἀρίστευσεν εἴς τινα μάχην ἐκτὸς τῆς
Τριπολιτσᾶς κατὰ τὸν Μύτικα τὸν μικρὸν τοῦ Μαρκοβουνίου.
Κατ᾿ αὐτὴν δὲ τὴν μάχην ἔδειξαν οἱ Ἕλληνες, ὅτι δύνανται
νὰ πολεμήσουν κατάκαμπα μὲ τοὺς
καβαλαραίους. Ἡ ἀπόφασις τοῦ ἱερέως τούτου ἔσωσε τὴν
μάχην, τὴν ὁποίαν ἐδιοικοῦσεν ὁ Πάνος Κολοκοτρώνης,
διὰ τὴν ἀπουσίαν τοῦ πατρός του, ὅστις ὑπῆγεν εἰς τὸ
Ἄστρος πρὸς ὑποδοχὴν τοῦ πρίγκηπος Δ. Ὑψηλάντου.

Ο ΠΑΠΑΓΕΩΡΓΗΣ
Ἦτον ἀπὸ τοῦ Λάτικα τῆς Λιοδώρας. Οὗτος ὁ
περίφημος ἥρως δὲν ἔχει ὅμοιόν του. Τὰ μεγάλα
ἀνδραγαθήματα κατὰ τὴν πολιορκίαν τῆς Τριπολιτσᾶς
ἐθεωροῦντο τότε ὡς θαύματα. Ἀπέθανε δὲ ἀπὸ τὴν νόσον
μετὰ τὴν ἅλωσιν τῆς Τριπολιτσᾶς καὶ οὕτως ἐχάθη
ἐγνωσμένον παληκάρι.

Ο ΠΑΠΑΓΕΩΡΓΑΚΗΣ
Ὁ περίφημος οὗτος καπετὰν παπᾶς κατήγετο ἀπὸ
τὸ Μοναστηράκι. Εὑρίσκετο μετὰ τοῦ στρατηγοῦ
Κανέλου Δεληγιάννη εἰς ὅλους τοὺς πολέμους, καὶ
διεκρίθη. Εἰς δὲ τὴν μάχην τῆς Γράνας κατὰ τὴν
πολιορκίαν τῆς Τριπολιτσᾶς ἀνδραγάθησε. Μετὰ δὲ ταῦτα
εὑρέθη εἰς τὴν μάχην τῆς 9 Μαρτίου εἰς τὰς Πάτρας,
τὰς ὁποίας ἐπολιόρκει ὁ Κολοκοτρώνης. Κατόπιν
ἐπέρασεν εἰς τὸ Μεσολόγγιον μετὰ τοῦ στρατηγοῦ Κανέλου
Δεληγιάννη καὶ ἄφησε καὶ ἐκεῖ μνημεῖα παληκαριᾶς.
Οὕτω δὲ κατέστη γνωστὸς εἰς τὸν τόπον του, ὡσὰν τὸν
Παπαγεωργάκη ἀπὸ τὸ Μοναστηράκι ἔλεγον, καὶ
ἐννοοῦσαν παληκάρι.

Η ΜΟΝΗ ΤΩΝ ΤΣΙΠΙΑΝΩΝ
Οἱ τότε πατέρες τῆς Μονῆς ταύτης πολλὴν
θυσίαν ὑλικὴν ἔκαμον. Αὐτοὶ ἐπρόβλεπον τὰ τρόφιμα καὶ
λοιπὰ τοῦ πολέμου διὰ τοὺς στρατιώτας τοῦ περιφήμου
Δαγρέ. Μάλιστα δὲ ὁ νῦν ἡγούμενος Γρηγόριος ἦτον νέος
τότε καὶ ἐπήγαινεν εἰς τὸν πόλεμον, εὑρέθη καὶ εἰς τὴν
θέσιν Καπνίστραν ὅταν ἔκλεισαν τὸν καπετὰν Δαγρὲν οἱ
Τοῦρκοι εἰς τὴν σπηλιὰν, καὶ ἐκινδύνευσε πολεμῶν.
Ἐσκοτώθησαν δὲ οἱ συγγενεῖς του εἰς τὴν μάχην
ταύτην, καὶ ἔπειτα ὑπῆγεν καὶ εἰς ἄλλους πολέμους.

ΚΑΛΛΙΝΙΚΟΣ ΗΓΟΥΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΜΟΝΗΣ ΚΑΝΔΗΛΑΣ
Ὁ περίφημος οὗτος μοναχὸς ὑπηρέτησε τὴν
πατρίδα μὲ τὸ ὅπλον εἰς τὰς χεῖρας, καὶ ἐπειδὴ ἡ Μονὴ
αὕτη εἶναι ἀπόρθητος, ἐντὸς αὐτῆς εἶχεν ὅλα τὰ μέσα
τοῦ πολέμου, διότι ἐχρησίμευε καὶ ὡς φρούριον.
Ἐκεῖθεν διήρχοντο στρατιῶται καὶ ἐν γένει ὅλοι οἱ ἄνθρωποι
καὶ ἐλάμβανον ἄνεσιν ἀπὸ τοὺς μεγάλους κόπους καὶ
τοὺς κινδύνους. Ὁσάκις δὲ ἀσθενοῦσαν οἱ στρατιῶται, ἢ
ἐλαβώνοντο, ἐκεῖ ἐστέλλοντο καὶ ἐθεραπεύοντο.
Μάλιστα δὲ αὐτὸς ὁ ἴδιος Καλλίνικος ἔκαμνε τὸν χειροῦργον,
διότι ἦτον ἐμπειρικός.

ΚΥΠΡΙΑΝΟΣ ΗΓΟΥΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΜΟΝΗΣ ΤΟΥ ΦΡΑΓΚΟΠΗΔΗΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΗΛΕΙΑΣ
Ὁ περίφημος οὗτος κληρικὸς συνετέλεσε πολὺ
ὑπὲρ τοῦ πολέμου. Ἦτο δὲ στρατηγὸς, καὶ ὄχι
ἡγούμενος, διότι ὡδήγει τοὺς στρατιώτας εἰς τὰς μάχας
ὅλων τῶν χωρίων τῶν κειμένων γύρωθεν τῆς Μονῆς
του, καὶ πάντοτε μὲ αὐτοὺς ἐξεστράτευεν.
Ἐπίσης δὲ καὶ ὁ μετ᾿ αὐτοῦ Νάρκισος
ἡγούμενος, ὁ καὶ Ριγανάκης λεγόμενος, ἢ Πετρόπουλος, ἀπὸ
τὰ Μαγούλιανα τῆς Γόρτυνος, ὑπηρέτησε
στρατιωτικῶς, καὶ ὁ τόπος ἔχει περὶ αὐτοῦ μνημόσυνα τῶν
ἡρωϊκῶν κατορθωμάτων του.



Πηγή

ΒΙΟΙ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΙΩΝ ΑΝΔΡΩΝ
ΚΑΙ ΤΩΝ ΕΞΩΘΕΝ ΕΙΣ ΤΗΝ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΝ ΕΛΘΟΝΤΩΝ
ΚΛΗΡΙΚΩΝ ΣΤΡΑΤΙΩΤΙΚΩΝ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΤΩΝ ΑΓΩΝΙΣΑΜΕΝΩΝ
ΤΟΝ ΑΓΩΝΑ ΤΗΣ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΕΩΣ

ΦΩΤΙΟΥ ΧΡΥΣΑΝΘΟΠΟΥΛΟΥ Η ΦΩΤΑΚΟΥ
ΠΡΩΤΟΥ ΥΠΑΣΠΙΣΤΟΥ ΤΟΥ Θ. ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗ

Π ε ρ ι ε χ ό μ ε ν α

Απογραφές
Η επαρχία του Λιονταριού (1461)
Η Καρύταινα (Λιοντάρι) (1512-1520)
Ο Δήμος (kaza) της Καρύταινας (1566-1574)
Χωριά Γορτυνίας (1700-1830)
Χωριά και αριθμός οικογενειών Γορτυνίας (απόγραφή Pouqueville)
Απογραφή Γορτυνίας (1834)
Απογραφή Αρκαδίας (1834)
Απογραφή Γορτυνίας (1852)

Ονόματα
Σκορτινοί (13-14ος αιώνες)
Κροκόντηλοι-Αγ.Γεώργιος των Σκορτών (13-15ος αιώνας)
Δημητσανίτες (1461-1574)
Μέλη δημοτικού συμβουλίου Τριπολιτσάς (1700)
Ονόματα στρατιωτικών των Κολοκοτρωναίων (1821)
Γορτύνιοι Πολιτικοί κατά την Επανάσταση (1821)
Γορτύνιοι Αξιωματικοί κατά την Επανάσταση (1821)
Γορτύνιοι Φιλικοί (1821)
Ονόματα Λαγκαδινών (1822-3)
Ονόματα κατοίκων επαρχίας Τριπολιτσάς - Α (1823)
Ονόματα κατοίκων επαρχίας Τριπολιτσάς - Β (1823)
Προαγωγές Γορτυνίων στρατιωτικών (1824)
Δημοτικοί εισπράκτορες Γορτυνίας (1836)
Δήμαρχοι και Πάρεδροι Γορτυνίας (1841)
Φύλλα ποιότητας Δημάρχων και παραγόντων της Γορτυνίας (1849-1850)
Εκλογικά έγγραφα Γορτυνίας [1843 - 1862]
Εκλογικός κατάλογος Γορτυνίας (1865)
Επώνυμα Γορτυνίων 1865 (δήμοι Γόρτυνος, Ελευσίνος, Κλείτωρος και Μυλάοντος)
Επώνυμα Γορτυνίων 1872 (δήμοι Λαγκαδίων και Νυμφασίας)
Επώνυμα Γορτυνίων 1872 (δήμοι Τρικολόνων και Τροπαίων)
Επώνυμα Γορτυνίων 1872 (δήμοι Ηραίας και Θέλπουσας)
Επώνυμα κατοίκων δήμων Φαλάνθου (1879) και Θεισόας (1843)
Μικρά ονόματα Γορτυνίων (19ος αιώνας)

Τοπωνύμια
Mετονομασίες οικισμών Αρκαδίας (1920)
Μεσσαρέα
Τοπωνύμια Βυτίνας
Τοπωνύμια Βάχλιας
Τοπωνύμιο Τσιπιανά
Τοπωνύμιο Ψάρι
Τοπωνύμιο Αρτοζήνος
Τα τοπωνύμια ως πηγή της πρώιμης κοινωνικής ιστορίας των σλαβικών φύλων
Nτρομπολιτσά- Tριπολιτσά- Tρίπολη : μια ιχνηλάτηση
Γορτυνιακά τοπωνύμια σλαβικής ετυμολογίας
Στα χνάρια του περιηγητή Παυσανία στην Αρκαδία
Συνοικισμός Μεγάλης Πόλεως

Διάλεκτοι και Ιδιώματα
Το αρχαίο αρκαδικό γράμμα "Τσαν"
Η αρχαία αρκαδοκυπριακή διάλεκτος
Σύγκριση γορτυνιακού με άλλα ιδιώματα στο φωνολογικό επίπεδο
Συνοπτική παρουσίαση γορτυνιακού ιδιώματος
Το φαινόμενο του τσιτακισμού στα πελοποννησιακά ιδιώματα
H συνθηματική γλώσσα των Λαγκαδινών μαστόρων
To ιδιωματικό στοιχείο στη γλώσσα των απομνημονευμάτων του Θεοδώρου Κολοκοτρώνη

Ιστορικά θέματα (επιλεγμένα)
Πασάς Mαυραειδής Φαρμάκης
Ιστορική γεωγραφία Αρκαδίας (395-1209)
Δοξαπατρήν τον λέγουσιν, μέγας στρατιώτης ένι
Λυκάων της Αρκαδίας
Φωτάκος: Μάχη εν Τρικόρφοις - 23 Ιουν. 1825
Κανέλλος Δεληγιάννης: Πολιορκία Λάλα
Κανέλλος Δεληγιάννης: Η μάχη του Βαλτετσίου (12-13 Μαιΐου 1821)
Κανέλλος Δεληγιάννης: Η μάχη της Γράνας
Κανέλλος Δεληγιάννης: Έξοδοι Δράμαλη από την Κόρινθο
Κανέλλος Δεληγιάννης: Γορτυνιακός εμφύλιος (1823) και αρχές του γενικού εμφυλίου (1824)
Κανέλλος Δεληγιάννης: Μάχες στο Άργος, Δερβενάκια, Αγιοσώστη, Αγιονόρι
Κανέλλος Δεληγιάννης: Α' Πολιορκία Μεσολογγίου
Κανέλλος Δεληγιάννης: Εκστρατεία στη Δυτ. Ελλάδα, Μάχη του Πέτα
Καταστροφή Ζάτουνας - Απρίλιος 1779
Αναφορές για τα επεισόδια στη Γορτυνία (Ιουν. 1823)
Αναφορά επαρχίας Καρύταινας (Δ' Εθνοσυνέλευση, Άργος 1829)
Επιστολή κατά Κολοκοτρώνη (Εμφύλιος 1823)
Ο Μοραΐτης Πυρπολητής του 1821
Τα άρματα της Καρύταινας (1821)

Μελέτες
Βυζαντινή κρατική ιεραρχία και στρατιωτική οργάνωση
Κυρ Ιωάννης ο Τζερνοτάς
Τάμα στον Δία – Αχαιοί εναντίον Γαλατών (120 π.Χ.)
Στοιχεία για την οθωμανική Ελλάδα
Προδοσίες και θυσία στη Μολδοβλαχία το 1821
Η παράδοση της Πόλης το 1453
Σύντομη ιστορία της Πελοποννήσου (2ος αι. π.Χ – 7ος αι. μ.Χ.)
Το Πασαλίκι του Μοριά
Τα παράπονα των Ανθενωτικών (1450)
Μοραΐτες Οπλαρχηγοί του 1821
Η μάχη της Πελαγονίας (1259 μ.Χ.)
Φορεσιά και Άρματα το 1821
Η Εποχή του Χαλκού στο Αιγαίο
Αυτόχθονες εναντίον Ετεροχθόνων
Αλαμανικός φόρος και βυζαντινά μνημόνια