"Κατά τάς αρχάς του Αυγούστου άπηλπισμένοι υπάρχοντες οί Τούρκοι έκ της τρομεράς εκείνης πείνας απεφάσισαν και έξήλθον διά νυκτός έκ Τριπολιτσάς, υπέρ τάς τρεις χιλιάδας και άπήλθον αίφνης εις τό χωρίον Λουκά (προτροπή ενός χωρικού του οποίου είχον αίχμάλωτον την οικογένειαν έξ γυναικόπαιδα, όστις τους άνήγγειλεν ότι εκεί είχαν συνάξει τροφάς του στρατοπέδου διά νά άρπάσουν).

Προ του μεσονυκτίου μας ειδοποίησαν αί φυλακαί την εκείθεν διάβασιν των Τούρκων και αμέσως άνεχώρησεν ό αδελφός μου Δημητράκης μέ τον Κίντζιον μέ έπέκεινα τών χιλίων εξακοσίων και φθάσαντες κατέλαβον την Γράναν και οχυρώθηκαν καλώς και έπερίμενον την έπιστροφήν τών Τούρκων. Προτού εξημερώση ειδοποίησα όλους τους οπλαρχηγούς του στρατοπέδου δια νά είναι έτοιμοι διά την προσεγγίζουσαν μάχην.΄Οθεν προ της ανατολής του ηλίου έφθασεν ή εμπροσθοφυλακή τών Τούρκων εις την Γράναν 500 ιππείς και χίλιοι πεζοί. Συγχρόνως έξήλθον καί έκ τής Τριπολιτσάς άπαντες οι δυνάμενοι νά φέρουν όπλα από τήν θύραν του Μισθρός, του Λεονταρίου και τής Καρύταινας καί ήρχισαν νά συγκρούωνται μέ διάφορα Ελληνικά στρατιωτικά σώματα νά έμπορέσουν νά φέρουν άντιπερισπασμόν νά μην δυνηθούν όλα τά σώματα νά τρέξουν επικουρία εις τήν Γράναν. ΄Ωστε ή μάχη έγενικεύθη άπό τό εν άκρον του στρατοπέδου έως τό άλλο και οί κανονοβολισμοί καί τουφεκοβολισμοί ακατάπαυστοι. Εγώ δέ άμα είδοποιήθην ότι έφθασεν ή τουρκική εμπροσθοφυλακή εις τήν Γράναν, παραλαβών όλους ανεξαιρέτως τους έναπολειφθέντας στρατιώτας μας υπέρ τους 600 καί έπέκεινα τών 300 άπό του Παπατσώνη, τό όλον 1.000 έγγιστα, έτρεξα δρομαίως καί έφθασα εκεί προτού φθάση τό κέντρο τών Τούρκων καί κατέλαβον τήν άριστεράν πτέρυγαν προς τό μέρος του Μπεντενακίου, καί ένωθέντες μετά του αδελφού μου και Κίντζιου άπετελέσαμεν ίσχυράν τήν άμυναν. Προτού φθάσω έγώ, έφώρμησεν ή εμπροσθοφυλακή τών Τούρκων άπαξ, δις καί τρις νά άπεράση τήν Γράναν άλλ' εύρεν τοσαύτην καί τοιαύτην άντίκρουσιν, ώστε δεν ήδυνήθη νά προχωρήση ούδ' έν βήμα καί ώπισθοπόρησε.΄Αμα δέ έφθασε καί τό κέντρον καί ή οπισθοφυλακή έκαμαν δύο καί τρεις απόπειρας διαβάσεως, άλλ' ίδόντες προφανή τήν καταστροφήν τους, απεφάσισαν καί εξεφόρτωσαν όλα τά ζώα τα όποία είχον φορτωμένας τροφάς• βλέποντες δέ και ημείς την μανίαν καί άπελπισίαν, ην είχον ν' άπεράσουν και δια να μην χάσωμεν πολλούς στρατιώτας εις τοιαύτην συμπλοκήν, διετάξαμεν τούς στρατιώτας καί άπεσύρθησαν από την δεξιάν πλευράν καί τους άνοίξαμεν μικράν τινα δίοδον καί ούτως έφορμήσαντες τυφλοίς όμμασι ήναψεν ό τουφεκοβολισμός, αί φωνές, αί κραυγαί καί ό κονιορτός είς την Γράναν εκείνην καί ουδείς έβλεπεν ή ήκουε τί έγίνετο από τό άκατάπαυστον πύρ μήτ' ήδύνατο να διακρίνη την νίκην ένεκα του πυκνού καπνού καί τού κονιορτού. Αλλά μετά παρέλευσιν μιάς σχεδόν ώρας συμπλοκής τρομεράς καί καταπλητικής διέβησαν όσοι έμειναν ζώντες άνευ τροφών καί φορτηγών ζώων ήμιθανείς καί φθάσαντες εις του Μαντζαγρά καί άνταμωθέντες μέ τους έκ Τριπολιτσάς εξελθόντες εισήλθον έντρομοι καί εις τελείαν άπόγνωσιν. Ο δέ Κολοκοτρώνης άμα είδοποιήθη παρ' ημών την έκ της Γράνας διάβασιν τών Τούρκων παραλαβών 150, ώς έγγιστα, στρατιώτας Ιππείς τε καί πεζούς ύπήγε την πρωίαν εκείνην καί έστάθη άνωθεν του χωρίου Μπετενάκι, ήμισείαν ώραν περίπου μακράν της Γράνας εις εν ύψηλόν λοφίδιον να βλέπη μέ τό κιάλι, (ώς έλεγε τότε), τά κινήματα τών έχθρών άπλούς θεατής, χωρίς νά κατέβη κάτω ούδ' έν βήμα νά δώση μικράν τινα έπικουρίαν, ούδ' έλαβε μέρος είς εκείνην την τρομερήν καί άπελπιστικήν μάχην. Άλλ' ήδη οί αναιδείς καί αισχροί κόλακες προσπαθούν είς τάς ψευδοϊστορίας τής Χαλιμάς μέ τάς δάφνας τής νίκης εκείνης νά τον στολίσουν, τήν οποίαν ούτε αμέσως ούτε εμμέσως έλαβε μικρόν τι μέρος. Καί εάν έζούσεν ήθελε έντραπή.
Βεβαίως καί αυτός καί ήθελεν εξυβρίσει τούς τοιούτους αναίσχυντους συκοφάντας του, οίτινες τον ονομάζουν καί άνθρωπον τής Επαναστάσεως καί γενικόν άρχηγόν τής εποχής εκείνης, καί ότι αυτός διέταττε τότε όλους τούς αρχηγούς τής Πελοποννήσου!"
Πηγές: Κανέλλου Δεληγιάννη-Απομνημονεύματα.
Πηγή